Sunday, September 30, 2012

ΠΟΙΟ «ΓΟΥΔΗ», ΠΟΙΟΥ ... «ΓΟΥΔΟΧΕΡΗ»; ΠΟΙΟ «ΓΟΥΔΗ», ΠΟΙΟΥ ... «ΓΟΥΔΟΧΕΡΗ»;Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου Ιστορικού – Συγγραφέως

ΠΟΙΟ «ΓΟΥΔΗ», ΠΟΙΟΥ ... «ΓΟΥΔΟΧΕΡΗ»;

Τα τελευταία χρόνια, ειδικά στην μετά το μονοτονικό εποχή, και μαζί με τις σκόπιμες καταργήσεις της γ΄ κλίσεως, της ιστορικής γραμματικής και της ιστορικής ορθογραφίας, άρχισε και μία σειρά δημιουργίας «νέων ορθογραφιών» ή νέων, ανυπάρκτων μέχρι τώρα, λέξεων, οι οποίες δεν απέδιδαν επ’ ακριβώς το νόημα.

Έτσι ξαφνικά, λοιπόν, πριν λίγα χρόνια, μας προέκυψε και η λέξη ... «Γουδή»! Με «η»! Άλλαξαν πινακίδες και αυτός ο τόπος που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα ως σύμβολο αποκαταστάσεως της Δημοκρατίας (Κίνημα στο Γουδί) ή τόπο απονομής τής Δικαιοσύνης και Νεμέσεως (π.χ. «χρειάζεται ένα Γουδί»), ξαφνικά το είδαν να γράφεται ως «Γουδή»!!! Και οι αδαείς άνοιξαν το στόμα και είπαν: «Α, οι ειδικοί απεκατέστησαν ένα ... λάθος»!...

Παρέβλεψαν όμως όλοι τους την εξελικτική διαδικασία, την οποία ακολουθεί η για αιώνες η γλώσσα, η οποία έχει μια μοναδική ικανότητα προσαρμογής! Και εξηγώ αμέσως. Αν για παράδειγμα σας έλεγα ότι η Γαργαρέτα, η Βαρυμπό(μ)πη, ο Γέρακας, το Κουκάκι, το Περιστέρι και πλήθος άλλων τοπωνυμίων προέρχονται από τα ονόματα των ιδιοκτητών τους, τι θα λέγατε; Και όμως, έτσι είναι. Η ίδια η γλώσσα προσαρμόζει στην εξέλιξή της αυτά τα τοπωνύμια σε κανόνες, που η ίδια ελέγχει. Είναι γνωστές π.χ. εκφράσεις, όπως μένω «στου Μακρυγιάννη», «στου Γκύζη», «στου Χαριλάου»... Εδώ η γλώσσα έχει προσαρμόσει στην γενική κτητική την πρόθεση «εις», που δηλώνει τόπο και δημιουργεί τον τύπο «εις του = στου» (Μακρυγιάννη). Θα πρέπει να καταλάβουν όμως όλοι, «ειδικοί» τε και «αγνοούντες ευκολόπιστοι», ότι άλλο είναι η ιστορική προέλευση και άλλο η γλωσσική προσαρμογή που η ίδια η γλώσσα επέβαλλε στο πέρασμα των αιώνων. Ο σωστός γλωσσολόγος θα αναφέρει το πρώτο ως ιστορία αλλά θα στηρίξει το δεύτερο ως γλώσσα. Σαν τον χείμαρρο που ακολουθεί την ήδη δημιουργηθείσα πορεία.

Εκτός λοιπόν από τον τοπωνυμικό τύπο «στου (Μακρυγιάννη)», υπάρχουν και άλλοι, όλοι προερχόμενοι από ονόματα ιδιοκτητών. Τα τοπωνύμια όμως αυτά σε πλείστες άλλες περιπτώσεις μετατρέπονται από την ίδια την γλώσσα αποκλειστικά είτε σε αρσενικά, είτε σε θηλυκά είτε σε ουδέτερα! Ας εξετάσουμε λοιπόν κάποια από αυτά, με οδηγό το εξαίρετο βιβλίο του Κώστα Μπίρη με τίτλο «Αι Τοπωνυμίαι της Πόλεως και των Περιχώρων των Αθηνών» (Αθήναι 1971), ο οποίος χρησιμοποιεί με την σειρά του τα βιβλία αναφοράς τού Καμπούρογλου, τον Κώδικα «Π. Πούλου», τον «Χάρτη των Αθηνών» του Κάουπερτ, πανεπιστημιακούς όπως ο Κ. Άμαντος και πολλούς άλλους σημαντικούς ερευνητές, ανά περιοχή, των Αθηνών.

Για παράδειγμα η «Γαργαρέτα», αποτελεί παλαιά τοπωνυμία, προκύψασα από κτήματα της αθηναϊκής οικογενείας του Γαρ¬γαρέτα. Το ίδιο και η «Βαρυμπό(μ)πη», η οποία είναι τοπωνυμία περιοχής της μεσημβρινής πλαγιάς της Πάρνηθος, προκύψασα από κτήματα της παλαιάς αθηναϊκής οικογενείας Βαρυμπόπη, «ανηκούσης κατά πάσαν πιθανότητα εις την τάξιν των Αρβανιτών Στρατιωτών, οίτινες επώκισαν εις τας παρυφάς τού λεκανοπεδίου των Αθηνών, κατά τον 14ον αιώνα», όπως μας λέει ο Μπίρης. Κι όμως αυτά τα δύο γνωστά τοπωνύμια και αρκετά άλλα «θηλυκοποιήθηκαν». Ο λαός δεν λέει «μένω στου Γαργαρέτα» ή «πάω στου Βαρυμπό(μ)πη» αλλά «στην Γαργαρέτα» και «στην Βαρυμπό(μ)πη»!

Είναι γνωστή ακόμη η τοπωνυμία «Γέρακας», η οποία καλύπτει εκτεταμένη περιοχή προς Δ. της οδού Αθηνών - Μαραθώνος, κατά την διασταύρωσή της με την καταργηθείσα γραμμή τού σιδηροδρόμου Λαυ¬ρίου. Η περιοχή αυτή, κατάφυτη άλλοτε από ελαιόδενδρα, ανήκε κατά τον 16ον αιώνα «εις τον εξ Αθηνών καταγόμενον μέγαν Λογοθέτην του Οικουμενικού Πατριαρχείου Ιέρακα, εκ του ονόματος του οποίου προήλθεν ή τοπωνυμία. Επωλήθη δε υπ’ αυτού εις την Μονήν Πεντέλης». Κι εδώ όμως, ο λαός δεν λέει «μένω στου Γέρακα» αλλά «μένω στον Γέρακα»! Δηλαδή «αρσενικοποιεί» το τοπωνύμιο! Έτσι είναι. Η γλώσσα ακολουθεί την μέθοδο του χειμάρρου. Ακόμη κι αν υπάρχει άλλος τρόπος να την αλλάξουμε η ροή της είναι πιο δυνατή! Κι όπως, αν κτίσεις στην κοίτη, θα σου γκρεμισθεί το σπίτι, έτσι κι αν προσπαθήσεις να αλλάξεις παγιωμένη σε πολλές δεκαετίες ή αιώνες κατάσταση, το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό!

Αφού λοιπόν είδαμε πώς «αρσενικοποιούνται» ή «θηλυκοποιούνται» τοπωνυμίες, ας δούμε και την τρίτη και πλέον πολυπληθή περίπτωση, όπου τα ονόματα «ουδετεροποιούνται»! Σε αυτήν την περίπτωση στην οποία ανήκει και «το Γουδί» υπάρχουν άπειρες περιπτώσεις, τις οποίες όμως οι «ειδικοί» δεν τόλμησαν να τις αγγίξουν. Ίσως γιατί βαδίζουν μεθοδικά. Βήμα - βήμα. Ας εξετάσουμε όμως τις πιο τρανταχτές, οι οποίες είναι ικανές να αποδείξουν «το λάθος».

