Saturday, January 10, 2015
ΤΖΑΟΥΧΑΡ ΑΛ ΣΕΣΙΛΙ ΑΛ ΡΟΥΜΙ (Ο άγνωστος Έλληνας πολέμαρχος της Ανατολής και ιδρυτής του Καΐρου)
Του Ιωάννου Σ. Φουρτούνα
Καθηγητού Παν/μίου Al Azhar Καΐρου
Υπάρχουν άγνωστοι ελληνικής καταγωγής πολέμαρχοι ευεργέτες και ήρωες, διαφωτιστές λαών και μύστες των απόκρυφων γνώσεων, των οποίων αγνοούμε και σήμερα, όχι μόνον τα θαυμαστά ανά την υφήλιο κατορθώματά τους, αλλά κι αυτήν την ίδια την ύπαρξή τους.
Ένας από αυτούς τους ημιθέους, άγνωστος στο ελληνικό λαό, είναι και ο Jawhar Al Seqilli, αρχιστράτηγος των δυνάμεων της δυναστείας των Φατιμιδών, που έζησε τον 10 αι. και δραστηριοποιήθηκε στη Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική. Το πλήρες όνομά του είναι Abul Hussain Jawhar(1) bin Abdoullah/ Al Seqilli /Al Saqlabi /Al Katib Al Rumi/ Al Qaid και σημαίνει ο Τζάουχαρ ο γιος του Αμπντουλάχ από το γένος ή την φαμίλια του Χουσεΐν(2). Το Al Saqlabi σημαίνει τον προερχόμενο από σκλαβιά(3), Al Katib Al Rumi ήτοι ο Γραμματικός ο Ρωμηός (Έλληνας), καθώς υπηρέτησε ως γραμματέας του Χαλίφη και ήταν γνωστή η ελληνική καταγωγή του. Έχει δε και την προσωνυμία Al Qaid= αρχηγός/ στρατηγός, ως αρχιστράτηγος.
Η ονομασία του Jawhar Al Seqilli (Τζάουχαρ ο Σικελός) του αποδόθηκε γιατί κατάγεται από το νησί της Σικελίας, στο οποίο γεννήθηκε στις αρχές του 10ου αι., ενώ λίγα είναι γνωστά από την νεανική ζωή του, όπως ότι ήταν χριστιανός και πουλήθηκε ως σκλάβος στα παζάρια της Τύνιδας.
Κατ’ εκείνην την περίοδο το νησί ήταν κάτω από την κυριαρχία των Αράβων, καθώς η Βυζαντινή αυτοκρατορία έχοντας εμπλακεί σε άλλους πολέμους προς τον Βορά δεν μπορούσε να υπερασπισθεί τα νότια σύνορά της. Έτσι έχουμε τη δημιουργία αραβικών εμιράτων, όπως τα εμιράτα της Σικελίας και της Κρήτης(4). Οι Άραβες εισέβαλλαν το 827 στη Σικελία προερχόμενοι από τη Βόρειο Αφρική. Το νησί το κατοικούσε ένα ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων αλλά, παρά το κοσμοπολίτικο χαρακτήρα του και τις αλλεπάλληλες κατακτήσεις, ακόμη και κατά τον 10ο αι. εξακολουθούσε να παραμένει ένα βυζαντινό νησί.
Έλληνας με καταγωγή από την Σικελία
Από μία ελληνίδα χριστιανή, αλλά σε καθεστώς δουλείας γεννήθηκε στις αρχές του 10ου αι., πιθανώς γύρω στα 910, στη δυτική Σικελία ο Jawhar και εξισλαμίστηκε διά της βίας, αν και ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ήδη είχε μεταστραφεί στον ισλαμισμό ο πατέρας του και ότι ο Jawhar ήδη γεννήθηκε μουσουλμάνος.
Ο Saunders αναφέρει ότι «κάτω από την διοίκηση του Mu’izz (955-975) οι Φατιμίδες έφθασαν στο απόγειο της δόξας τους. Είχε στην υπηρεσία του έναν από τους μεγαλύτερους στρατηγούς της εποχής του, τον Jawhar al-Rumi, έναν Έλληνα σκλάβο, το καλύτερο πλεονέκτημα για τις κατακτήσεις του», ο Collomb R. μιλά για «έναν Έλληνα μισθοφόρο γεννημένο στη Σικελία», ενώ στην έκδοση του Harcourt Press «The Mainstream of Civilization» αναφέρεται: «ο αρχιτέκτονας του στρατιωτικού συστήματός του ήταν ένας στρατηγός με το όνομα Jawhar, ένας εξισλαμισμένος ελληνικής καταγωγής σκλάβος, που έφερε εις πέρας την κατάκτηση της Βόρειας Αφρικής και στη συνέχεια της Αιγύπτου".