Γνωρίζετε όλοι το «Γαλάτσι». Όπως αναφέρεται στον Κώδικα Π. Πούλου το Γαλάτσι είναι «Μεσαιωνική τοπωνυμία, εν χρήσει ακόμη και σήμερον, προκύψασα από κτήματα της αθηναϊκής οικο¬γενείας Γαλάκη, της οποίας το όνομα προεφέρετο κατά το πα¬λαιόν αθηναϊκόν ιδίωμα Γαλάτση». Κανείς όμως δεν λέει «μένω στου Γαλάτση» αλλά «στο Γαλάτσι».

Το «Δουργούτι» είναι «παλαιά τοπωνυμία, προκύψασα από ιδιοκτήτην Δουργούτην. Προεφέρετο εις παλαιοτέρας εποχάς και Δριγούτι». Το επώνυμο φέρουν σύγχρονες οικογένειες των Αθηνών. Το «Κατσιπόδι», επίσης, είναι μεσαιωνική τοπωνυμία, η οποία προήλθε από κτήματα τής οικογενείας Κατσιπόδη και την κτητορική τους εκκλησία της Παναγίας τής Κατσιποδούς. (Ευρετήριο των Μεσαιωνικών Μνημείων της Ελλάδος).

Υπάρχει, επίσης, το «Κερατσίνι», το οποίο ήταν γνωστό από την κατά τους χρόνους της Τουρ¬κοκρατίας εν χρήσει τοπωνυμία «Κόσολα Τζερατιά» (Κερατιά του Προξένου), εννοώντας τον πρόξενο της Γαλλίας Γκασπαρί, ο οποίος κληρονόμησε τα κτήματα από τον Καϋράκ, συγγενή του και μοναδικό πάροικο του Πειραιά. Η κερατιά αυτή ταυτίζεται με την μεγάλη Ξυλοκερατιά (χαρουπιά), που απαντάται κατά τους πρώτους μετά την απελευθέρωση χρόνους και με τον αναφερόμενο ως ιδιοκτήτη στην περιοχή αυτή κατά την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας Τζίνην ή Γκίνην, και, όπως γράφει ο Μπίρης, «με το όνομα Κερατόπυργος της προς Δ. άκρας τού όρμου, πείθει ότι αρχικώς ή τοπωνυμία ήταν Κερατιά τού Τζίνη ή Κερατιά Τζίνη. Μετέπεσε δε αργότερον στον μονολεκτικόν τύπον «Κερατζίνι» και «Κερατσίνι».

Ένα ακόμη πασίγνωστο τοπωνύμιο είναι το «Κουκάκι». Αυτό προέκυψε γύρω στο 1900 από μοναχική οικία, την οποία έκτισε τότε, στην γωνία των οδών Δημητρακοπούλου 89 και Γεωργάκη Ολυμπίου, ο Γεώργιος Κουκάκης, εργοστασιάρχης σιδηρών κρεβατιών. Γνωστό και το «Κουτσικάρι», τοπωνυμία της περιοχής μεταξύ Πειραιώς και Νι¬καίας, εκ του ονόματος του δημάρχου των Αθηνών Εμμ. Κουτσικάρη, ο οποίος αγόρασε την έκταση αυτή από απερχόμενη τουρκική οικογένεια κατά την απελευθέρωση των Αθηνών.

Αν όμως αυτό είναι απλώς γνωστό, το «Μενίδι» είναι πασίγνωστο! Είναι Μεσαιωνική ονομασία των αρχαίων Αχαρνών, «υπάρχουσα εν χρήσει κατά τον 12ον αιώνα, πολύ προ του 18ου αιώνος, καθ’ ον έγινεν η εποίκησις αυτόθι Αρβανιτών εκ Πε¬λοποννήσου και, κατά συνέπειαν, άσχετος προς αυτούς. Προέκυψε το τοπωνύμιον από επώνυμον τιμαριούχου Βυζαντινού άρχοντος Μενίδη, κατ’ αναλογίαν προς τα δύο τιμάρια του Καματηρού, το εν πλησίον των Λιοσίων και το άλλο εις την Σαλαμίνα», μας πληροφορεί ο Μπίρης.

Ομοίως και το «Μπουρνάζι», «τοπωνυμία της κατ’ επέκτασιν του συνοικισμού Περιστερίου περιοχής, προς Β. της από τα Σεπόλια αγούσης οδού και προς Δ. του ρέματος της Καναπιτσερής, προελθούσα από κτήματα της παλαιάς αθηναϊκής οικογενείας Μπουρνάζου». Το ίδιο και το «Περιστέρι», το οποίο αποτελεί παλαιά τοπωνυμία περιοχής «κατά την δυτικήν πλευράν τού Κηφισού πέραν της Κολοκυνθούς, προκύψασα από κτήματα ομωνύμου μεσαιω¬νικής αθηναϊκής οικογενείας». Κι ας τελειώσω με το πασίγνωστο «Τατόι», τοπωνυμία, προκύψασα από το επώνυμο της οικογενείας Τατόη, «ανηκούσης εις την τάξιν των Αρβανιτών, οίτινες εγκατεστάθησαν εις τας παρυφάς τού λεκανοπεδίου των Αθηνών κατά τον 14ον αιώνα. (Μν. Καμπ., τόμ. Ι, σελ. 179).

Το ίδιο, λοιπόν, που συνέβη με όλα αυτά τα «ουδετεροποιημένα» τοπωνύμια, συνέβη και με το «Γουδί». Ο Μπίρης, που γράφει σωστά το Γουδί με ιώτα, μας πληροφορεί (και ιστορικώς σωστά) ότι αποτελεί «παλαιάν ονομασίαν της περιοχής και επώνυμον της αυτόθι ηρειπωμένης εκκλησίας της Παναγίας, από κτήματα μεσαιωνικής οικογενείας Γουδή, ανήκοντα σήμερον εις την οικογένειαν Κακαβά».

Επειδή λοιπόν οι «ειδικοί γλωσσολόγοι», και οι «προοδευτικοί δημοσιογράφοι», που τους συνέδραμαν, αυτοί που άλλαξαν την λέξη σκόπιμα οδήγησαν νέους, επίδοξους συγγραφείς και νέους δημοσιογράφους σε σωρεία λαθών επειδή «δεν κατάλαβαν» ότι το τοπωνύμιο «ουδετεροποιήθηκε» από την ίδια την γλώσσα, διότι ο λαός δεν λέει «μένω στου Γουδή» αλλά «μένω στο Γουδί»,! Χαρακτηριστικά αναφέρω πως είδα τουλάχιστον δύο διαφορετικά βιβλία για «το κίνημα στο Γουδί»! Το ένα έγραφε «το κίνημα στο ... Γουδή»! Σαφέστατο λάθος, διότι κανένα ουδέτερο δεν τελειώνει σε «η»! Το άλλο έγραφε «το κίνημα του Γουδή», αφήνοντας να υπονοηθεί ότι το κίνημα, το έκανε κάποιος ... Γουδής!

Γλωσσική αναρχία, βαβυλωνία σκόπιμη για να προκληθεί σύγχυση, μέσα από κάτι τάχα λανθασμένο, που έπρεπε να διορθωθεί. Άλλαξαν ένα τοπωνύμιο και άφησαν όλα τα άλλα! Ο σοφός λαός, όμως, όποτε δεν παρεμβαίνουν με νόμους «ειδικοί», διορθώνει μόνος του την γλώσσα του, χιλιάδες χρόνια τώρα. Και δεν χρειάζεται «ειδικούς», που δεν γνωρίζουν πώς λειτουργεί η γλώσσα! Όπως π.χ. κανείς σήμερα δεν λέει «μένω στου Κουκάκη», «στου Γαλάτση», «στου Κερατσίνη», «στου Μενίδη», «στου Περιστέρη», «στου Τατόη» αλλά λέει «στο Κουκάκι», «στο Γαλάτσι», «στο Κερατσίνι», «στο Μενίδι», «στο Περιστέρι», «στο Τατόι», έτσι πρέπει να λέει, «στό Γουδί» και όχι «στου Γουδή», πολύ δε περισσότερο όχι στο χείριστο «στο Γουδή»!

Δυστυχώς όμως, δεν ξέρω πότε κάποιος με το προσωνύμιο «Γουδοχέρης» θα παραλάβει τους οπαδούς «του Γουδή» για να τους περιποιηθεί δεόντως. Και τότε μπορεί να μη θυμούνται «το Γουδή» αλλά σίγουρα θα θυμούνται ότι έγινε ... «του Γουδοχέρη»!

Sunday, September 16, 2012

ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΜΕ ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΟΥΣ


Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου

Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου

Ιστορικού – Συγγραφέως



Τον τελευταίο μήνα κατάλαβα ότι τα πράγματα που οδηγούν στην καταστροφή τής Ελλάδος είχαν προχωρήσει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς! Αφορμή ήταν η καινούργια γραμματική τής Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού που αποβλέπει στην φωνητική γραφή, μέσω της φωνητικής προφοράς. Η ουσία όμως ήταν τα πλοκάμια που οδήγησαν σε αυτή την διαπίστωση. Και τα πλοκάμια ήσαν πολλά, είχαν δε, όσον αφορά στην γλώσσα, ένα κοινό όνομα: «Γλωσσολόγοι»!

Πράγματι 140 «ειδικοί» επιστήμονες κινητοποιήθηκαν εν ριπή οφθαλμού για να «θάψουν» την ασήμαντη κατ’ αυτούς δασκάλα, η οποία είχε το θάρρος να αποκαλύψει τι είχαν περάσει σε μία γραμματική, η οποία απευθύνεται σε μικρά παιδιά, χωρίς να πάρουν την γνώμη κανενός και επιλέγοντας μία χρονική στιγμή, κατά την οποία οι Έλληνες ευρισκόμενοι σε δεινή οικονομική θέση, δεν θα είχαν την δυνατότητα αμέσου αντιδράσεως. Έτσι η γνωστή Άννα Διαμαντοπούλου, αναλαμβάνοντας το Υπουργείο (α)παιδείας, έδωσε το πράσινο φως, ώστε να εκδοθεί και να διανεμηθεί στα σχολεία η εν λόγω γραμματική, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, ήταν έτοιμη από το 2007, αλλά δεν εξεδίδετο διότι είχαν αντιδράσει κάποιοι πραγματικοί επιστήμονες, με επιστημονική γνώση και ελληνική εθνική συνείδηση!

Τελικώς αυτό που απεκόμισα από την κινητοποίηση των «ειδικών» ήταν ότι η μόνη ειδικότητά τους ήτο αυτή στην καταστροφή τής ελληνικής γλώσσης, η οποία επετυγχάνετο μέσω συγχύσεως και σκοπίμων λαθών στην διατύπωση «επιστημονικών» απόψεων, οι οποίες εκαλύπτοντο με τον «επιστημονικό» μανδύα τών «ειδικών»! Και αυτό, θα το αποδείξω στο τέλος του σημερινού άρθρου!

Ας πάμε, λοιπόν, στο περίφημο νέο βιβλίο Γραμματικής, το οποίο μας πέρασαν εν κρυπτώ οι κυρίες και οι κύριοι του παιδαγωγικού Ινστιτούτου:

Πριν από τις βαρύγδουπες υπογραφές τους οι «ειδικοί» γλωσσολόγοι, χρησιμοποιούν την βασική αρχή τής προπαγάνδας, η οποία στηρίζεται στο να λέει κάποιος μία αλήθεια, περιστοιχίζοντάς την όμως με διάφορα ψέματα! Λένε δηλαδή στην διαμαρτυρία τους:

«Αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν μια εκπαιδευτικός που δεν παραδέχεται στοιχειώδεις αρχές της γλωσσικής επιστήμης, όπως είναι η διαφορά μεταξύ ήχων και γραμμάτων, βασιζόμενη σε παρανοήσεις και αβάσιμα συμπεράσματα να αμφισβητεί την εγκυρότητα ενός διδακτικού εγχειριδίου, που έχει εγκριθεί από τους αρμόδιους φορείς της Πολιτείας και αποτελεί έργο ειδικών επιστημόνων και το οποίο, ως δασκάλα, καλείται να διδάξει.

Θεωρούμε θλιβερό το γεγονός ότι ένα άρθρο με τόσο φτωχά, εσφαλμένα και αντιεπιστημονικά επιχειρήματα αναπαράγεται και διαδίδεται άκριτα στο διαδίκτυο και στα Μ.Μ.Ε. και αναγορεύεται σε μείζον θέμα συζήτησης.

Επιβεβαιώνουμε την πέραν πάσης αμφιβολίας επιστημονικά ορθή παρουσίαση των φωνηέντων της Νέας Ελληνικής στο νέο εγχειρίδιο. (σ.σ. Ψέμα -Κρατήστε το αυτό, θα μας χρειασθεί).

Ναι, κανένας γλωσσολόγος δεν αμφιβάλλει ότι η Νέα Ελληνική έχει 5 φωνήεντα, τους φθόγγους [α], [ε], [ι], [ο], [ου], οι οποίοι στον γραπτό λόγο αναπαρίστανται με τα επτά γράμματα της αλφαβήτου άλφα, έψιλον, ήτα, γιώτα, ύψιλον, όμικρον, ωμέγα και τους συνδυασμούς των γραμμάτων αυτών ως διψήφων. (σ.σ. Ψέμα - Λένε φωνήεντα και εννοούν φθόγγους, αντί να πουν φθογγικά φωνήεντα και γράφουν εντός αγκυλών φθόγγους με ελληνικά στοιχεία ... Κι αυτό κρατήστε το.)

Καταδικάζουμε την ανάρμοστη στοχοποίηση και διαπόμπευση των συναδέλφων στο διαδίκτυο και την κατασυκοφάντηση του επιστημονικού τους έργου με ανυπόστατες κατηγορίες.

Ζητάμε, όπως γίνεται σε κάθε πολιτισμένη χώρα, η κρίση ενός επιστημονικού έργου ή μιας επιστημονικής άποψης ή ενός επιστημονικού ζητήματος (σ.σ. πολλή επιστήμη έχει πέσει) να γίνεται με βάση τεκμηριωμένες μεθόδους και αληθή επιχειρήματα από τους ειδικούς στην οικεία επιστήμη. Έτσι λοιπόν, όπως για μια ασθένεια συμβουλευόμαστε τον «γιατρό», για τον σεισμό τον «σεισμολόγο», για ένα νομικό ζήτημα τον «δικηγόρο», για μια γεωργική καλλιέργεια τον «γεωπόνο», για ζητήματα γλώσσας και γλωσσικής εκπαίδευσης, παρά το γλωσσικό μας αισθητήριο, είναι σκόπιμο να συμβουλευόμαστε τον «γλωσσολόγο». (σ.σ. Και για την ιστορία εννοούν φυσικά να ακούμε τους "ειδικούς" ιστορικούς τού συνωστισμού). Και ακολουθούν οι βαρύγδουπες υπογραφές!

«Καταδικάζουμε», «ζητάμε»... «Αναρωτιόμαστε»... Ωραίες λέξεις! Κανείς από αυτούς τους «ειδικούς», όμως, δεν μπήκε στον πειρασμό να αναρωτηθεί για την σκόπιμη σύγχυση, που προκαλεί το εν λόγω «επιστημονικό» εγχειρίδιο. Ας τους απαντήσουμε λοιπόν με τα δικά τους επιστημονικά δεδομένα, για να αποδείξουμε την αντιεπιστημονικότητά τους! Η σκόπιμη αυτή σύγχυση σχετίζεται με τους φθόγγους και τα γράμματα. "Φθόγγοι" είναι τα μικρότερα κομμάτια, στα οποία μπορεί να αναλυθεί η ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ γλώσσα, ενώ "γράμματα" είναι τα μικρότερα κομμάτια, στα οποία μπορεί να αναλυθεί η ΓΡΑΠΤΗ γλώσσα.

Οι φθόγγοι παριστάνονται διεθνώς με λατινικά γράμματα και εντός αγκυλών: [a], [e], [m], [r] και ούτω καθ' εξής. (Γιατί το παραβλέπουν αυτό οι ειδικοί γλωσσολόγοι;) Τα γράμματα παριστάνονται με (ελληνικά στην γλώσσα μας) γράμματα εκτός αγκυλών: α, β, γ, δ, ε, ζ, η, και ούτω καθ’ εξής.