Ο Raymond A. στο βιβλίο του «Cairo» γράφει ότι « ο Al Mu'izz (953 έως 975) βρήκε μια δεύτερη ευκαιρία με τον αλλοεθνή Έλληνα Jawhar και τις βελτιωμένες συνθήκες για να κατακτήσει την Αίγυπτο», ενώ ο. Ο Mirza N. «Syrian Ismailism» γράφει ότι « ο Τζάουχαρ ήταν Έλληνας σκλάβος» και η Watterson B. υπογραμμίζει «το 969 μ.Χ. ένας φατιμιδικός στρατό 100.000 ανδρών εισήλθε στην Αίγυπτο, με επικεφαλής τον μεγαλύτερο στρατηγό της εποχής, τον Gohar al-al-Siqilli Rumi, του οποίου το όνομα καθιστά σαφές ότι ήταν σκλάβος χριστιανικής προελεύσεως, το Al-Siqilli δείχνει ότι είναι Σικελός και το al-Rumi ότι είναι Έλληνας».
Ο Γιαλουράκης γράφει για ένα ελληνόπουλο αρπαγμένο από νησί του Αιγαίου. Επειδή το όνομα Abdoullah του πατέρα του δίδονταν σε νεοφώτιστους μας βάζει την υπόνοια ότι εξισλαμίστηκε όντας παιδί και μετά πήγε στη Σικελία. Άλλωστε κατ’ εκείνη την εποχή τα πράγματα ήταν πολύ ρευστά με την πειρατεία να μαίνεται σε όλη την έκταση του Αιγαίου. Στην εργασία δε του Khan «The Great Ismaili heroes» αναγράφεται ότι «ο Τζάουχαρ ήταν ένας ευρωπαίος Μαμελούκος ελληνικής καταγωγής - οι Άραβες ιστορικοί ονομάζουν έτσι τους δυτικούς βυζαντινούς ρωμηούς-, με την έννοια ότι ήρθε σαν σκλάβος στην Qayrwan, τότε πρωτεύουσα της Φατιμιδών στην Βορειοδυτική Αφρική".
Ο σκλάβος που έγινε αρχιστράτηγος
Η πόλη Qayrwan ήταν εκείνη την εποχή κέντρο γραμμάτων και τεχνών και αυτό συνετέλεσε στην μόρφωσή του. Ιδρύθηκε από τους Άραβες περί το 670 για ν’ αποτελέσει σταθμό στην κατάκτηση της Δύσης, αλλά κατά την περίοδο του χαλίφη Mu'awiya, που βασίλεψε μεταξύ των ετών 661 και 680 έγινε ένα σημαντικό κέντρο για το Ισλάμ και τη γνώση του Κορανίου προσελκύοντας μεγάλο αριθμό επιστημόνων απ’ όλο τον κόσμο.
Ο χαλίφης Ismail al-Mansur τον πήρε υπό την κηδεμονία του ως προσωπικό βοηθό, ενώ ο γιος του Ismael Al Mu'izz του χάρισε την ελευθερία και τον έκανε γραμματέα του, γνωστός έκτοτε ως « Jawhar al - Katib » (Τζάουχαρ ο Γραμματικός). Η αλήθεια είναι ότι ο Al Mu'izz Al Mansur είδε την ιδιοφυΐα του Τζάουχαρ πολύ πριν την ανάληψη της εξουσίας του και η θέση του γραμματέα του δόθηκε ως ενός έξυπνου και έμπιστου προσώπου και σαν μία αρχή ν’ ανέβει ψηλότερα. Ο Ismael βλέποντας τις σπάνιες ικανότητές του, που συνδυάζονταν και με μια σπάνια μόρφωση, ανεβίβασε τον παιδικό του φίλο στη θέση του Βεζύρη και Διοικητή των δυνάμεων. Έχοντας τα σκήπτρα του στρατού ως αρχιστράτηγος με την σύγχυση που συνέβαινε τότε στο σουννιτικό κόσμο εδραίωσε και επέκτεινε το χαλιφάτο κατακτώντας όλη την βόρειο Αφρική και τμήμα της Μέσης Ανατολής.