Οι φθόγγοι χωρίζονται σε αυτούς που εκφέρονται με δυνατή φωνή και θα πρέπει να ονομάζονται "φθογγικά φωνήεντα" και σε αυτούς που εκφέρονται με χαμηλή φωνή και θα πρέπει να ονομάζονται "φθογγικά σύμφωνα".

Αντιστοίχως τα γράμματα θα πρέπει να χωρίζονται σε "γραμματικά φωνήεντα" και σε "γραμματικά σύμφωνα".

Κάθε φθόγγος, που είναι καθαρά προφορικό φαινόμενο μπορεί να αποδίδεται με ένα ή περισσότερα γράμματα του αλφαβήτου, π.χ.:

Το [a] με το γράμμα α.

Το [e] με τα γράμματα ε και αι.

Το [i] με τα γράμματα ι, η, υ, οι, ει, υι και ούτω καθ' εξής.

Το [o] με τα γράμματα ο, ω.

Το [b] με τα γράμματα μπ.

Το [g] με τα γράμματα γκ, γγ.

Το [l] με το γράμμα λ.

Τα γράμματα ξ και ψ αποδίδουν το καθένα συνδυασμούς φθόγγων, π.χ. [k] + [s] ή [p] + [s] αντιστοίχως. Άρα καλώς δεν συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο των απλών φθόγγων, διότι δεν είναι φθόγγοι, αλλά γράμματα.

Επομένως όσοι λένε ότι στο βιβλίο έχουν μειωθεί τα φωνήεντα από επτά σε πέντε, συγχέουν, μεθοδευμένα από τους «ειδικούς», τα πέντε "φθογγικά (προφορικά) φωνήεντα" με τα επτά "γραμματικά (γραπτά) φωνήεντα" της νεοελληνικής γλώσσης. Ποιοι όμως φταίνε για την σύγχυση αυτή, εκτός από τους συγγραφείς της γραμματικής και τους υποστηρικτές τους; Και η σύγχυση δεν προέκυψε τυχαία!

Το ίδιο συμβαίνει και στα σύμφωνα. Τα "φθογγικά σύμφωνα" της νεοελλαδικής γλώσσης είναι δεκαοκτώ, ενώ τα "γραμματικά σύμφωνά" της είναι δεκαεπτά. Αυτά, σύμφωνα με την συγκριτική γλωσσολογία, που είναι η αλήθεια.



Πού αρχίζουν τα ψέματα; Ποια είναι τα σημεία τού βιβλίου, τα οποία το κατατάσσουν στον χώρο τών «αντιεπιστημονικών» συγγραμμάτων, και τα οποία αποσιωπούν τεχνηέντως οι «ειδικοί» γλωσσολόγοι; Τα παραθέτω ευθύς αμέσως και τους ερωτώ ευθέως γιατί δεν τα αναφέρουν στην διαμαρτυρία τους!

1. Για να παραστήσουν τα "φθογγικά φωνήεντα" οι συγγραφείς βάζουν μέσα σε αγκύλες ελληνικά γράμματα και όχι λατινικά, ως υποχρεούνται διεθνώς εκ της επιστήμης. Τεράστιο επιστημονικό λάθος!!! Γιατί σιωπούν οι «ειδικοί»;

2. Κάτω από την εικόνα της τσάντας, επί της οποίας είναι αναγεγραμμένα τα "φθογγικά φωνήεντα", η λεζάντα γράφει απλώς "φωνήεντα" και όχι "φθογγικά φωνήεντα", γεγονός το οποίο προκαλεί λανθασμένες εντυπώσεις και συγχύσεις τόσο στους μαθητές και τους δασκάλους, όσο και στους άλλους αναγνώστες.

3. Προβάλλει τους φθόγγους με εικόνες, που μένουν στην μνήμη (δηλαδή τις σακκούλες στην σελίδα 36), ενώ τα γράμματα τα προβάλλει με εικόνες που δεν μένουν στην μνήμη (δηλαδή τον τροχό στην σελίδα 39). Κανονικά θα έπρεπε να συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Άλλωστε το βιβλίο επιγράφεται "Γραμματική" και όχι "Φθογγολογία".

4. Και, βεβαίως, να μη ξεχνάμε, ανάμεσα σε όλα αυτά, ότι το βιβλίο δεν απευθύνεται σε φοιτητές της γλωσσολογίας, αλλά σε παιδάκια της Ε΄ και της Στ΄ Δημοτικού! Όλα αυτά θα πρέπει να κάνουν τους γλωσσολόγους να σιωπούν.

Αγαπητοί φίλοι. Όλες αυτές οι κινήσεις αποσκοπούν στην σταδιακή επιβολή τού λατινικού αλφαβήτου. Το παρόν στάδιο, είναι το προτελευταίο. Μετά την κατάργηση στην πράξη των αρχαίων ελληνικών, την κατάργηση του πολυτονικού, του ιστορικού δηλαδή τονικού συστήματός μας, την καταστροφή τής ιστορικής ορθογραφίας, της ιστορικής γραμματικής (κατάργηση Γ΄ κλίσεως, προθέσων κ.λπ.) φθάσαμε στο στάδιο της φωνητικής γραφής των γραμμάτων... Το επόμενο στάδιο είναι η επιβολή του λατινικού αλφαβήτου. Η Ακαδημία Αθηνών από το 2001 είχε δηλώσει ότι: «...επιχειρείται η αντικατάσταση του ελληνικού αλφαβήτου των 2.500 και πλέον χρόνων με το λατινικό.»

Ας αντιδράσουμε λοιπόν σε όλους αυτούς, που με τον μανδύα της ειδικότητος καταστρέφουν την ελληνική κι ας μην επιτρέψουμε να μας αλλάξουν την επί πολλές χιλιάδες χρόνια υπάρχουσα μία και ενιαία γλώσσα μας.

Η Ακαδημία Αθηνών και οι Γλωσσικοί και Φιλολογικοί Σύλλογοι ας μη βγάζουν κάθε δέκα χρόνια ένα Δελτίο Τύπου, με το οποίο να θεωρούν πως έκαναν το καθήκον τους... Ας αγωνισθούν μέχρις εσχάτων, διότι ο αγών είναι σε πολλές περιπτώσεις άνισος. Ας μπουν ηγέτες στον γλωσσικό αυτόν πόλεμο και θα είμαστε μαζί τους, αν φυσικά μάς θέλουν και αν μάθουν ποτέ πως υπάρχει στην Ελλάδα και η ταπεινότητά κάποιων επιστημόνων (π.χ. Π. Μητροπέτρος, Χ. Τσικοπούλου, Αν. Στάμου, Ι. Τσέγκος, ο υπογράφων κ.ά.), που ασχολούνται ενεργά με την γλώσσα, χωρίς να ευρίσκονται στο άμεσο πανεπιστημιακό ή ακαδημαϊκό περιβάλλον τους!

Όσο για τους υπολοίπους συνέλληνες, τους προτρέπω να αντισταθούν στα σχολεία τών παιδιών τους. Οι Έλληνες Δάσκαλοι, όπως η Κυρία (με Κάππα κεφαλαίο) που ανέδειξε το θέμα να αντισταθούν μέσα στις τάξεις τους. Όλοι οι υπόλοιποι να κλείσουν την τηλεόραση στα τουρκικά σήριαλ, στην αγγλική ορολογία και στις «ιν» βλακώδεις εκπομπές και να συμπαραταχθούν ενεργά στον αγώνα μας. Και κυρίως όλοι μαζί, έλληνες επιστήμονες, γονείς, δάσκαλοι και λαός με ελληνική εθνική συνείδηση να καταλάβουμε ότι θα πρέπει να αγωνισθούμε να σώσουμε την γλώσσα μας. Αλλά για να συμβεί αυτό πρέπει να τελειώνουμε μια και καλή με τους «γλωσσολόγους»!



ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΣΥΓΚΡΙΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου


Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου

Ιστορικού – Συγγραφέως



Στο προηγούμενο άρθρο μας απαντήσαμε επιστημονικώς στα αντιεπιστημονικά επιχειρήματα τών γλωσσολόγων. Αποδείξαμε ότι αυτοί χρησιμοποιούν σοφιστικές μεθόδους προπαγάνδας, υποστηρίζουν δηλαδή και προωθούν μία αλήθεια καλυπτόμενη με ψεύδη και σκόπιμα λάθη. Λένε, για παράδειγμα, ότι ομιλούν για φθόγγους, δηλαδή για φαινόμενο προφοράς (που είναι αλήθεια), όμως δεν χρησιμοποιούν λατινικούς χαρακτήρες, όπως διεθνώς και επιστημονικώς επιβάλλεται για την γραπτή απεικόνιση προφορικού φαινομένου αλλά ελληνικά γράμματα (κι εδώ είναι το λάθος), τα οποία χρησιμοποιούνται για γραπτή και μόνο αποτύπωση ελληνικών στοιχείων.

Θεωρώ όμως ότι εξ ίσου σημαντικό είναι να εξετάσουμε ιστορικώς κάποια γεγονότα, τα οποία κανείς γλωσσολόγος δεν θα είχε το επιστημονικό ύψος να διανοηθεί και πολύ περισσότερο να αναφέρει! Ας αναρωτηθούμε κατά πρώτον γιατί η λεγόμενη «συγκριτική γλωσσολογία» είναι μία επιστήμη μόλις δύο περίπου αιώνων. (Η γλωσσολογία γεννήθηκε το 1816 από τον Franz Bopp, με το όνομα "συγκριτική γραμματική" και αναπτύχθηκε στην διάρκεια μισού περίπου αιώνος ως μονοπώλιο τής γερμανικής επιστήμης).

Την απάντηση θα πρέπει να την αναζητήσουμε στους αρχαίους Έλληνες. Πράγματι, οι πρόγονοί μας, οι οποίοι εδημιούργησαν όλες τις επιστήμες, οι οποίοι μίλησαν για το Διάστημα, τα Μαθηματικά, το Δίκαιο, την Ιατρική, το Θέατρο κ.λπ., αυτοί οι οποίοι μίλησαν για κάθε τι πάνω, μέσα και έξω από την Γη δεν δημιούργησαν καμμία «συγκριτική γλωσσολογία». Το γιατί ήταν απλό: Γνώριζαν ότι η ελληνική γλώσσα δεν αποτελούσε συγκρίσιμο μέγεθος με τις βαρβαρικές διαλέκτους, που ομιλούσαν οι τότε γνωστοί λαοί! Πώς να συνέκριναν π.χ. κατά την εποχή τού Ομήρου, τις απλές γλώσσες των διαφόρων βαρβάρων λαών, που χρησιμοποιούσαν μόνο λέξεις κοινές, όπως «σπίτι», «τραπέζι», «κρεβάτι», «όπλο», «ένδυμα» κ.λπ. με την λέξη π.χ. «δυσαριστοτόκεια», την οποία αναφωνεί η Θέτις, όταν ο γιός της Αχιλλεύς τής ανακοινώνει την απόφασή του να βγει στην μάχη με τον Έκτορα.

Ομιλώ για το γεγονός, που αναφέρεται στην Ιλιάδα του Ομήρου (σ΄ 54), όπου η Θέτις θρηνεί για ό,τι θα πάθει ο υιός της σκοτώνοντας τον Έκτορα «διό και δυσαριστοτόκειαν αυτήν ονομάζει». Η λέξη αυτή από μόνη της είναι ένα μοιρολόϊ. Διότι αποτελείται από το δυσ + άριστος + τίκτω. Και η φράση «ω μοι δυσαριστοτόκεια», όπως αναλύει το «Ετυμολογικόν το Μέγα» σημαίνει «επί κακώ τον άριστον τετοκυία», δηλαδή «αλλοίμονο σε μένα που για κακό γέννησα τον άριστο».

Ειλικρινά, ουδεμία άλλη γλώσσα στον κόσμο θα μπορούσε να αποδώση σε μία και μόνο λέξη τόσα πολλά και υψηλά νοήματα, παρά μόνο η Φωνή Ελληνίς, η οποία εφεύρε και χρησιμοποιεί μέσω της χρήσεως των προθέσεων τα σύνθετα, πολλαπλασιάζοντας τις λέξεις και τα νοήματα, και προσφέροντάς τα στην συνέχεια ως δώρον «εις τους ομιλούντας την βαρβαρικήν».

Έχετε μήπως αναρωτηθεί αν θα μπορούσαν ποτέ να συγκρίνουν οι Έλληνες μία γλώσσα, η οποία εξέφραζε αφηρημένες έννοιες, με τα βαρβαρόφωνα ολιγόλεξα ιδιώματα των γύρω λαών; Ο αρχαιότερος, για παράδειγμα, ελληνικός φιλοσοφικός και επιστημονικός όρος είναι «το άπειρον» τού Αναξιμάνδρου.

Ο Όμηρος, όταν μιλούσε για ατέλειωτη θάλασσα (απείρονα πόντον) γνώριζε ότι πίσω από αυτήν βρίσκονται η Μήλος, η Κρήτη, η Αίγυπτος κλπ., ακόμη κι αν δεν τις διέκρινε. Ο Αναξίμανδρος όμως προσδιόρισε αυτό, που όντως δεν έχει τέλος και ξεπερνά κατά πολύ αυτό, το οποίο ο κοινός άνθρωπος νομίζει ότι δεν έχει όρια. Αυτός ο τρόπος, της δημιουργίας δηλαδή από μια λέξη της καθομιλουμένης ή της ποίησης, μιάς αφηρημένης έννοιας καθορίζει τον τρόπο της επιστημονικής σκέψης.

Η αρχαία Ελληνική γλώσσα έδωσε το μέσον της κατασκευής. Ένα οριστικό άρθρο πριν το επίθετο και έχουμε την αφηρημένη έννοια [το άπειρον, το ευτυχές κλπ.]. Με τον ίδιο τρόπο οι μεταγενέστεροι φιλόσοφοι έφτιαξαν και άλλα τέτοια αφηρημένα ουσιαστικά, όπως π.χ. το αγαθόν. Απ’ αυτή την αρχή και μετά η εξέλιξη δεν μπορεί να ελεγχθεί. Διότι οι νέοι φιλόσοφοι και επιστήμονες, κάθε φορά που χρειάζεται να καλύψουν κάποια νέα ανάγκη τους δημιουργούν νέα αντικείμενα σκέψης.

Η κορωνίδα λοιπόν του επιστημονικού λόγου είναι η δημιουργία της επιστημονικής ορολογίας. Πώς λοιπόν να έμπαιναν στον πειρασμό να συγκρίνουν τα ασύγκριτα; Τί να συνέκριναν, δηλαδή; Την τραγουδιστή γλώσσα, την ελληνική «αυδή» (εκ του «άδω»), η οποία ακουγόταν σαν μουσική, λόγω της εναλλαγής μακρόχρονων και βραχύχρονων φωνηέντων, τα οποία ήσαν αρμονικά τοποθετημένα «κατά μελίφθογγον κράσιν», με τους βαρβαρικούς ήχους, «μπ», «ντ» και «γκ», τους οποίους μας έχουν επιβάλλει να εισαγάγουμε σήμερα στην γλώσσα μας οι προοδευτικοί «ειδικοί» γλωσσολόγοι; Αυτοί οι οποίοι ομιλούν σήμερα για το ανύπαρκτο «διεθνές φωνητικό αλφάβητο», το οποίο, όμως, θέλουν και να μας επιβάλλουν μέσω νέων γραμματικών, που αποβλέπουν σε τελική επιβολή του λατινικού αλφαβήτου;

Πώς να συγκρίνουν την ελληνική με βαρβαρόφωνες γλώσσες οι πρόγονοί μας, που δεν ανέχονταν ούτε την κακοποίηση της, αλλά ούτε και να την χρησιμοποιούν άνθρωποι, οι οποίοι δεν είχαν την πρέπουσα παιδεία και δεν κατανοούσαν την μοναδικότητα και το μεγα¬λείο της. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα μας αναφέρει ο Πλούταρχος (Θεμιστοκλής, 6,4,2), όταν ο Ξέρξης απέστειλε αντιπροσωπεία για να ζητήσει «γη και ύδωρ» από τους Αθηναίους. Τότε ο Θεμιστοκλής, παρά τα καθιερωμένα, διέταξε να συλληφθεί ο διερμηνεύς και με ψήφισμα τον εθανάτωσε με την αιτιολογία ότι "φωνήν ελληνίδα, βαρβάροις προστάγμασιν ετόλ-μησε χρήσαι". Δηλαδή, "επειδή ετόλμησε να χρησιμοποιήσει την ελληνική γλώσσα σε βάρβαρα προστάγματα"!

Η σημερινή θολοκουλτούρα των προοδευτικών βεβαίως έχει την λύση. Θα χαρακτήριζε αυτήν την πράξη του Θεμιστοκλέους «φασιστική»! Εξ άλλου, γι’ αυτούς, οποιαδήποτε πράξη, η οποία δεν δίνει την ασύδοτη ελευθερία σε οποιονδήποτε να καταστρέφει την ελληνική γλώσσα διά των γκρίκλις, των ξενόγλωσσων πινακίδων κ.λπ. και γενικώς, δεν πληροί τους όρους που έχει θέσει η παγκοσμιοποίηση, έχει ... «φασίζουσα γλωσσική νοοτροπία»!

Η συγκριτική γλωσσολογία επισήμως, όπως είπαμε, γεννήθηκε το 1816. Ανεπισήμως όμως ξεκίνησε το 1788 όταν ένας Βρετανός δικαστής διορισμένος στην Βεγγάλη, ονόματι William Jones, δίνει, για το κέφι του, διαλέξεις στις οποίες προσπαθεί να αποδείξει την συγγένεια ανά¬μεσα στα σανσκριτικά - την παλαιότερη, δηλαδή, ινδική γλώσσα - και τις αρχαίες και μοντέρνες γλώσσες της Ευρώπης, δηλαδή τα ελληνικά, τα λατινικά, τα γερμανικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά. Υποδεικνύει αναλογίες στην γραμματική δομή τους, καθώς και λεξιλογικές συγγένειες. Το συμπέρασμα γι’ αυτούς είναι ότι τα σανσκριτικά είναι η μητρική γλώσσα των σύγχρονων ιδιωμάτων, τα οποία προήλθαν στο σύνολο τους από αυτήν.

Όμως αυτή η γλώσσα δεν θα μπορούσε να διαδοθεί στην Ευρώπη παρά μόνο αν οι Ινδοί, ένας αρχέγονος λαός, δεν είχαν έλθει κάποτε να κατακτήσουν και νά αποικίσουν αυτή την ήπειρο. Έτσι γεννήθηκε η ινδοευρωπαϊκή θεωρία! Με υποθέσεις! Η σύγχρονη δυτική ανθρωπότητα, κατ’ αυτούς, κατάγεται απ’ ευθείας από τους εισβολείς, τους οποίους ο 19ος αιώνας θα ονομάσει Ινδοευρωπαίους. Θα τους θεωρήσει λευκές και ανώτερες φυλές, δημιουργούς πολιτισμού, οι οποίες μια ωραία πρωΐα κατέβηκαν από τις αρχέγονες κορυφές τους για να διασχίσουν και νά υποτάξουν τον αχανή κόσμο, δημιουργώντας έτσι ... όλους τους πολιτισμούς.

Σήμερα ο μύθος τών ινδοευρωπαίων έχει επιστημονικώς απορριφθεί. Δεν έχει ευρεθεί τίποτε από έναν τεράστιο σε όγκο πληθυσμό! Όμως ως προς την γλωσσική ινδοευρωπαϊκή θεωρία οι ευρωπαίοι συνέχισαν. Ειδικά σήμερα, τον 21ο αιώνα! Συνέχισαν, διότι συμφέρει την παγκοσμιοποίηση. Και την αλήθεια κατά πόσον υπάρχει επιστημονική βάση σε αυτό, μας την αποκαλύπτει τηρώντας τήν επιστημονική δεοντολογία ο καθηγητής τού Γενικής Γλωσσολογίας τού πανεπιστημίου τής Προβηγκίας Georges Mounin, ο οποίος στο σύγγραμμά του «Κλειδιά για την Γλωσσολογία» (εκδόσεις ΜΙΕΤ) μας λέει: «Στην πραγμα¬τικότητα, η ανακάλυψη των σανσκριτικών συνδέεται με την μό¬δα του συγκριτισμού: (σελ.30)». Το «ι» στην λέξη «συγκριτισμός», υποννοεί σαφώς την μόδα της συγκριτικής γλωσσολογίας... Και λίγο παρακάτω:

«Η συγκριτική γραμματική, για να καθορίσει μια συγγένεια, δεν έπαιρνε υπ’ όψιν την ιστορική εποχή τών γλωσσικών καταστάσεων που συσχετίζονταν: συνέκριναν τα σανσκριτικά τής πρώτης χιλιετίας, τα ελληνικά τού 8ου αιώνα π.Χ., τα λατινικά τού 5ου αιώνα π.Χ. με τα γοτθι¬κά τού 4ου αιώνα μ.Χ., τα σλαβικά τού 9ου αιώνα μ.Χ. με τα περσικά τού 16ου ή του 18ου αιώνα μ.Χ. (σελ. 31)».

Θα μου πείτε τι σημαίνει αυτό; Στην επιστήμη σημαίνει πολλά! Και πρώτα απ’ όλα σημαίνει ότι δεν ισχύει το ισόχρονον. Δηλαδή, αν οι γλώσσες είχαν δημιουργηθεί την ίδια εποχή θα εδικαιολογείτο η προέλευση από μία κοινή ρίζα. Όταν όμως δεν ισχύει το ισόχρονον, τότε η αρχαιότερη είναι η μητέρα γλώσσα. Άρα συγκρίνοντας, όπως παραδέχεται ο George Mounin, ανισόχρονες γλώσσες, δεν ακολουθούμε επιστημονική μέθοδο.

Έτσι οι σύγχρονοι βρήκαν αυτό ως καλή δικαιολογία και η παγκοσμιοποίηση βρήκε την χρυσή ευκαιρία να «αποδείξει» ότι υπάρχει παγκοσμιότητα και στην γλώσσα! Οπότε προσπάθησαν να βρουν τις υποτιθέμενες ρίζες, υποτιθέμενους κοινούς ήχους ("μπ", "ντ", "γκ"), τους οποίους ουδέποτε είχε η ελληνική γλώσσα. Αλλά έτσι είναι! Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΕΙ ΠΛΕΟΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ. Τότε η θεωρία των ινδοευρωπαίων – ινδογερμανών εξυπηρετούσε τις εθνικιστικές τάσεις τών Γερμανών, όπως αναφέρει ο Johann Chapoutot, στο περισπούδαστο έργο του «ο εθνικοσοσιαλισμός και η αρχαιότητα» (εκδόσεις "Πόλις").

Σήμερα η παγκοσμιοποίηση θέλει «μία κοινή γλώσσα να έχει δημιουργήσει όλες τις άλλες». Για να περάσει όμως αυτό, έπρεπε από την μία να καταστραφεί η πρωτογλώσσα, δηλαδή η ελληνική, να ξεχασθεί η ετυμολογία της, να καταστραφούν οι κλίσεις της, η ιστορική γραμματική της, η ιστορική ορθογραφία της, να "εισβάλλουν" στην ελληνική λέξεις, που ξεκινούν βαρβαρόφωνα ("μπ", "ντ", "γκ") και που ποτέ αυτή δεν χρησιμοποιούσε και από την άλλη να δημιουργηθούν στα πανεπιστήμια έδρες, στις οποίες θα διορισθούν καθηγητές, που θα διδάσκουν αυτά τα διεθνιστικά! Έτσι οι λαοί θα γίνουν "ροζ", θα χάσουν την ιστορία τους και την εθνική αυθεντικότητά τους. Γι’ αυτό, οι «ειδικοί γλωσσολόγοι», παγκοσμίως δρουν ακαριαία και ως ένα σώμα. Περνούν υπογείως τις θέσεις τους στα βιβλία και αν υπάρξουν αντιδράσεις, διαμαρτύρονται μαζικώς και βάζουν ως ασπίδα τον «επιστημονικό» τους μανδύα.