Η κατάκτηση της Βορειοδυτικής Αφρικής (Αφρικίγιας)
Ο Τζάουχαρ είχε στο στρατό του δεκάδες χιλιάδων στρατιώτες, αλλά και διάφορες φυλές και κατοίκους δυτικών περιοχών, κυρίως από το Μαρόκο, ενώ στις μάχες ήταν φοβερός και ακαταμάχητος σκορπώντας τον φόβο στους αντιπάλους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα δεν υπάρχει από τον Amir Al Mominir, που αυτοανακηρύχθηκε αρχιστράτηγος με τον τίτλο του Shakir Billah συγκεντρώνοντας όλους τους εναντιωμένους, όμως στο πεδίο της μάχης και προτού καν δοθεί το έναυσμα για το ξεκίνημα της σύγκρουσης εξαφανίστηκε πανικόβλητος!… Ο Τζάουχαρ τον κυνήγησε και μετά τη σύλληψή του τον φυλάκισε, ενώ οι Ουμαγιάδες της Κόρντοβα μόλις και μπόρεσαν να διατηρήσουν τον έλεγχο στα σημαντικότερα οχυρά τους, την Θέουτα γενέτειρα του Abdullah al Idrisi και την Ταγγέρη.
Κατευθύνεται με τις δυνάμεις του προς το δυτικό άκρο και μετά από σκληρές μάχες κατακτά μία πόλη μετά την άλλη, μέχρι που είχε φτάσει πλέον στις ακτές του Μαρόκου, οπότε και παρήγγειλε να σταλεί τον Χαλίφη ένα καλάθι με ψάρια, σημάδι ότι είχε κατακτήσει όλες τις πόλεις και είχε οδηγήσει τα νικηφόρα στρατεύματα στις ακρογιαλιές του Ατλαντικού ωκεανού.
Έτσι ο Τζάουχαρ στερέωσε την κυριαρχία των Φατιμιδών στο Μαρόκο και την δυτική Αφρική, απέκτησε δόξα και δύναμη, ως γενικός διοικητής των φατιμιδικών δυνάμεων αποκαλείται πλέον «Al - Qaid» και όταν ο Χαλίφης αποφασίζει να εισβάλει στην Αίγυπτο, είναι φυσικό να αναθέσει σ αυτόν την ευθύνη της όλης εκστρατείας.
Η κατάκτηση της Βορειοανατολικής Αφρικής
Ο Τζάουχαρ έκαμε συνθήκη με τον Βεζύρη της Αιγύπτου, με την οποία διασφαλίζονταν στους σουνίτες η ελευθερία της θρησκείας, ώστε να συναντήσει μικρή αντίσταση. Προετοιμαζόμενος για την εκστρατεία παρήγγειλε να σκάψουν πηγάδια ανά τακτά διαστήματα και στρατόπεδα, συνέλλεξε πολλά χρήματα σε 1200 σεντούκες για τις δαπάνες του πολέμου, προσέλαβε ικανότατα στελέχη και συγκέντρωσε από εκατό χιλιάδες ιππείς, ενώ είχε χαρίσει αφειδώς δώρα και τιμητικές διακρίσεις τους αξιωματικούς του.
Ενώ ασθενούσε βαριά κατά τη διάρκεια των προετοιμασιών, τον επισκέφτηκε περίλυπος ο φίλος του Al Mu'izz, προφήτευσε ότι η Αίγυπτος θα έπεφτε μόνον με τον Τζάουχαρ, ενώ σε όλο το διάστημα της αναρρώσεως τον επισκέπτονταν καθημερινά και συνομιλούσε μαζί του.
Πριν την αναχώρηση του στρατού ο Αλ-Mu'izz μίλησε στις πολεμικές φυλές που συμμετείχαν στην εκστρατεία λέγοντας μεταξύ άλλων: «Θα πράξουμε αυτά που είπαμε και θα πετύχουμε το σχέδιό μας, να ελπίζουμε ότι ο Θεός θα διευκολύνει την επίθεση μας στις ανατολικές χώρες, όπως έκανε στα δυτικά τμήματα και το Maghrib με τη συνεργασία σας. Ορκίζομαι στον θεό ότι με τον Τζάουχαρ αρχηγό θα κατακτήσετε την Αίγυπτο και όλες τις πόλεις του κόσμου!».
Ο χαλίφης τέλος κάλεσε τον Τζάουχαρ να κατεβεί κάτω για να του δώσει το χαιρετισμό της αναχωρήσεως, όπως συνηθίζεται με όλα τα υψηλά στελέχη του βασιλείου. Αυτός φίλησε το χέρι του Αλ-Mu'izz και την οπλή του αλόγου του και αφού ανέβηκε στ’ άλογό του, με την άδεια του αφέντη του έδωσε το σύνθημα να ξεκινήσει ο στρατός.
Τη μέρα εκείνη του Φλεβάρη του 969 ο ποιητής των Φατιμιδών lbn-e-Hani Andalusi που ήταν παρών έγραψε σε ένα ποίημά του: «Είδα με τα μάτια μου περισσότερο από ό, τι είχα ακούσει γι αυτό. Και τι μέρα ήταν αυτή η μέρα! Ήταν η πιο φοβερή και εκπληκτική από την ημέρα της αναστάσεως. Το πρωί εκείνης της ημέρας, εμφανίστηκε η μια φρουρά μετά την άλλη, λόγω της πορείας των δυνάμεων, που είχαν κρύψει τον ήλιο να ανατέλλει την ώρα που ανέτειλε».
Η κατάκτηση της Αιγύπτου και της Μέσης Ανατολής
Η Αίγυπτος ήταν από την αρχή ο κύριος στόχος, προσέβλεπαν προς αυτήν σαν μια γόνιμη χώρα, όχι για τα πλούτη της, αλλά για να διασπείρουν την σιιτική προπαγάνδα τους προς τη Συρία και τη Χετζάζη, όμως παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες των άλλων ηγεμόνων δεν κατάφεραν να την κατακτήσουν,
Όμως η διάδοση του σιιτισμού στην Αίγυπτο με ενέργειές τους, η έλλειψη νερού από το Νείλο, που είχε οδηγήσει σε πείνα και λοιμούς, η ραγδαία αύξηση των τιμών και οι κακές κοινωνικές συνθήκες σε συνδυασμό με την εισβολή διαφόρων φυλών από την Παλαιστίνη και την Συρία οδήγησαν τη χώρα σε κοινωνική αναταραχή, το στρατό σε αναρχία και σε έκκληση των πολιτικών προς τον Αl - Mu'izz να επέμβει για να σώσει τη χώρα από τον κίνδυνο του αφανισμού.
O Τζάουχαρ κατακτώντας τα εδάφη και τις χώρες σ΄ αυτή την νικηφόρα επέλασή του προς ανατολάς, έφτασε έξω από την Αλεξάνδρεια όπου και στρατοπέδευσε. Στη συνέχεια χωρίς σημαντική αντίσταση κατέλαβε πρώτα την Αλεξάνδρεια. Μετά την είσοδο του στην πόλη απαγόρευσε τις δηώσεις, λεηλασίες και βιαιοπραγίες και μοίρασε δώρα και τιμητικές διακρίσεις στους στρατιώτες του να αδιαφορήσουν για τα λάφυρα.
Μετά ο Τζάουχαρ ανέβηκε το Δέλτα προς την περιοχή του σημερινού Καΐρου, όπου το 969 μ. Χ. και μετά από επιτυχή πολιορκία της Γκίζας κατέλαβε όλα τα εδάφη γύρω από τον Νείλο. Με βάση τη συμφωνία της εκεχειρίας ο κυβερνήτης του Φουστάτ του παραχώρησε όσα είχε ζητήσει, αλλά όταν κινήθηκαν οι δυνάμεις του να μπουν στην πόλη στις 6 Ιουλίου του 969, μία μερίδα του λαού που ήταν αντίθετη στην εκεχειρία αντιστάθηκε. Στη πρώτη σύγκρουση ηττήθηκαν κατά κράτος, παρ’ ολ’ αυτά ο Τζάουχαρ τους χορήγησε πλήρη αμνηστία. Στη συνέχεια ο νικηφόρος στρατός εισήλθε θριαμβευτικά στην πόλη παρουσιάζοντας ένα θαυμάσιο θέαμα με τα τύμπανα, τα λάβαρα και τις πολεμικές σημαίες τους σύμφωνα και με την προφητεία του Χαλίφη.
Μέσα σε ένα τρίμηνο ο Τζάουχαρ κατέλαβε τις εύφορες πεδιάδες στα βόρεια του Φουστάτ και έγραψε μία επιστολή προς τον Χαλίφη al - Mu'izz ενημερώνοντάς τον για την κατάκτηση της Αιγύπτου. Μ’ αυτόν τον τρόπο καταλύθηκε η δυναστεία των Ιχσιδιδών. Όμως η κατάληψη της Αιγύπτου ήταν το πρώτο βήμα των Φατιμιδών για την εξάπλωση της επιρροής τους στην Συρία, την Παλαιστίνη και την Χετζάζη της Αραβίας, πράγμα που θα το επεδίωκαν πολύ σύντομα.