Το θέμα είναι αν εμείς θα τους αφήσουμε ή αν θα αντιδράσουμε. Αν θα πρέπει να δώσουμε σημασία στην γλώσσα μας, την ίδια ώρα που στην Ελλάδα έχουν διαβρωθεί τα πάντα! Την ίδια ώρα που αλλοιώνεται η ιστορία. Την ίδια ώρα που, ενώ διακωμωδείται, με κατασπατάληση πολλών χιλιάδων ευρώ ημών των Ελλήνων, ο Εθνικός μας ήρωας Αθανάσιος Διάκος από ψυχοπαθολογικώς ασθενείς κακιτέχνες, οι ελλαδικοί δίαυλοι είναι γεμάτοι από τουρκικά σήριαλ, αφιερωμένα ακόμη και στον σουλτάνο της οθωμανοκρατίας, Σουλεϊμάν τον μεγαλοπρεπή! Την ίδια ώρα που οι εταίροι μας δεν μας θέλουν ισότιμους αλλά ραγιάδες! Αίσχος! Την απάντηση αλλά κυρίως την αντίδραση δηλώσατέ την οι ίδιοι με τις πράξεις σας, για να έχετε, έστω για μια φορά, και την προσωπική ευθύνη!

Η ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΩΧΑΔΕΛΦΙΣΜΟΣ



Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου

Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου

Ιστορικού – Συγγραφέως



Τα αποτελέσματα για την γλωσσική κατάρτιση των ελληνόπουλων την τελευταία δεκαπενταετία είναι προοδευτικώς απογοητευτικά. Ειδικά τα τελευταία πέντε έξι χρόνια η γλωσσική εξέλιξη είναι τρομερή με την κυριολεξία του νοήματος της λέξεως (δηλαδή αρχίζει να προκαλεί τρόμο). Οι έρευνες που έγιναν όλα αυτά τα χρόνια απέδειξαν ότι τα δεκαπεντάχρονα ελληνόπουλα είχαν προβλήματα στην ανάγνωση, ενώ οι φοιτητές των παιδαγωγικών τμημάτων και υποψήφιοι δάσκαλοι, ήσαν επικίνδυνα ανορθόγραφοι!

Συγκεκριμένα, στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (28 Νοε. 2004) έρευνα του Πανεπιστημίου Πατρών ότι η νέα γενιά δασκάλων είναι επικίνδυμα ανορθόγραφη και έχει άγνοια στοιχειωδών γλωσσικών κανόνων! Στο «ΒΗΜΑ» (4 Οκτ. 2007) καταγράφεται έρευνα, η οποία αποδεικνύει ότι ο ένας στους τέσσερις δεκαπεντάχρονους μααθητές (25,2%) έχει πρόβλημα ανάγνωσης. Στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (10 Νοε. 2007) μεγάλη έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας καταγράφει ότι οι Έλληνες μαθητές δεν γνωρίζουν ελληνικά. Στο δε «ΒΗΜΑ» (5 Δεκ. 2007) ο ΟΟΣΑ έδωσε στην δημοσιότητα τα αποτελέσματα της έρευνας PISA αποκαλύπτει ότι η Ελλάδα κατέχει την 27η θέση μεταξύ 30 χωρών του ΟΟΣΑ στην ... κατανόηση κειμένου! Αυτά είναι τα οικτρά αποτελέσματα της παγκοσμιοποιημένης γλωσσικής πολιτικής, την οποία οι «ειδικοί» γλωσσολόγοι, βουλευτές, πολιτικοί, πανεπιστημιακοί και τηλετουρκολάγνοι ελλαδίτες ψηφοφόροι ανέχονταν χωρίς ούτε να «αγανακτούν» ούτε να ιδρώνουν!

Τι φταίει όμως γι’ αυτό; Αυτό που δεν κατάλαβαν τα τελευταία χρόνια οι οπισθοδρομικώς φερόμενοι προοδευτικοί, οι οποίοι εφάρμοσαν κατ’ εντολήν το μονοτονικό, είναι ότι άφησαν την πολιτική να κατευθύνει και την γλώσσα, χωρίς να είναι σε θέση να κατανοήσουν τα αποτελέσματα! Πράγματι, όταν ένας δεν μπορεί να γράψει και κυρίως να τονίσει σωστά μια λέξη ή μία πρόταση, τότε έχει όχι μόνο άγνοια αλλά νοητική σύγχυση. Και η σύγχυση αυτή προέρχεται από τον τονισμό και τους κανόνες του, οι οποίοι οργανώνουν το μυαλό!

Η παλαιότερη έρευνα που έκανε προ καιρού το Ανοικτό Ψυψοθεραπευτικό Κέντρο υπό την καθοδήγηση του ψυχιάτρου Γιάννη Τσέγκου και πλήθους κλινικών και σχολικών ψυχολόγων και οποία παρουσιάσθηκε σε δύο ψυχιατρικά συνέδρια, απέδειξε ότι τα αρχαία ελληνικά αλλά ειδικά το πολυτονικό αυξάνουν την ευφυΐα και καταπολεμούν τις μαθησιακές δυσκολίες. Το γιατί είναι απλό. Οι άνθρωποι σχεδόν όλοι γεννιούνται με τον ίδιο αριθμό νευρώνων στον εγκέφαλό τους. Διαφέρουν μόνον στις συνάψεις των νευρώνων, που γίνονται με τους νευροάξονες, τους δενδρίτες και τα νευρογλοιακά κύτταρα. Οι συνάψεις των νευρώνων όμως αυξάνουν σε αριθμό ανάλογο των ερεθισμάτων. Αυτό σημαίνει ότι η ευφυΐα καλλιεργείται και δεν είναι δεδομένη. Κάθε διαφορετικός ερεθισμός δημιουργεί καινούργια σύναψη στους νευρώνες του εγκεφάλου. Ο ίδιος ερεθισμός, έστω και αμέτρητες φορές επαναλαμβανόμενος, δημιουργεί μόνον μία σύναψη. Η γλώσσα αποτελεί τον πιο οικείο τρόπο δημιουργίας καινούργιων ερεθισμών και άρα δημιουργίας καινούργιων συνάψεων και αυξήσεως ευφυΐας. Η ελληνική γλώσσα είναι διαχρονικά ένα εκπληκτικό πολυεργαλείο δημιουργίας νέων ερεθισμών, λόγω των διαφορετικών τόνων, πνευμάτων, πολλών ομόηχων αλλά διαφορετικά γραφόμενων φθόγγων (ι,η,ει, ο,ω, ε,αι, κ.λπ.). Κάθε διαφορετικός λεκτικός τύπος και κάθε διαφορετικός συνδυασμός λέξεων με λογική υφή δημιουργεί καινούργια σύναψη στους νευρώνες.

Όταν πριν από τριάντα χρόνια, 28 κοιμώμενοι βουλευτές, στις 2 μετά τα μεσάνυκτα αλλάζοντας πλευρό από τον ύπνο τους (το σχήμα λόγου υπονοεί ότι ουδείς είχε καταλάβει τι γινόταν) ψήφιζαν το πολυτονικό, δεν μπορούσαν να φαντασθούν το κακό που θα γινόταν στην γλώσσα τις επόμενες δεκαετίες. Είχε προηγηθεί η αποκοπή από την κλασσική γλώσσα των προγόνων μας, αυτή που σήμερα χαρακτηρίζουμε με τον λανθασμένο όρο «αρχαία ελληνικά».

Αυτά σε συνδυασμό με άλλες ύπουλες αλλαγές, τις οποίες η αδιαφορία και ο πολιτικός και κοινωνικός ωχαδελφισμός των εκπροσώπων του βολέματος και της υλικής καλοπέρασης άφησαν να περάσουν ως αρρώστια στο σώμα του ελληνισμού. Γιατί π.χ. ο έλληνας σήμερα δεν μπορεί να καταλάβει γιατί «η θάλασσα» έχει ως γενική πληθυντικού «των θαλασσών» και γιατί «η ακτίνα», που έχει την ίδια κατάληξη, δεν πρέπει να έχει γενική «των ακτινών» (με περισπωμένη), που πολλές φορές το λένε, αλλά «των ακτίνων» (με οξεία)!

Οι υποστηρικτές του μονοτονικού ήσαν τριών ειδών. Στην πρώτη ομάδα, ήσαν οι παραδοσιακοί, κομματικώς ελεγχόμενοι αριστεροί, οι οποίοι είχαν την εντολή επιβολής της γλωσσικής κατεύθυνσης μιας ξύλινης γλώσσας, η οποία δεν θα περιείχε αυτά τα «άχρηστα σημάδια», δηλαδή τους τόνους.

Η δεύτερη ομάδα, κυρίως εκπρόσωποι γνωστής πολυεθνικής εταιρείας, το υποστήριζε λόγω της οικονομίας, που θα γινόταν κατά την γνώμη τους από τις εργατοώρες και το εξειδικευμένο προσωπικό που θα χρειαζόταν για την σύνταξη των πολυτονικών κειμένων. Κι αυτά τα καταλαβαίνω. Η μία ομάδα είχε κομματική σοβιετική εντολή ως κίνητρο, η δεύτερη είχε το χρήμα.

Η τρίτη κατηγορία είχε πιο έωλα επιχειρήματα. Ισχυρίζοντο οι εκπρόσωποί της ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε τόνους, διότι οι Αρχαίοι Έλλη¬νες δεν μετεχειρίζοντο σημεία τονισμού. Η μέθοδος, αυτή είναι μία μέθοδος προπαγάνδας. Είναι η σοφιστική μέθοδος της μισής αλήθειας, ή άλλως η αποκάλυψη μίας αληθούς εκδοχής με ταυτόχρονες αποκρύψεις ή αλλοιώσεις άλλων αληθειών! Στην συγκεκριμένη περίπτωση η άποψή αυτή είναι σωστή εν μέρει, εφ’ όσον οι πρόγονοί μας της κλασσικής εποχής είχαν μόνο κεφαλαιογράμματη γραφή και μάλιστα σε συνεχή γραφή χωρίς κενά, οι δε τόνοι περιείχοντο στις λέξεις. Και σήμερα όμως, εμείς, στα κεφαλαία γράμματα δεν βάζουμε τόνους. Δεν ομιλούμε όμως γι’ αυτά αλλά για τα μικρά γράμματα. Ας αφήσουμε το ότι δασεία εχρησιμοποιείτο σε πολλές περιπτώσεις και ως γραπτό σύμβολο ακόμη και στην κεφαλαιογράμματη γραφή, ως «Η» (π.χ. ΗΕΡΑΚΛΗΣ) ή «Σ» στην αρχή μιας λέξεως [ΣΕΠΤΑ – ΕΠΤΑ (με δασεία)] κ.ο.κ

Ισχυρίζοντο επίσης οι εκπρόσωποι της τρίτης ομάδος ότι «ο τονισμός εισήχθη κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, ό¬ταν οι υπόδουλοι λαοί υποχρεώθηκαν να μά¬θουν την Ελληνική γλώσσα, για να προφέρουν σωστά τις λέξεις». Βεβαίως αυτό όμως τυπικά. Ουσιαστικά, η υποχρέωση αυτή προέκυψε, όχι για να μάθουν ελληνικά οι βάρβαροι, αλλά ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΕΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Οι σοφοί Αλεξανδρινοί, δηλαδή, διέβλεπαν πως η γλώσσα, μετά από την κατάκτηση τής Ασίας κινδύνευε να χαθεί από το πλήθος των βαρβάρων και της πολυπληθούς «γλωσσικής βαβυλωνίας» που προέκυπτε, γι’ αυτό και εργάσθηκαν, με αγάπη και σεβασμό προς τον Άνθρωπο και τον Έλληνα, προκειμένου να διασωθούν έως τις ημέρες μας οι σωστές και ορθές γραφές τού λόγου. Προς τούτο και ο πολυτονισμός, που χρησιμοποιείται συνεχώς και ανελλιπώς εδώ και 2300 χρόνια, πολύ περισσότερα από όσα χρησιμοποιείτο η κεφαλαιογράμματη γραφή.

Ισχυρίζοντο ακόμη ότι τα πνεύματα και οι περισπωμένες δεν έχουν σήμερα πρακτική αξία, ή γλωσσολογική σημασία, ενώ τούτο είναι λάθος. Σήμερα και τα δύο έχουν και γλωσσολογική και πρακτική αξία. Γλωσσολογικώς π.χ. άλλο είναι η «ώρα με ψιλή (=φροντίδα)» και άλλο η ώρα με δασεία, που είναι η ώρα και η εποχή! Η δασεία επίσης πρακτικώς έχει μεγίστη σημασία, διότι χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να εξηγήσουμε συνθέσεις λέξεων, (όπως π.χ. υφυπουργός και όχι υπυπουργός, «αυθημερόν» και όχι «αυτημερόν»).

Όποιος δεν έχει αντιληφθεί ότι η ιστορική ορθογραφία, η οποία κατεργήθη έχει ως βασικό πυλώνα της το πολυτονικό, τότε δεν έχει αντιληφθεί το σχέδιο το οποίο υπάρχει στα λόγια του Κίσσιγκερ, πού υποτίθεται πως ... εφαρμόζονται, όμως, κατά γράμμα!

Όσον αφορά τις θέσεις των πραγματικών διανοουμένων, αναφέρω όχι τους Νομπελίστες Σεφέρη και Ελύτη αλλά τον Ακαδημαϊκό Νικηφόρο Βρεττάκο, που τόνισε ότι «παραγνωρίσθηκαν οι λόγοι που επέβαλαν στους Αλεξανδρινούς χρόνους, την καθιέρωση των τόνων, οι οποίοι ισχύουν και σήμερα. Πολλές φορές, τα γραπτά μου», είπε ο Βρεττάκος, «δεν διαβάζονται σωστά όταν τυπώνονται στο μονοτονικό». Και οι λόγοι, είναι αυτοί που αναφέραμε.

Ο δε Κορνήλιος Καστοριάδης, ο σπουδαίος νεοέλληνας φιλόσοφος, είχε δηλώσει... «...Αν δεν θέλετε, κύριοι του υπουργείου, να κάνετε φωνητική ορθογραφία, τότε πρέπει να αφήσετε τους τόνους και τα πνεύματα, γιατί αυτοί που τους βάλανε ξέρανε τι κάνανε. Δεν υπήρχαν στα αρχαία ελληνικά, γιατί απλούστατα υπήρχαν μέσα στις ίδιες τις λέξεις. Αυτοί, ο Κριαράς και οι άλλοι, τα κτήνη τα τετράποδα που έκαναν αυτές τις μεταρρυθμίσεις - αυτό παρακαλώ να γραφή στις εφημερίδες - δεν ξέρουν τι είναι γλώσσα. ... Η κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας, που είναι τελικά η κατάργηση της συνέχειας. Ήδη, τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων ελληνικών. Δηλαδή, πάμε να καταστρέψουμε ο,τι κτίσαμε. Αυτή είναι η δραματική μοίρα του σύγχρονου ελληνισμού».

Για «κίνδυνο φωνητικής ορθογραφίας», λοιπόν, ομιλεί ο Καστοριάδης. Για «παρανόηση των λόγων που επέβαλαν στους Αλεξανδρινούς χρόνους, την καθιέρωση των τόνων, οι οποίοι ισχύουν και σήμερα», ομιλεί ο Βρεττάκος. Για «...επιχείρηση αντικατάστασης του ελληνικού αλφαβήτου των 2.500 και πλέον χρόνων με το λατινικό» είχε ομιλήσει η Ακαδημία Αθηνών από το 2001. Σήμερα αυτά τα βλέπουμε ως έργο των συγχρόνων βαρβάρων και των εδώ πολιτικών φερεφώνων τους.

Όπως και να ’χει το θέμα, σήμερα τα πράγματα είναι σαφή. Τα παιδιά δεν έχουν δυνατότητα ανάγνωσης, κατανόησης κ.λπ. λόγω καταργήσεως του επί 2300 χρόνια παραδοσιακού τονικού συστήματος! Κι εμείς αδιαφορούμε, αποχαυνωμένοι από την τουρκοσηριαλική λαγνεία!