Η δράση του Τζάουχαρ ως Κυβερνήτου της Αιγύπτου
Μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου ο Τζάουχαρ συνέχισε να κυβερνά τη χώρα για 4 σχεδόν χρόνια, μέχρις ότου ο Χαλίφης al - Mu'izz καταφθάσει στην Αίγυπτο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, Τζάουχαρ έβαλε τις βάσεις της νέας πολιτικής διακυβερνήσεως. Διατήρησε στις θέσεις τους πολλούς από τους σουνίτες που ήταν σε σημαντικά πόστα διορισμένοι, μεταξύ αυτών τον Βεζύρη και τον αρχιδικαστή της πόλεως, ενώ παράλληλα τοποθέτησε μεταξύ των παλαιών κρατικών λειτουργών και υπαλλήλων της χώρας νέα πρόσωπα από το Μαρόκο και τη δυτική Αφρική για ν΄ αποκτήσουν εμπειρίες και να εξοικειωθούν με τη δημόσια διοίκηση, αλλά και να βοηθήσουν στην διάδοση της σιιτικής προπαγάνδας. Άλλαξε και όλους τους σεΐχηδες των τζαμιών, διόρισε μια δικαστική αρχή ειδική για την παραβίαση του σιιτικών νόμων και κράτησε ένα δικαστήριο για τον εαυτό του, όπου κάθε Κυριακή δίκαζε παρουσία των ουλεμάδων και των μεγάλων σοφών ακούγοντας τα παράπονα των ανθρώπων, ενώ ό ίδιος έπαιρνε τις τελικές αποφάσεις.
Κατά τη στιγμή της κατάκτησης η Αίγυπτος διέρχονταν μια περίοδο πείνας και λοιμών και ο Τζάουχαρ προκειμένου να το διαχειριστεί σωστά είχε εισαγάγει νέο σύστημα με το διορισμό ενός επιστάτη των βαρών για τη μέτρηση των τροφίμων και τον έλεγχο του εμπορίου με στόχο της ισορροπία των τιμών και τον έλεγχο στη νόθευση των τροφίμων. Εισήχθησαν νέες γεωργικές μέθοδοι, σύμφωνα με τις οποίες οι γεωργοί ενθαρρύνονταν να αναπτύξουν νέες καλλιέργειες. Είχε επίσης προβεί σε αναπροσαρμογή της αξίας των εκτάσεων και όρισε ειδικούς εισπράκτορες για τη συλλογή των φόρων, έτσι, ώστε τα ποσά των φόρων να έχουν αυξηθεί σημαντικά όταν έφτασε ο Mu'izz και οι συνθήκες να έχουν κατά πολύ βελτιωθεί.
Η ίδρυση της μεγάλης πόλεως του Καΐρου
Στις 6 Ιουλίου 969, όταν ο Τζάουχαρ εισήλθε στο Fustat και έχοντας στρατοπεδεύσει στη βόρεια πλευρά του, εκείνο ακριβώς το βράδυ φέρεται να έσυρε ο ίδιος τις γραμμές της νέας πόλεως και να έθεσε τον θεμέλιο λίθο της πρωτεύουσας της Al - Qahira (=Κάιρο) επάνω σε μια μικρά και ασήμαντο πολίχνη, που υπήρχε εκεί.
Σύμφωνα με τα σχέδια του Έλληνα Διοικητή της Αιγύπτου το σχήμα του ήταν ορθογώνιο, το πλάτος του περίπου 1200 μέτρα και απλώθηκε σε 340 στρέμματα γης, εκ των οποίων τα 70 στρέμματα που καταλαμβάνει το μεγάλο ανάκτορο. Μια εκτεταμένη περιοχή κρατήθηκε για κήπους και πάρκα, περίπου 200 στρέμματα διανεμήθηκαν μεταξύ των ανθρώπων του στρατού και τέσσερα για τις δυνάμεις της τάξεως.
Ισχυρό τείχος περιέβαλλε την πόλη από όλες τις πλευρές ενώ είχαν υπήρχαν επτά σιδερένιες πύλες, για προστασία από επιδρομές.
Στη βόρεια πλευρά του ήταν η πύλη του Nasr, στο νότιο τμήμα της ήταν η πύλη Zwelia, στην ανατολική του ήταν οι πύλες Barqiya και Mahruq και στη δυτική οι πύλες Saadat, Faraj και Khokhal.
Ο πληθυσμός της πόλεως μέσα στην επόμενη εικοσαετία έγινε σιιτικός, αυξήθηκε πολύ και χτίστηκαν πολλά όμορφα σπίτια. Όταν η Sayyidna Nasir Khursaw, μία ισμαηλίτιδα ιεραπόστολος επισκέφτηκε το Κάιρο το 1047, είχε δει πολλά διώροφα κτίρια, καταστήματα, ισλαμικά ιεροδιδασκαλεία, khanas taam (είδος εστιατορίων), χαμάμ (δημόσια λουτρά) κ.ά.
Ο Τζάουχαρ έχτισε σε ανοιχτό χώρο στην ανατολική πλευρά της πόλης κοντά στο Φουστάτ το παλάτι για τον Χαλίφη, το Qasaral-Mu'izziya (το κάστρο του Μουέζ). Ήταν ένα ευρύχωρο κάστρο με θαυμάσια θέα, με πολλές δεκάδες δωμάτια με χρυσές πόρτες, αποθήκες όπλων και πυρομαχικών, ειδικό κτίσμα με το θησαυρό του Χαλιφάτου και πανέμορφες πύλες, ενώ μπροστά του ήταν το Sahan, ένας ανοιχτός χώρος, όπου ο στρατός το χρησιμοποιούσε τις επίσημες μέρες για την παρέλαση.
Η ίδρυση του περιφήμου τζαμιού «Αλ Άζχαρ»
Ένα έτος μετά την ίδρυση του Καΐρου το 970 μ.Χ. ο Τζάουχαρ έδωσε εντολές για την κατασκευή του τεμένους του Al Azhar, ένα όμορφο κτίριο, που δεν απέχει πολύ από το "Μεγάλο Κάστρο", το παλάτι του Αλ Μουέζ και που σώζεται πάνω από χίλια χρόνια.
Είχε αισθανθεί την ανάγκη οικοδομήσεως ενός σιιτικού τζαμιού ως κεντρικού τζαμιού της Αιγύπτου. Στις 4 Απριλίου άρχισε η κατασκευή του στη νέα ακρόπολη, ενώ το τέμενος άνοιξε τις πύλες του στις 22 Ιουνίου του 972 με τις πρώτες προσευχές της Παρασκευής να γίνονται την ίδια.
Το 973 το τζαμί αναγνωρίστηκε από τον Χαλίφη ως το επίσημο τζαμί του Καΐρου. Ο Al- Mu’ izz και ο γιος του θα κηρύττουν τουλάχιστον μία Παρασκευή κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού στο Al- Azhar.
Οι νέοι Χαλίφηδες επισκευάζουν και συντηρούν το τζαμί έως τον Χαλίφη Al-Hakim, με τον οποίο ολοκληρώθηκε το νέο τζαμί και το Al-Azhar περιέπεσε σε δευτερεύουσα μοίρα. Τον Μάιο του 1009 το τζαμί του Al-Hakim έγινε ο μοναδικός τόπος για τα κηρύγματά του Χαλίφη.
Από τον 12 αι. με τη δυναστεία των Αγιουπιδών το τζαμί παραμελείται ως σιιτικό οικοδόμημα, επισκευάζεται και εγείρεται ένας μιναρές από τους Μαμελούκους, όμως από την οθωμανική προσάρτηση του 1517 και μετά και παρά το χάος που προκλήθηκε από τον αγώνα τους για τον έλεγχο της πόλης, οι Τούρκοι έδειξαν μεγάλο σεβασμό προς το τζαμί και το κολέγιό του και από τον 18 αι. που ήταν σε οικονομική άνθιση, υποστήριξαν πολλές ανακαινίσεις του al-Azhar.
Η ίδρυση του αρχαιοτέρου παν/μίου της Ανατολής
Ο Τζάουχαρ το ίδιο έτος ίδρυσε το πανεπιστήμιο Al-Azhar, με σκοπό τη διάδοση του ησμαηλιτικού σιιτισμού. Οι σπουδαστές μελετούσαν το Κοράνι και τον ισλαμικό νόμο, τη λογική, τη γραμματική, τη ρητορική και πώς να υπολογίσει κανείς τις φάσεις της σελήνης.
Ακόμη και στις μέρες μας συγκεντρώσει φοιτητές από όλο τον κόσμο, έχει επιβιώσει ως ένα σύγχρονο πανεπιστήμιο, συμπεριλαμβανομένων και κοσμικών μαθημάτων του αναλυτικού προγράμματος.
Θωρείται από τους μουσουλμάνους ως το αρχαιότερο πανεπιστήμιο του κόσμου και είναι πράγματι η Οξφόρδη της Ανατολής, με το αγγλικό πανεπιστήμιο να είναι κατά δύο αιώνες νεώτερο!
Βέβαια δεν είναι το αρχαιότερο πανεπιστήμιο, καθώς πολύ προ αυτού υπάρχουν άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα, που οι ίδιοι οι Φατιμίδες ίδρυσαν στην δυτική Αφρική, αλλά αρχαιότερο και αυτών είναι το βυζαντινό πανεπιστήμιο της Μαγναύρας του 5 αι. μ Χ.
Το Al-Azhar σύντομα έγινε το επίκεντρο εκμαθήσεως στον ισλαμικό κόσμο, οι επίσημες εκδηλώσεις και οι συνεδριάσεις του δικαστηρίου συγκαλούνταν εκεί και από εκεί έβγαιναν οι αποφάσεις. Σύμφωνα με τον φατιμιδικό κανόνα, οι προηγουμένως ιεροκρύφιες διδασκαλίες του σιιτισμού άρχισαν να διατίθενται στο ευρύ κοινό, ενώ μαθήματα διδάσκονται στο παλάτι του Χαλίφη, καθώς και στο al-Azhar, με ξεχωριστές συνεδρίες διαθέσιμες για τις γυναίκες.
Ο Yaqub ibn Killis πολυμαθής, νομικός και ο πρώτος επίσημος βεζίρης των Φατιμιδών έκανε το al-Azhar βασικό κέντρο για τη διδασκαλία του ισλαμικού νόμου το 988. Το επόμενο έτος, 45 μελετητές είχαν προσληφθεί για να δώσουν μαθήματα, θέτοντας τα θεμέλια για το ότι θα γίνει το κορυφαίο πανεπιστήμιο στον μουσουλμανικό κόσμο.
Όμως, όταν εφαρμόστηκε η πολιτική ιδρύσεως πολλών ιεροδιδασκαλείων σε όλη την έκταση της πρωτεύουσας, το Al-Azhar έχασε τον τίτλο του πρώτου ιεροδιδασκαλείου επί Al-Hakim. Καταστράφηκε η βιβλιοθήκη του, που ήταν προικισμένη από τον Χαλίφη των Φατιμιδών το 1005 με χιλιάδες χειρόγραφα, που αποτέλεσαν και τη βάση της συλλογής του. Τα περισσότερα χάθηκαν με τη πτώση του φατιμιδικού Χαλιφάτου, ενώ λίγο αργότερα το Al-Azhar μεταβλήθηκε σε σουνιτικό ίδρυμα.
Μπήκε σε νέες περιπέτειες με την επικράτηση της δυναστείας των Αγιουπιδών, ενάντιας στο σιιτισμό και στη διδασκαλία με βάση τις αρχές των σιιτών, που ανέπτυξε το Al-Azhar, ενώ εφαρμόστηκε ένα εκτεταμένο σχέδιο ανοικοδομήσεως ιερατικών σχολών (των μεντρεσέδων) σε κάθε μεγάλη πόλη για τη διδασκαλία της σουνιτικής θεολογίας. Το κέντρο διδασκαλίας στο τζαμί υπέστη επιπλέον ζημιές και ήταν εντελώς παραμελημένο, μακριά από την παλαιά δόξα του.
Αυτό άλλαξε με την κυριαρχία των Μαμελούκων γιατί πλέον με το πέρασμα του καιρού το Αλ Άζχαρ δεν συνδέονταν πια με την σιιτική φατιμιδική θεολογία και θεωρήθηκε ένας ναός του πνεύματος και ένα κέντρο γραμμάτων, έγινε και πάλι ισχυρό και ένδοξο και μέχρι το 14ο αι., είχε επιτύχει μία διαπρεπή θέση ως κέντρο για σπουδές στη νομική, τη θεολογία, και την αραβική γλώσσα, ένα σημαντικό κέντρο εκπαιδεύσεως για τους φοιτητές σε όλο τον ισλαμικό κόσμο.
Ο Τζάουχαρ ως αντιβασιλέας Αιγύπτου και κατακτητής της Μ. Ανατολής
Ο Τζάουχαρ μέσα σε τρία χρόνια κατέκτησε την Αίγυπτο (969), ίδρυσε τη νέα πρωτεύουσα, το Κάιρο (970) το περίφημο τζαμί Αλ Άζχαρ (971), ως και το πανεπιστήμιο Αλ Αζχαρ, που άρχισε να λειτουργεί από το επόμενο έτος (972).
Αυτή η τάση του Τζάουχαρ εναρμονίζεται πλήρως με τη γενικότερη πολιτική των Φατιμιδών, μιας δυναστείας, που η ιστορία της είναι στη πραγματικότητα η ιστορία της γνώσεως, της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας.
Οι Αλ Ρούμι επεξέτεινε τα σύνορα του Χαλιφάτου και προς τις χώρες της Μ. Ανατολής σε μια εποχή που οι Καρμάτιοι εισέβαλλαν ακάθεκτοι σε όλη την περιοχή. Υπό την αρχηγία του κατελήφθη η Παλαιστίνη και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η περιοχή της Συρίας τέθηκε υπό τον έλεγχο των Φατιμιδών, αλλά το χάος και ο πόλεμος των διαφόρων φυλών εξανάγκασε τον Τζάουχαρ να οπισθοχωρήσει, μετά από την μη επιτυχή έκβαση μιας μάχης κοντά στη Δαμασκό. Οι Καρμάτιοι με βάση την Συρία επιτέθηκαν στην Αίγυπτο, εισέβαλλαν στην χώρα, αλλά ο Τζάουχαρ είχε το σθένος και τη δύναμη να την υπερασπιστεί αποτρέποντας τις επιθέσεις τους και νικώντας τους σε μια αποφασιστική μάχη βόρεια του Καΐρου στις 22 Δεκεμβρίου του 970, ενώ έστειλε μία πρεσβεία στη χριστιανική γη της Νουβίας, επιτυγχάνοντας μια σημαντική συνθήκη στρατηγικής σημασίας προς εξασφάλιση των νότιων συνόρων.
Ο Τζάουχαρ περιέπεσε σε δυσμένεια με τον Αλ – Mu’izz, και έχασε την αρχιστρατηγία, αλλά με τον διάδοχό του Σουλτάνου αλ - Αζίζ ( 975-996 ), ωστόσο, για την ανάδειξή του θρόνο του οποίου έπαιξε σημαντικό ρόλο, αποκαταστάθηκε και απόκτησε και πάλι την παλιά του αίγλη.
Διετέλεσε αντιβασιλέας μέχρι το 979 και πέθανε την 1η Φεβρουαρίου του έτους 992.
Ο προσφορά στον πολιτισμό ενός μεγάλου στρατηλάτου
Ο Γκοχάρ Ελ Ρούμι δεν υπήρξε μία απλή παρένθεση στην ιστορία των Φατιμιδών και μία απλή σελίδα στο βιβλίο της αραβικής ιστορίας, αλλά άφησε ανεξίτηλο το πέρασμά του, επιβίωσαν τα μεγαλόπνοα έργα του και η κληρονομιά του ουδέποτε θα ξεχαστεί.
Ήταν συνειδητοποιημένος Έλληνας, ήξερε την καταγωγή του και πονούσε για το υπόδουλο γένος του. Μπήκε στην Αίγυπτο ως απελευθερωτής, σαν εκείνο τον άλλον Έλληνα, τον Αλέξανδρο τον Μέγα, που και αυτός είχε την υποδοχή από τους λαούς ως απελευθερωτής, ο μεν μέγας στρατηλάτης σώζοντάς τους από τον σκληρό ζυγό των Περσών, ο δε νέος στρατηλάτης από την τυραννία των Αχσιδών.
Ως αρχιστράτηγος των Φατιμιδών κατέκτησε αήττητος όλη την Δυτική Αφρική, εξεστράτευσε προς ανατολάς κατακτώντας στο πέρασμά του τη μία χώρα μετά την άλλη, την Αλγερία και την Αίγυπτο, άλωσε την Αλεξάνδρεια και μπήκε νικηφόρος στη πρωτεύουσα της Αιγύπτου Φουστάτ, κατέκτησε την Παλαιστίνη και κατέλαβε τη Συρία, κατακτώντας εδάφη, που εκτείνονταν από τον Ατλαντικό ωκεανό μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα.
Το αγόρι των σκλάβων που πουλήθηκε στα παζάρια της Αφρικής σε ξένη γη, έμαθε τη γλώσσα της, κέρδισε την ελευθερία του, αναδείχτηκε σε αρχιγραμματέα του Χαλιφάτου, ανέβηκε ένα ένα τα ανώτατα κλιμάκια της στρατιωτικής και πολιτικής ιεραρχίας, στρατιωτικός σύμβουλος του Χαλίφη και τελικά Βεζύρης και Αντιβασιλέας της Αιγύπτου, απόκτησε τη μεγαλύτερη – μετά τον Χαλίφη - δύναμη επί της γης, κατέλαβε τεράστιες εκτάσεις, αχανείς χώρες και πολλούς λαούς. Ωστόσο, η μεγαλύτερη κληρονομιά αυτού του ελάχιστα γνωστού Σικελού παραμένει η μαγευτική πόλη του Καΐρου και το χιλιόχρονο και φημισμένο πανεπιστήμιο του Αλ Άζχαρ.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment