ήτοι
ΟΤΑΝ ΕΙΣΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ
ΜΠΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΒΙΑΖΗΣ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
Του Ἀντωνίου Ἀ. Ἀντωνάκου
Καθηγητοῦ - Φιλολόγου
Ἱστορικοῡ – Συγγραφέως
Πολὺς λόγος γίνεται τὰ τελευταῖα χρόνια γιὰ τὴν παιδεία. Τὴν ΕΛΛΗΝΙΚΗ Παιδεία. Γιὰ τοὺς μετέχοντες αὐτῆς... Καὶ φυσικὰ γιὰ τὸ ὑπουργεῖο ποὺ τὴν προστατεύει. Ἂς τὰ ἀναλύσουμε λοιπόν, γιὰ νὰ δοῦμὲ κάποια πράγματα ποὺ ἴσως νὰ διαφεύγουν τῆς προσοχῆς τῶν περισσοτέρων.
Πρῶτα ἀπ’ ὅλα λοιπόν, τὸ Ὑπουργεῖο μας λεγόταν ΥΠ.Ε.Π.Θ., δηλαδὴ «Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων». Ὅμως παρ’ ὅλο ποὺ μιλούσαμε γιὰ Παιδεία, εἴχαμε Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας, Δευτεροβάθμιας καὶ Τριτοβάθμιας Ἐκπαίδευσης. Ἐκπαιδευόμασταν δηλαδὴ σὲ θέματα τὰ ὁποῖα μᾶς βοηθοῦσαν ὄχι νὰ γίνουμε κοινωνοὶ τῆς ἑλληνικῆς ἀνθρωπιστικῆς παιδείας, ἀλλὰ νὰ ἐκπαιδευθοῦμε σὲ κάποιους τομεῖς ποὺ κι αὐτοὶ βέβαια χρειάζονται, ὅπως γραφὴ ἀριθμητικὴ (στὸ δημοτικό), συγκεκριμένες σελίδες γιὰ νὰ περνᾶμε τὶς τάξεις (στὸ γυμνάσιο), νὰ ἐπιτύχουμε στὶς πανελλήνιες ἐξετάσεις (στὸ Λύκειο) καὶ συγκεκριμένα μαθήματα (στὸ Πανεπιστήμιο).
Ὅμως «Παιδεία» κατὰ τὸν μεγάλο γερμανὸ φιλόλογο Werner Jaeger «εἶναι ἡ μόρφωση τοῦ Ἕλληνος ἀνθρώπου». Αὐτὸ γράφει στὸ τρίτομο σύγγραμμά του, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ πλέον σύγγραμμα ἀναφορᾶς στὴν διεθνῆ βιβλιογραφία, τὸ ὁποῖο ἔχει τὸν ἑλληνικώτατο τίτλο «PAIDEIA», μὴ μπορῶντας, ὅπως γράφει ὁ ἴδιος νὰ βρῆ ἄλλη λέξη, ποὺ νὰ ἀποδίδη ἀκριβῶς τὸ νόημα ποὺ ἔδιναν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες.
«Παιδεία» λοιπόν «εἶναι ἡ μόρφωση τοῦ Ἕλληνος ἀνθρώπου». Γιὰ ποιά παιδεία ὅμως ὁμιλοῦμε σήμερα; Γιὰ ἑλληνικὴ σίγουρα ὄχι. Νὰ πάρουμε μήπως τὰ βιβλία τῆς ἱστορίας; Στὸ βιβλίο τῆς Α΄ Λυκείου, οἱ σημαντικώτεροι πόλεμοι τῆς ἱστορίας, οἱ περσικοὶ πόλεμοι, αὐτοὶ ποὺ ἔσωσαν τὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ κατ’ ἐπέκτασιν ὁλόκληρη τὴν Εὐρώπη ἀπὸ τοὺς βαρβάρους ἀναφέρονται στὰ παιδιὰ στὴν ἐκτενέστατη ἀφήγηση τῶν 7 σειρῶν τοῦ σχολικοῦ βιβλίου. Ἡ μάχη τοῦ Μαραθῶνος καταλαμβάνει τὸν ἐκπληκτικὸ χῶρο τῶν 2 καὶ ½½½ γραμμῶν. Ἡ δὲ μάχη τῶν Θερμοπυλῶν καταλαμβάνει κάτι λιγώτερο ἀπὸ μισὴ γραμμή, τοῦ ὀνόματος τοῦ Λεωνίδα συμπεριλαμβανομένου.
Γιατί; Μήπως γιὰ νὰ μὴ παιδεύουμε (ἡ λέξη στὴν κυριολεξία της ἀπὸ τὴν μὴ παροχὴ παιδείας) τὰ παιδιά; Ἢ ὅπως ἄκουσα ἀπὸ προοδευτικὸ (;) συνάδελφο γιὰ νὰ μὴ κάνουμε τὰ παιδιὰ ... πολεμοχαρεῖς φασίστες; (!!!)
Ἂς μὴν ἀναρωτώμεθα λοιπὸν γιατί τὰ παιδιά μας πιστεύουν ὅτι τὸ 1940 πολεμήσαμε τοὺς Τούρκους ἢ ὅτι τὴν σημαία κατέβασε ἀπὸ τὴν Ἀκρόπολη ὁ ... Ἀπόστολος Γκλέτσος.
Κι ἂν αὐτὰ περνᾶνε ἔστω ἀνώδυνα ἢ εὐτράπελα στὴν Γ΄ Λυκείου τὰ πράγματα γίνονται πιὸ σοβαρά! Τί λέει τὸ βιβλίο «νέο νεοταξίτικο βιβλίο ἱστορίας τῆς Γ΄ Λυκείου; (Γραμμὴ Ρεπούση, Δραγώνα, Κουλούρη, Βερέμη, Λιάκου κ.λπ.) Διαβάστε γιὰ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 στὶς παραδουνάβιες ἡγεμονίες, καὶ φρίξτε (σελ. 20)!!!
[«Οἱ «ἁρματωλοί» ἢ «Ἀρναούτηδες», συνιστοῦσαν τὸ «ξένο» στοιχεῖο τῶν δύο Ἡγεμονιῶν, στὶς ὁποῖες ὁ σουλτάνος ἂν καὶ κυρίαρχος δὲν διατηροῦσε στρατεύματα, παρὰ μόνο φρουρὲς στὴν ὑπηρεσία τῶν Τούρκων διοικητῶν. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ «ξένο» στοιχεῖο ἄντλησε ὁ Ὑψηλάντης καὶ οἱ συνεργάτες του τὸ ἀνθρώπινο δυναμικὸ τῆς ἐκστρατείας του. Ἀνομοιογενὲς πλῆθος ἄνω τῶν 6.000 ἀνδρῶν, Μολδαυῶν, Βλάχων, Ἀλβανῶν, Ἠπειρωτῶν, Μακεδόνων, Ἑπτανησίων, Σέρβων, Βουλγάρων, Κοζάκων, ἀκόμη καὶ πολλῶν Οὐλάνων (ἱππέων) ἀπὸ τὶς γερμανικὲς χῶρες, τὴν Πολωνία καὶ τὴν Οὐγγαρία, συνιστοῦσε τὸ ἀρχικὸ στράτευμα. Περίπου 2000 ἦταν Ἕλληνες, ἐκ τῶν ὁποίων 450 ἀποτελοῦσαν τὸν περίφημο Ἱερὸ Λόχο...»]
Καταλαβαίνετε ἀγαπητοὶ συνέλληνες; Μέσα στὸ ἀνομοιογενὲς ἐθνικὸ συνονθύλευμα (Μολδαυῶν, Ἀλβανῶν, Σέρβων, Βουλγάρων, Κοζάκων) βάζει καὶ τὰ ἑλληνικὰ φύλα τῶν Ἠπειρωτῶν, Μακεδόνων, Ἑπτανησίων, Βλάχων, ὡς ξεχωριστὲς ἐθνότητες, ρίχνοντας ἔτσι νερὸ στὸν μύλο τῶν Ἀλβανῶν, Σκοπιανῶν, Ρουμάνων καὶ τῶν ἀνθελληνικῶς αἰτουμένων, προσφάτως, τὴν ἀνεξαρτησία τῆς Κέρκυρας!!! Αὐτοὺς δὲν τοὺς θεωρεῖ Ἕλληνες, ὄχι μόνο ἐπειδὴ τοὺς διαφοροποιεῖ, τοποθετῶντας τους στὴν ἴδια μοῖρα μὲ ἄλλους μὴ Ἕλληνες, ἀλλὰ καὶ διότι λίγο μετὰ καθορίζει τοὺς Ἕλληνες ἀναφέροντας τὴν φράση «περίπου 2000 ἦταν Ἕλληνες, ἐκ τῶν ὁποίων 450 ἀποτελοῦσαν τὸν περίφημο Ἱερὸ Λόχο...». Δὲν λέει «2000 ἀπὸ αὐτούς» ἀλλὰ τοὺς καθορίζει ἁπλῶς ἀριθμητικῶς...
Αὐτὴ εἶναι ἡ «ἀνθ-ελληνική» ἱστορία, ἡ ὁποία διδάσκεται μέσῳ τῆς «ἑλληνικῆς» (ὑποτίθεται) παιδείας, ἐκ-παιδεύοντας τὰ ἑλληνόπουλα σὲ νεοταξίτικες θεωρίες. Ὁ πολίτης Παναγιώτης Παπαγαρυφάλου, Καθηγητὴς τῆς Παντείου, στὸν πρόλογό του γιὰ τὸ ἔργο τοῦ πρώην Πρωθυπουργοῦ Ἀ. Παπαναστασίου «Ο ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ» (ἐκδ. ΚΑΔΜΟΣ), ἔχει ἐπισημάνει τὴν ἀλλεργιογόνο δράση τοῦ ὅρου «ἐθνικός» στὸν ὀργανισμὸ κάθε νεοταξίτη, γράφοντας «...Ὅμως, ἐπειδὴ οἱ ἐπιθετικοὶ προσδιορισμοὶ «Ἐθνικός», «Ἐθνικὴ Ἰδέα» καὶ «Ἔθνος», προκαλοῦν ἀνατριχίλα στοὺς σημερινοὺς ἐρτζὰτς* καὶ ἄκαπνους - κατὰ κανόνα - «προοδευτικούς», θὰ ἤθελα νὰ τοὺς θυμίσω πὼς οἱ Ἀγωνιστὲς τῆς Ἐθνικῆς Ἀντίστασης στηρίχθηκαν στὴν ἰδέα τοῦ Ἔθνους καὶ τοῦ Ἐθνικοῦ τὰ δίσεκτα ἐκεῖνα χρόνια, τοῦ πολύμορφου ἀγῶνος κατὰ τῶν κατακτητῶν...».
Ἀφοῦ λοιπὸν πέρασε αὐτὲς τὶς ἀνιστόρητες ἀπόψεις ἡ νέα τάξη, ἄλλαξε, διὰ τῆς προσφάτως νέας κυβερνήσεως τοῦ ΠΑΣΟΚ, καὶ τὸν τίτλο τοῦ «Ὑπουργείου ΕΘΝΙΚΗΣ Παιδείας» σὲ «Ὑπουργεῖο Παιδείας (χωρὶς τὸ Ἐθνικῆς), διὰ βίου μάθησης καὶ Θρησκευμάτων». Εἶχε προηγηθῇ ἡ κατάργηση τοῦ ὅρου «ΕΘΝΙΚΗΣ» ὡς ἐπιθετικοῦ προσδιορισμοῦ τοῦ «ΠΑΙΔΕΙΑΣ» σὲ κάποια σχολικὰ βιβλία, ἀπὸ τὴν προηγούμενη κυβέρνηση τῆς Νέας Δημοκρατίας. Ὅμως ἡ αὐθαίρετη ἀπάλειψη τοῦ ὅρου «ΕΘΝΙΚΗ» ἀντίκειται στὸ Ἑλληνικὸ σύνταγμα, ὅπως ἔχει ἐπισημάνει ὁ διαπρεπὴς Δικηγόρος Φώτης Π. Κανελλόπουλος.
Συγκεκεριμένα ὁ ἐξαίρετος νομικὸς γράφει: «Τὶς τελευταῖες μέρες ἄκουσα ἀπὸ τὰ διάφορα μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, ὅτι ὁ νεοεκλεγεὶς Πρωθυπουργὸς κ. Γ. Παπανδρέου, κατὰ τὸν σχηματισμὸ τῆς νέας Κυβέρνησής του, ὕστερα ἀπὸ τὶς ἐκλογὲς τῆς 4-10-2009, κατήργησε ἀπαράδεκτα καὶ πραξικοπηματικὰ τὰ Ὑπουργεῖα Μακεδονίας - Θράκης, Αἰγαίου καὶ Νησιωτικῆς Πολιτικῆς καὶ ἀφαίρεσε ἐπίσης τὸν ἐπιθετικὸ προσδιορισμό, τῆς ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων καὶ ὥρισε νέα ὀνομασία του ὡς ἑξῆς: «ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ» .
Αὐτά, ὅμως, ποὺ ἔκανε ὁ Πρωθυπουργὸς Γ. Παπανδρέου ἀφ’ ἑνὸς δὲν περιλαμβάνονται στὶς προεκλογικές του ἐξαγγελίες καὶ ἀφ’ ἑτέρου ἡ ἀφαίρεση, διαγραφὴ καὶ κατάργηση τοῦ ἐπιθετικοῦ προσδιορισμοῦ τῆς ΠΑΙΔΕΙΑΣ ὡς ΕΘΝΙΚΗΣ προσκρούει στὴν παράγραφο 2, τοῦ ἄρθρου 16, τοῦ ἰσχύοντος καὶ ἀναθεωρημένου Συντάγματος, ἡ ὁποία ἀναφέρει ρητῶς τὰ ἑξῆς: «...Ἡ Παιδεία ἀποτελεῖ βασικὴ ἀποστολὴ τοῦ Κράτους καὶ ἔχει σκοπὸ ... τὴν ἀνάπτυξη τῆς Ἐθνικῆς καὶ Θρησκευτικῆς Συνείδησης ... τῶν Ἑλλήνων κ.λπ. ...».
Ἔτσι σαφέστατα καὶ κατηγορηματικὰ τὸ Σύνταγμα μὲ τὴν παραπάνω ρητὴ διάταξή του, ἀπαγορεύει τὴν κατάργηση τοῦ Ἐπιθετικοῦ Προσδιορισμοῦ τῆς Παιδείας, δηλαδὴ τῆς ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ἀπὸ τὴν ἀνωτέρω λέξη καὶ ἔννοια.
Γιατὶ ἡ Παιδεία εἶναι ταυτόσημη μὲ τὸ Ἔθνος καὶ Ἔθνος χωρὶς Παιδεία δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξη.
Ἔθνος καὶ Παιδεία εἶναι ἔννοιες διττὲς καὶ βαθιὰ ἀλληλένδετες κι' ὅποιος πολιτικὸς προσπαθεῖ νὰ γκρεμίση τὸ Ἔθνος ἀπὸ τὴν πολιτική του συμπεριφορά, σίγουρα προδικάζει τὸ πολιτικό του τέλος καὶ τὸ σίγουρο γκρέμισμά του ἀπὸ τὴν ἐξουσία».
Σημαντικὲς ἐπισημάνσεις, ποὺ ἀποκαλύπτουν ὄχι μόνο τὸ ἀντεθνικὸν τοῦ ἐγχειρήματος ἀλλὰ καὶ τὴν περιφρόνηση πρὸς τὸν ἑλληνικὸ λαὸ καὶ τὴν ἐθνική του ὑπόσταση.
Ἔχουμε παρατηρήσει ὅτι ὅλα τὰ ἑλληνικὰ συντάγματα, συμπεριλαμβανομένου καὶ τοῦ τελευταίου, στὸ τέλος γράφουν: «Ἡ τήρησις τοῦ παρόντος συντάγματος ἐπαφίεται στὸν πατριωτισμὸ τῶν Ἑλλήνων». Ποιόν πατριωτισμό; Ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται πατριωτισμὸς δὲν ὑπάρχει. Ἂν ὑπῆρχε θὰ πήγαινε ἐμπρὸς ἡ πατρίδα. Θὰ ἐτιμωροῦντο οἱ κλέφτες. Θὰ ἐτηρῆτο τὸ σύνταγμα. Δὲν εἶδα ὅμως κανέναν ἐθνοπατέρα ἐκ τῶν ἐχόντων δύναμη νὰ ἐπηρεάσουν τὴν κυβέρνηση, νὰ εἶπαν «δὲν θὰ ἀνεχθοῦμε καμμία ἀντισυνταγματικὴ συμπεριφορά». Ἀντιθέτως εἶδα μία δουλικὴ ὑποταγὴ στοὺς κομματικοὺς ἀρχηγούς, γιὰ νὰ μὴ χάσουν τὴν θέση τους λόγῳ ἀπειθαρχίας πρὸς τὶς ἀποφάσεις τῶν ἀρχηγῶν. Καὶ ἐκτὸς αὐτῶν ἔχουν καὶ θράσος. Μεγάλο θράσος!
Ἀκοῦμε στοὺς τηλεοπτικοὺς διαύλους ἀλλὰ καὶ στὸ κοινοβούλιο νὰ λένε κάποιοι! «Εἶσαι ἐσὺ περισσότερο πατριώτης ἀπὸ μένα;» Χωρὶς νὰ ἔχουν ἐπιδείξει ἴχνος πατριωτισμοῦ.
Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα βεβαίως ὁ ὅρος «πατριώτης» δὲν ἐσυναντᾶτο μὲ τὴν ἴδια ἔννοια. Γι’ αὐτὴν ὑπῆρχαν μόνον οἱ ὅροι «φιλόπατρις» καὶ «φιλόπολις». Τὸ Λεξικὸν ΣΟΥΔΑΣ, μάλιστα, χαρακτηριστικῶς ἀναφέρει: «Φιλόπατρις: ὁ φιλόπολις. καὶ τὸ μὲν φιλόπολις κοινόν, τὸ δὲ φιλόπατρις ἀττικόν».
Ὁ Πτολεμαῖος ὁ Γραμματικὸς στὸ ἔργο του «περὶ διαφορᾶς λέξεων», ἐπισημαίνει τὴν διαφορὰ «πολίτου» καὶ «πατριώτου», γράφοντας: «Πολίτης πατριώτου διαφέρει. Πολίτης μὲν γὰρ λέγεταί τινος ὁ ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως ἐλεύθερος ἐλευθέρου, πατριώτης δὲ ὁ τῆς αὐτῆς χώρας δοῦλος δούλῳ. Ἡ γὰρ πατρὶς καὶ ἐπὶ τῆς χώρας λέγεται. Τοῖσι δ’ ἄφαρ πόλεμος γλυκίων γένετ’ ἠὲ νεέσθαι ἐν νηυσὶ γλαφυρῇσι φίλην ἐς πατρίδα γαῖαν», ποὺ σημαίνει:
«Ὁ πολίτης διαφέρει ἀπὸ τὸν πατριώτη. Διότι πολίτης λέγεται γιὰ κάποιον ἐλεύθερο ὁ ἐκ τῆς ἰδίας πόλεως ἐλεύθερος, ἐνῷ πατριώτης ὁ δοῦλος τῆς ἰδίας χώρας γιὰ τὸν δοῦλο. Διότι ἡ λέξη πατρὶς ἀναφέρεται καὶ στὴν χώρα. π.χ. Κι αἴφνης σ’ αὐτοὺς ὁ πόλεμος ἔγινε γλυκύτερος ἀπὸ τὸν γυρισμὸ μὲ κοῖλα καράβια στὴν φίλη πατρίδα γῆ (= χώρα) [Ὁμήρου Ἰλιάς, ραψωδία Β΄στ. 453-454].
Τὸ ἴδιο ἀναφέρει καὶ ὁ Ἡσύχιος: «πατριώτης· παρὰ Ἀθηναίοις, ὁ βάρβαρος. Καὶ οὐ πολίτης».
Εἶναι βεβαίως γνωστὸ ὅτι ἡ ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα, ἡ φιλοπατρία, ὁ πατριωτισμός, ὅπως τὸν λένε κάποιοι, τέλος πάντων σήμερα, δὲν κρίνεται ἀπὸ τὰ λόγια ἀλλὰ ἀπὸ τὶς πράξεις. Ὅμως προσφιλὴς πράξη τῶν ἑκάστοτε πολιτικάντηδων (διότι «πολιτικοί» δὲν εἶναι σίγουρα) ἀποτελεῖ ἡ ὑποκειμενικὴ ἐξήγηση μιᾶς φράσεως καὶ ὄχι ἡ ἀντικειμενική, ὅπως εὔστοχα εἶχε τονίσει ὁ μέγας Θουκυδίδης: «Καὶ τὴν εἰωθυῖαν ἀξίωσιν τῶν ὀνομάτων ἐς τὰ ἔργα ἀντήλαξαν τῇ δικαιώσει...»... Γιὰ νὰ δικαιολογοῦν τὶς πράξεις τοὺς ἄλλαζαν ἀκόμη καὶ τὴν σημασία τῶν λέξεων... Καταργοῦν δηλαδὴ τὴν πραγματικὴ σημασία τῆς λέξεως ἀντικαθιστῶντας την μὲ ἄλλη τὴν ὁποίαν καθιερώνουν...
Ὁ Πατριωτισμὸς βεβαίως δὲν εἶναι μόνο στὰ λόγια. Εἶναι καὶ στὴν πράξη. Καὶ παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὰ πρόσφατα μπλόκα τῶν ἀγροτῶν, παίρνω καὶ τὸ θάρρος νὰ δηλώσω ὅτι αὐτὴ δὲν εἶναι πράξη πατριωτισμοῦ. Ἔχοντας τὰ χίλια δίκια οἱ ἀγρότες τὰ χάνουν, προβαίνοντας σὲ πράξεις πλήρως ἀντεθνικὲς καὶ μάλιστα σὲ μία τόσο δύσκολη συγκυρία, ἡ ὁποία χρεώνεται, στὰ πολιτικὰ κόμματα, τὰ ὁποῖα βγαίνοντας ποινικῶς ἀλώβητα λόγῳ παραγραφῆς, παρὰ τὶς πολιτικὲς κλεψιὲς ἢ καλύψεις, ποὺ μεταφράζονται σὲ χρηματιστήριο, δομημένα ὁμόλογα, Ζῆμενς, Βατοπέδιο καὶ πλεῖστα ὅσα ἄλλα, ὁδήγησαν τὴν χώρα στὸ χεῖλος τῆς καταστροφῆς.
Κλείνουν λοιπὸν τὰ τρακτὲρ τοὺς δρόμους, κόβοντας καὶ τὶς τελευταῖες διόδους οἰκονομικῆς προοπτικῆς τῆς Ἑλλάδος, μέσῳ τοῦ ἐμπορίου, ἀλλὰ καὶ ταλαιπωρῶντας τὸν κόσμο ποὺ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ βρίσκη δρόμους ἀνοικτοὺς καὶ ἀνεμπόδιστους σὲ κάθε διαδρομή. Ἂν θέλανε οἱ ἀγρότες πραγματικὰ νὰ πιέσουν, νὰ ἔρχονταν μὲ 3.000 τρακτὲρ νὰ περικυκλώσουν τὴν βουλὴ καὶ τὸ μέγαρο Μαξίμου, δηλώνοντας ὅτι δὲν πρόκειται νὰ φύγουν ἀπὸ ἐκεῖ ἂν δὲν καθίση ἡ ἁρμοδία ὑπουργὸς νὰ συζητήση γιὰ τὴν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων τους. Αὐτὸ εἶναι πατριωτισμός, ὄχι τὸ κλείσιμο τῶν δρόμων, οὔτε ἡ ταλαιπωρία τῶν Ἑλλήνων καὶ τῶν τουριστῶν.
Πατριωτισμὸς δὲν εἶναι νὰ δίνη τὸ κράτος ἰθαγένεια σὲ κάθε λαθρομετανάστη, ποὺ εἰσέρχεται παρανόμως στὴν χώρα μας, ἀλλὰ νὰ δίνη τὸ δικαίωμα τῆς ἐκφράσεως γνώμης γιὰ αὐτὸ στὸν ἑλληνικὸ λαό. Πατριωτισμὸς δὲν εἶναι νὰ παίρνουν τὰ κόμματα χρηματοδότηση ἀπὸ τὰ χρήματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ γιὰ νὰ κάνουν ἀφίσες, ἀλλὰ νὰ τὰ προσφέρουν στὸν δεινοπαθοῦντα ἑλληνικὸ λαὸ ὡς ἔνδειξη καλῆς θελήσεως. Πατριωτισμὸς δὲν εἶναι νὰ ἀρνοῦνται οἱ βουλευτὲς περικοπὲς στοὺς μισθούς τους, ἀλλὰ νὰ ἐπιδιώκουν ἀκόμη μεγαλύτερες. Πατριωτισμὸς δὲν εἶναι νὰ φορολογῆται μέχρι θανάτου ὁ ἑλληνικὸς λαός. Ὅπως λέει ὁ ἐξαίρετος καθηγητὴς πανεπιστημίου Ἀνδρέας Ἀθηναῖος «ὁ Ἑλληνικὸς λαὸς δὲν θέλει φορολόγηση. Θέλει φτερὰ γιὰ νὰ ἀναπτύξη τὴν δημιουργικότητά του».
Τί λοιπὸν χαρακτηρίζει μία χώρα ὡς προοδευμένη; Μήπως ἡ ὕπαρξη νόμων; Ὄχι! Τὴν προοδευμένη χώρα τὴν χαρακτηρίζει ἡ τήρηση καὶ ἡ ἐφαρμογὴ τῶν νόμων. Οἱ νόμοι ὅμως στὴν Ἑλλάδα, στὴν πλειοψηφία τοὺς δὲν τηροῦνται καὶ δὲν ἐφαρμόζονται. Τὸ νὰ ἐπαφίεται λοιπὸν «ἡ τήρηση τοῦ παρόντος συντάγματος στὸν πατριωτισμὸ τῶν Ἑλλήνων» εἶναι δῶρον ἄδωρον. Διότι μὴ ὑπάρχοντος πατριωτισμοῦ, δὲν ὑπάρχει καὶ τήρηση συντάγματος. Καὶ τὸ συμπέρασμα εἶναι ἀμείλικτο.
«Ἀκόμα κι ἂν εἶσαι δημοκράτης μπορεῖς κάλλιστα καὶ νὰ παραβιάζης τὸ σύνταγμα».
[*<γερμ. Ersatz (= ὑποκατάστατο)] (τό) ἄκλ. οὐσ. = προϊὸν διατροφῆς ποὺ ἀντικαθιστᾶ ἕνα ἄλλο ἀνώτερης ποιότητας ἀλλὰ ποὺ σπανίζει, ὑποκατάστατο: π.χ. ἐρζὰτς τοῦ καφέ].
Monday, April 9, 2012
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΥ
(Οι πατριωτικές πράξεις τού Μακρυγιάννη,
ευχές προς τους πολιτικούς για το 2012)
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Ο Μακρυγιάννης αποτελεί μία μοναδική περίπτωση αγωνιστή και πολιτικού άνδρα στην ιστορία τής επαναστάσεως τού 1821! Με έργο μεγάλο και λόγο μεστό! Με πάθος έκφρασης. Με λόγια γε¬μάτα πειθώ, θέρμη και πίστη, με τα οποία απευθύνεται σε όλους, συμπολεμιστές, άρχοντες και απλό λαό, συμ¬βουλεύοντας για τις ενέργειες σε κάθε μάχη, επαινώντας κάθε σωστή πράξη και καυτηριάζοντας κάθε κακή ενέργεια.
Μετά το τέλος τού πολέ¬μου, στα 1829, ο Μακρυγιάννης σε ηλικία τριάντα δύο ετών, έχοντας ήδη γίνει στρατηγός, θα μάθει γράμματα και θ’ αρχίσει να συγγράφει τα Απομνημονεύματα του. Το γιατί μας το λέει ο ίδιος με μεγάλη ταπεινοφροσύνη και πλήρη επίγνωση της αδεξιότητας του, χαρίζοντας με αυτόν τον τρόπο, όπως ο Θουκυδίδης στο έθνος του ένα «κτήμα ες αιεί». «Δεν έπρεπε να έμπω εις αυτό το έργον ένας α¬γράμματος», γράφει ο Μακρυγιάννης «να βαρύνω τους τίμιους αναγνώστες και μεγάλους άντρες και σοφούς τής κοινωνίας και να τους βάλω σε βάρος, να τους κινώ την πε¬ριέργεια τους και να χάνουν τις πολύτιμες στιμές εις αυτά».
Ο Μακρυγιάννης έχει μία μεγάλη ανάγκη να εκφράσει τα συναισθήματά του Διότι και στον νου και στην καρδιά και στην ψυχή του υπάρχει ένας ελληνικός κόσμος γεμάτος από ιδέες και συναισθήματα, που ψάχνει διέξοδο. Αυτός είναι και ο λόγος που στα ώριμα του χρόνια θα θελήσει να μάθει γράμματα και να κάνει αυτό «το γράψιμο το απελέκητο», ό¬πως ο ίδιος το χαρακτηρίζει.
Ο Μακρυγιάννης έχει την γνώμη πως είχαν γίνει πολλά λάθη στα πολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια και από στρατιωτικούς και από πολιτικούς αρχηγούς. Γι’ αυτό και τα τονίζει, όπως τονίζει και τα μεγάλα πολεμικά κατορθώματα τού ελ¬ληνικού λαού, με Θουκυδίδεια σκέψη! «Δια όλα αυτά γράφω εδώ...», επισημαίνει, «δια να χρησιμεύουν αυτά όλα εις τους μεταγενεστέρους και να μάθουν να θυσιάζουν δια την πατρίδα τους και θρησκεία τους περισσότερη αρετή... Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν». Μία συμβουλή προς τους σημερινούς ταγούς, που οι περισσότεροι φαίνεται να την έχουν ξεχάσει!
Ο σκοπός τής συγγραφής τού Μακρυγιάννη είναι πάνω από όλα λοι¬πόν διδακτικός, για να μάθουν οι μεταγενέστεροι όχι μόνο από τα κατορ¬θώματα των προγόνων τους, αλλά και από τα σφάλματα τους. Για τον Μακρυγιάννη, όπως για τον Θουκυδίδη, τα έργα των ανθρώπων πρέπει να χρησιμεύσουν για την παιδεία τού ελληνικού έθνους.
Από πού όμως αντλεί υλικό ο Μακρυγιάννης; Ό,τι γνωρίζει για την αρχαία ελληνική ιστορία, το πιο πιθανό είναι πως τα είχε ακούσει από μορφωμένους τής εποχής του. Από τον Όμηρο ξέρει τον Αχιλλέα. Ξέρει ακόμα λίγους στρατηγούς και λιγότερους πολιτικούς, καθώς και τα ονόματα τού Σωκράτη και του Πλάτωνα.
Κι όμως ο Μακρυγιάννης δεν έμεινε ένας απλός λαϊκός αφηγητής τών πραγμάτων. Στοχάσθηκε βαθιά πάνω στα έργα τού Θεού και των ανθρώπων, με λόγια παρόμοια με των μεγάλων αρχαίων προγόνων μας, τους οποίους όμως δεν γνώριζε, διότι ήταν αγράμματος. Γράφει για παράδειγμα κάπου ο αγνός πατριώτης: «Όσο αγαπώ την πατρίδα μου, δεν αγαπώ τίποτας! Να 'ρθει ένας να μου πει ότι θα πάγει ομπρός η πατρίδα, στέργομαι να μου βγάλει και τα δυο μάτια• ότι, αν είμαι στραβός και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει. Αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να 'χω, στραβός θε να είμαι, ότι σ’ αυτείνη θα ζήσω». Κι όμως, η σκέψη τού Μακρυγιάννη σε αυτό το σημείο είναι ίδια με του Θουκυδίδη, όταν ο Περικλής στον «Επιτάφιο» λέει: «ε¬γώ πιστεύω πως όταν η πόλη προκόβει ως σύνολο, ωφελεί τα άτομα πε¬ρισσότερο παρά όταν τα άτομα σ’ αυτήν ευτυχούν, η ίδια όμως ως σύνο¬λο καταστρέφεται• γιατί όταν ένας πολίτης ευτυχεί ως άτομο, όταν κατα-στραφεί η πατρίδα του, χάνεται κι αυτός το ίδιο μαζί της, ενώ, αν κακοτυχεί μέσα σε μια πόλη που ευτυχεί, σώζεται και ο ίδιος ευκολότερα»... Δεν έχω ακούσει παρόμοια λόγια σήμερα από πολιτικούς, παρά μόνο το παρανοϊκό υπουργικό «δεν με ενδιαφέρει αν χαθούν οι Έλληνες, με ενδιαφέρει να μη χαθεί η πατρίδα!!!», το οποίο βέβαια είναι τελείως διαφορετικό, διότι πολιτεία χωρίς πολίτες είναι μια νεκρή πολιτεία.
Ο Μακρυγιάννης επίσης χρησιμοποιεί την λέξη «αρετή», με την ίδια σημασία και περιεχόμενο που της έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες, δηλαδή και την πολεμική και την πολιτική και την ηθική σημασία. Έλεγε συγκεκριμένα κάτι που σήμερα φαντάζει τόσο μακρυνό για να υπάρχει σε στόματα πολιτικών. Την πίστη στον Θεό και την αγάπη στην πατρίδα: «Εσύ, Κύριε, θ’ α¬ναστήσεις τους πεθαμένους Έλληνες, τους απογόνους αυτεινών των περίφημων ανθρώπων, οπού στόλισαν την ανθρωπότη μ’ αρετή. Και με τη δύναμη Σου και τη δικαιοσύνη Σου θέλεις να ξαναζωντανέψεις τους πε¬θαμένους. Και η απόφαση Σου η δίκια είναι να ματαειπωθεί Ελλάς, να λαμπρυνθεί αυτείνη και η θρησκεία τού Χριστού, και να υπάρξουν οι τί¬μιοι και αγαθοί άνθρωποι, εκείνοι οπού περασπίζονται το δίκιον».
Η αγάπη όμως του Μακρυγιάννη δε γνωρίζει όρια, όταν μιλεί για τον απλό λαό, που είχε πάρει μέρος στον Αγώνα, τους αθάνατους Έλληνες, τον ευλογημένο λαό τής Ελλά¬δας, όπως συνεχώς τούς χαρακτηρίζει! «Πατρίς», γράφει «να μακαρίζεις όλους τους Έλληνες, ότι θυσιάστηκαν δια σένα να σ’ αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μίαν φορά ελεύτερη πατρίδα, οπού ήσουνε χαμένη από τον κατάλογον τών εθνών. Όμως να θυμάσαι και να λαμπρύνεις εκείνους οπού πρωτοθυσιάστηκαν εις την Αλαμάνα πολεμώ¬ντας με τόση δύναμη Τούρκων, κι εκείνους που αποφασίστηκαν και κλείστηκαν σε μια μαντρούλα με πλίθες, αδύνατη, εις το χάνι της Γραβιάς, κι εκείνους οπού λιώσανε τόση Τουρκιά και πασάδες εις τα Βασιλικά, κι ε¬κείνους οπού αγωνίστηκαν σαν λιοντάρια εις την Λαγκάδα του Μακρυνόρου... Αυτείνοι σε ανάστησαν»... Σήμερα αυτούς τούς Έλληνες τους έχουν εξοστρακίσει από την ελληνική ιστορία. Γι’ αυτό ο Νίκος Γκάτσος γράφει στα «κατά Μάρκον» «στην παλιά μας την φυλλάδα (εννοεί παλιοφυλλάδα), που διαβάσαμε ξανά, τέτοιο όνομα, Ελλάδα, δεν υπάρχει πουθενά»!
Όμως σήμερα ζούμε και μία κατάσταση, που θυμίζει πολύ την μεταπελευθερωτική περίοδο. Τότε ο Μακρυγιάννης έβλεπε γύρω του τους παλιούς α-γωνιστές να γυρίζουν στους δρόμους γυμνοί και ξυπόλητοι, και τις χήρες των νεκρών τού πολέμου και τα ορφανά παιδιά τους να ζητιανεύουν. Παρόμοιες εικόνες ζούμε και σήμερα, βλέποντας Έλληνες τους οποίους οι πολιτικοί κατέστρεψαν και τους ανάγκασαν να ζουν στον δρόμο, να ψάχνουν στα σκουπίδια και να τρώνε στα συσσίτια. Όμως τότε ο Μακρυγιάννης έκανε κάτι που σήμερα είναι αδιανόητο για τα πολιτικά κόμματα, (πλην του ΛΑ.Ο.Σ, που συνέβαλε εμπράκτως στο ταμείο τής φτώχειας) και τους πολιτικούς. Αποφάσισε ο σπουδαίος αυτός Έλληνας να βοηθήσει με κάθε τρόπο τον α¬πλό λαό, από τον οποίο προέρχεται και ο ίδιος και για τον οποίο νοιώθει μιαν απέραντη αγάπη. Διότι αυτό το ανώνυμο πλήθος τού ελληνικού λαού κατασπατάλησε την πε¬ριουσία του και την ζωή του για τον Αγώνα χωρίς καμμία ιδιοτέλεια και έφθασε τελικά στο σημείο να δυστυχεί από την ανικανότητα ή και από την αδυναμία τών πολιτικών αρχών να τους παρασταθούν. Τι κάνει λοιπόν ο Μα¬κρυγιάννης; Δεν περιορίζεται μόνο σε λόγια διαμαρτυρίας, όπως πολλοί κάνουν σήμερα υποκριτικά και εκ τού ασφαλούς πολλοί πολιτικοί αλλά για να ανακουφίσει τους πονεμένους αγωνιστές και τις ορφα¬νεμένες οικογένειες, στα 1835 κάνει μιαν αναφορά στην Κυβέρνηση: «Επειδήτις όσοι αγωνίστηκαν πεθαίνουν από την πείναν και την ταλαιπωρίαν, καθώς και χήρες τών σκοτωμένων και παιδιά τους, τον μιστόν ο¬πού μου δίνετε διατάξετε να μου κοπεί όλος και να τον δίνετε εις τους αγωνιστάς και χήρες κι αρφανά τών σκοτωμένων. Αποφασίζω να δικαιώσω τους αδικημένους». Μία φράση που, χωρίς να το γνωρίζει, υπήρχε στα πολιτικά κείμενα και στους επιτάφιους λόγους του 5ου και του 4ου π.Χ. αιώ¬να, που συνεχώς ανέφεραν πως ένα από τα καυχήματα της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν ότι κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να βοηθεί τους αδικημένους. Ο Μακρυγιάννης, όμως, ως πραγματικός δημοκράτης αγωνιστής ο οποίος έχει επίγνωση τών δικαιωμάτων ενός λαού που πολέμησε και τυραννήθηκε, λέει προφητικά... «Από δικαιο¬σύνη διψάγει η πατρίδα και ’λικρίνεια• όποιοι την κυβερνούνε, ο Θεός να τους φωτίσει και να τους οδηγήσει εις αυτό». Και γνωρίζοντας την διαχρονική κοροϊδία τών κυβερνώντων ο Μακρυγιάννης ζητεί συνεχώς να γίνουν νόμοι «στέρεοι και πατρικοί», γνωρίζοντας πως μόνο η ευνομία σώζει τους λαούς. Λέει συγκεκριμένα... «δεν ήθελα χρήματα και βιό, ήθελα σύνταμα για την πατρίδα μου, να κυβερνηθεί με νόμους και όχι με το έτσι θέλω», δείχνοντας με το δάκτυλο αυτούς που σήμερα ψήφισαν τον νόμο «περί ευθύνης υπουργών», αυτούς που αγνόησαν τα σκάνδαλα και αυτούς που μας οδήγησαν με τις άφρονες πράξεις τους στο ΔΝΤ.
Ο πιο σημαντικός όμως στοχασμός τού Μακρυγιάννη, είναι αυτός, με τον οποίο κλείνω τούτες τις σκέψεις και που θα έπρεπε υποχρεωτικά να τον μαθαίνουν τα ελληνόπουλα στα σχολεία, για να γίνει οδη¬γός της μετέπειτα πολιτικής τους ζωής. Κάτι που πρέπει να έχουν στο μυαλό τους και οι πολιτικοί, στους οποίους δίνω ευχή για το νέο έτος να κάνουν πράξη ως τελευταία τους ευκαιρία, την απόδοση δικαιοσύνης, την τιμωρία τών πραγματικών ενόχων και να πάψουν να φροντίζουν μόνο το «εγώ» τους! «Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμεν αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμε ό¬λοι μαζί, και να μη λέγει ούτε ο δυνατός εγώ, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς εγώ; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φτιάσει ή χα¬λάσει, να λέγει εγώ. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε εμείς. Είμαστε εις το εμείς και όχι εις το εγώ!»...
ευχές προς τους πολιτικούς για το 2012)
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Ο Μακρυγιάννης αποτελεί μία μοναδική περίπτωση αγωνιστή και πολιτικού άνδρα στην ιστορία τής επαναστάσεως τού 1821! Με έργο μεγάλο και λόγο μεστό! Με πάθος έκφρασης. Με λόγια γε¬μάτα πειθώ, θέρμη και πίστη, με τα οποία απευθύνεται σε όλους, συμπολεμιστές, άρχοντες και απλό λαό, συμ¬βουλεύοντας για τις ενέργειες σε κάθε μάχη, επαινώντας κάθε σωστή πράξη και καυτηριάζοντας κάθε κακή ενέργεια.
Μετά το τέλος τού πολέ¬μου, στα 1829, ο Μακρυγιάννης σε ηλικία τριάντα δύο ετών, έχοντας ήδη γίνει στρατηγός, θα μάθει γράμματα και θ’ αρχίσει να συγγράφει τα Απομνημονεύματα του. Το γιατί μας το λέει ο ίδιος με μεγάλη ταπεινοφροσύνη και πλήρη επίγνωση της αδεξιότητας του, χαρίζοντας με αυτόν τον τρόπο, όπως ο Θουκυδίδης στο έθνος του ένα «κτήμα ες αιεί». «Δεν έπρεπε να έμπω εις αυτό το έργον ένας α¬γράμματος», γράφει ο Μακρυγιάννης «να βαρύνω τους τίμιους αναγνώστες και μεγάλους άντρες και σοφούς τής κοινωνίας και να τους βάλω σε βάρος, να τους κινώ την πε¬ριέργεια τους και να χάνουν τις πολύτιμες στιμές εις αυτά».
Ο Μακρυγιάννης έχει μία μεγάλη ανάγκη να εκφράσει τα συναισθήματά του Διότι και στον νου και στην καρδιά και στην ψυχή του υπάρχει ένας ελληνικός κόσμος γεμάτος από ιδέες και συναισθήματα, που ψάχνει διέξοδο. Αυτός είναι και ο λόγος που στα ώριμα του χρόνια θα θελήσει να μάθει γράμματα και να κάνει αυτό «το γράψιμο το απελέκητο», ό¬πως ο ίδιος το χαρακτηρίζει.
Ο Μακρυγιάννης έχει την γνώμη πως είχαν γίνει πολλά λάθη στα πολεμικά και μεταπολεμικά χρόνια και από στρατιωτικούς και από πολιτικούς αρχηγούς. Γι’ αυτό και τα τονίζει, όπως τονίζει και τα μεγάλα πολεμικά κατορθώματα τού ελ¬ληνικού λαού, με Θουκυδίδεια σκέψη! «Δια όλα αυτά γράφω εδώ...», επισημαίνει, «δια να χρησιμεύουν αυτά όλα εις τους μεταγενεστέρους και να μάθουν να θυσιάζουν δια την πατρίδα τους και θρησκεία τους περισσότερη αρετή... Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν». Μία συμβουλή προς τους σημερινούς ταγούς, που οι περισσότεροι φαίνεται να την έχουν ξεχάσει!
Ο σκοπός τής συγγραφής τού Μακρυγιάννη είναι πάνω από όλα λοι¬πόν διδακτικός, για να μάθουν οι μεταγενέστεροι όχι μόνο από τα κατορ¬θώματα των προγόνων τους, αλλά και από τα σφάλματα τους. Για τον Μακρυγιάννη, όπως για τον Θουκυδίδη, τα έργα των ανθρώπων πρέπει να χρησιμεύσουν για την παιδεία τού ελληνικού έθνους.
Από πού όμως αντλεί υλικό ο Μακρυγιάννης; Ό,τι γνωρίζει για την αρχαία ελληνική ιστορία, το πιο πιθανό είναι πως τα είχε ακούσει από μορφωμένους τής εποχής του. Από τον Όμηρο ξέρει τον Αχιλλέα. Ξέρει ακόμα λίγους στρατηγούς και λιγότερους πολιτικούς, καθώς και τα ονόματα τού Σωκράτη και του Πλάτωνα.
Κι όμως ο Μακρυγιάννης δεν έμεινε ένας απλός λαϊκός αφηγητής τών πραγμάτων. Στοχάσθηκε βαθιά πάνω στα έργα τού Θεού και των ανθρώπων, με λόγια παρόμοια με των μεγάλων αρχαίων προγόνων μας, τους οποίους όμως δεν γνώριζε, διότι ήταν αγράμματος. Γράφει για παράδειγμα κάπου ο αγνός πατριώτης: «Όσο αγαπώ την πατρίδα μου, δεν αγαπώ τίποτας! Να 'ρθει ένας να μου πει ότι θα πάγει ομπρός η πατρίδα, στέργομαι να μου βγάλει και τα δυο μάτια• ότι, αν είμαι στραβός και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει. Αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να 'χω, στραβός θε να είμαι, ότι σ’ αυτείνη θα ζήσω». Κι όμως, η σκέψη τού Μακρυγιάννη σε αυτό το σημείο είναι ίδια με του Θουκυδίδη, όταν ο Περικλής στον «Επιτάφιο» λέει: «ε¬γώ πιστεύω πως όταν η πόλη προκόβει ως σύνολο, ωφελεί τα άτομα πε¬ρισσότερο παρά όταν τα άτομα σ’ αυτήν ευτυχούν, η ίδια όμως ως σύνο¬λο καταστρέφεται• γιατί όταν ένας πολίτης ευτυχεί ως άτομο, όταν κατα-στραφεί η πατρίδα του, χάνεται κι αυτός το ίδιο μαζί της, ενώ, αν κακοτυχεί μέσα σε μια πόλη που ευτυχεί, σώζεται και ο ίδιος ευκολότερα»... Δεν έχω ακούσει παρόμοια λόγια σήμερα από πολιτικούς, παρά μόνο το παρανοϊκό υπουργικό «δεν με ενδιαφέρει αν χαθούν οι Έλληνες, με ενδιαφέρει να μη χαθεί η πατρίδα!!!», το οποίο βέβαια είναι τελείως διαφορετικό, διότι πολιτεία χωρίς πολίτες είναι μια νεκρή πολιτεία.
Ο Μακρυγιάννης επίσης χρησιμοποιεί την λέξη «αρετή», με την ίδια σημασία και περιεχόμενο που της έδιναν οι αρχαίοι Έλληνες, δηλαδή και την πολεμική και την πολιτική και την ηθική σημασία. Έλεγε συγκεκριμένα κάτι που σήμερα φαντάζει τόσο μακρυνό για να υπάρχει σε στόματα πολιτικών. Την πίστη στον Θεό και την αγάπη στην πατρίδα: «Εσύ, Κύριε, θ’ α¬ναστήσεις τους πεθαμένους Έλληνες, τους απογόνους αυτεινών των περίφημων ανθρώπων, οπού στόλισαν την ανθρωπότη μ’ αρετή. Και με τη δύναμη Σου και τη δικαιοσύνη Σου θέλεις να ξαναζωντανέψεις τους πε¬θαμένους. Και η απόφαση Σου η δίκια είναι να ματαειπωθεί Ελλάς, να λαμπρυνθεί αυτείνη και η θρησκεία τού Χριστού, και να υπάρξουν οι τί¬μιοι και αγαθοί άνθρωποι, εκείνοι οπού περασπίζονται το δίκιον».
Η αγάπη όμως του Μακρυγιάννη δε γνωρίζει όρια, όταν μιλεί για τον απλό λαό, που είχε πάρει μέρος στον Αγώνα, τους αθάνατους Έλληνες, τον ευλογημένο λαό τής Ελλά¬δας, όπως συνεχώς τούς χαρακτηρίζει! «Πατρίς», γράφει «να μακαρίζεις όλους τους Έλληνες, ότι θυσιάστηκαν δια σένα να σ’ αναστήσουνε, να ξαναειπωθείς άλλη μίαν φορά ελεύτερη πατρίδα, οπού ήσουνε χαμένη από τον κατάλογον τών εθνών. Όμως να θυμάσαι και να λαμπρύνεις εκείνους οπού πρωτοθυσιάστηκαν εις την Αλαμάνα πολεμώ¬ντας με τόση δύναμη Τούρκων, κι εκείνους που αποφασίστηκαν και κλείστηκαν σε μια μαντρούλα με πλίθες, αδύνατη, εις το χάνι της Γραβιάς, κι εκείνους οπού λιώσανε τόση Τουρκιά και πασάδες εις τα Βασιλικά, κι ε¬κείνους οπού αγωνίστηκαν σαν λιοντάρια εις την Λαγκάδα του Μακρυνόρου... Αυτείνοι σε ανάστησαν»... Σήμερα αυτούς τούς Έλληνες τους έχουν εξοστρακίσει από την ελληνική ιστορία. Γι’ αυτό ο Νίκος Γκάτσος γράφει στα «κατά Μάρκον» «στην παλιά μας την φυλλάδα (εννοεί παλιοφυλλάδα), που διαβάσαμε ξανά, τέτοιο όνομα, Ελλάδα, δεν υπάρχει πουθενά»!
Όμως σήμερα ζούμε και μία κατάσταση, που θυμίζει πολύ την μεταπελευθερωτική περίοδο. Τότε ο Μακρυγιάννης έβλεπε γύρω του τους παλιούς α-γωνιστές να γυρίζουν στους δρόμους γυμνοί και ξυπόλητοι, και τις χήρες των νεκρών τού πολέμου και τα ορφανά παιδιά τους να ζητιανεύουν. Παρόμοιες εικόνες ζούμε και σήμερα, βλέποντας Έλληνες τους οποίους οι πολιτικοί κατέστρεψαν και τους ανάγκασαν να ζουν στον δρόμο, να ψάχνουν στα σκουπίδια και να τρώνε στα συσσίτια. Όμως τότε ο Μακρυγιάννης έκανε κάτι που σήμερα είναι αδιανόητο για τα πολιτικά κόμματα, (πλην του ΛΑ.Ο.Σ, που συνέβαλε εμπράκτως στο ταμείο τής φτώχειας) και τους πολιτικούς. Αποφάσισε ο σπουδαίος αυτός Έλληνας να βοηθήσει με κάθε τρόπο τον α¬πλό λαό, από τον οποίο προέρχεται και ο ίδιος και για τον οποίο νοιώθει μιαν απέραντη αγάπη. Διότι αυτό το ανώνυμο πλήθος τού ελληνικού λαού κατασπατάλησε την πε¬ριουσία του και την ζωή του για τον Αγώνα χωρίς καμμία ιδιοτέλεια και έφθασε τελικά στο σημείο να δυστυχεί από την ανικανότητα ή και από την αδυναμία τών πολιτικών αρχών να τους παρασταθούν. Τι κάνει λοιπόν ο Μα¬κρυγιάννης; Δεν περιορίζεται μόνο σε λόγια διαμαρτυρίας, όπως πολλοί κάνουν σήμερα υποκριτικά και εκ τού ασφαλούς πολλοί πολιτικοί αλλά για να ανακουφίσει τους πονεμένους αγωνιστές και τις ορφα¬νεμένες οικογένειες, στα 1835 κάνει μιαν αναφορά στην Κυβέρνηση: «Επειδήτις όσοι αγωνίστηκαν πεθαίνουν από την πείναν και την ταλαιπωρίαν, καθώς και χήρες τών σκοτωμένων και παιδιά τους, τον μιστόν ο¬πού μου δίνετε διατάξετε να μου κοπεί όλος και να τον δίνετε εις τους αγωνιστάς και χήρες κι αρφανά τών σκοτωμένων. Αποφασίζω να δικαιώσω τους αδικημένους». Μία φράση που, χωρίς να το γνωρίζει, υπήρχε στα πολιτικά κείμενα και στους επιτάφιους λόγους του 5ου και του 4ου π.Χ. αιώ¬να, που συνεχώς ανέφεραν πως ένα από τα καυχήματα της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν ότι κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να βοηθεί τους αδικημένους. Ο Μακρυγιάννης, όμως, ως πραγματικός δημοκράτης αγωνιστής ο οποίος έχει επίγνωση τών δικαιωμάτων ενός λαού που πολέμησε και τυραννήθηκε, λέει προφητικά... «Από δικαιο¬σύνη διψάγει η πατρίδα και ’λικρίνεια• όποιοι την κυβερνούνε, ο Θεός να τους φωτίσει και να τους οδηγήσει εις αυτό». Και γνωρίζοντας την διαχρονική κοροϊδία τών κυβερνώντων ο Μακρυγιάννης ζητεί συνεχώς να γίνουν νόμοι «στέρεοι και πατρικοί», γνωρίζοντας πως μόνο η ευνομία σώζει τους λαούς. Λέει συγκεκριμένα... «δεν ήθελα χρήματα και βιό, ήθελα σύνταμα για την πατρίδα μου, να κυβερνηθεί με νόμους και όχι με το έτσι θέλω», δείχνοντας με το δάκτυλο αυτούς που σήμερα ψήφισαν τον νόμο «περί ευθύνης υπουργών», αυτούς που αγνόησαν τα σκάνδαλα και αυτούς που μας οδήγησαν με τις άφρονες πράξεις τους στο ΔΝΤ.
Ο πιο σημαντικός όμως στοχασμός τού Μακρυγιάννη, είναι αυτός, με τον οποίο κλείνω τούτες τις σκέψεις και που θα έπρεπε υποχρεωτικά να τον μαθαίνουν τα ελληνόπουλα στα σχολεία, για να γίνει οδη¬γός της μετέπειτα πολιτικής τους ζωής. Κάτι που πρέπει να έχουν στο μυαλό τους και οι πολιτικοί, στους οποίους δίνω ευχή για το νέο έτος να κάνουν πράξη ως τελευταία τους ευκαιρία, την απόδοση δικαιοσύνης, την τιμωρία τών πραγματικών ενόχων και να πάψουν να φροντίζουν μόνο το «εγώ» τους! «Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμεν αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμε ό¬λοι μαζί, και να μη λέγει ούτε ο δυνατός εγώ, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς εγώ; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φτιάσει ή χα¬λάσει, να λέγει εγώ. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε εμείς. Είμαστε εις το εμείς και όχι εις το εγώ!»...
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ, ΑΥΤΑΡΚΕΙΑ
Οι βασικές επιδιώξεις των αρχαίων ελληνικών πόλεων – κρατών
ως υπόδειγμα για την δεινοπαθούσα σήμερα Ελλάδα.
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Είναι γνωστόν ότι οι ενώσεις πόλεων κρατών στην αρχαία Ελλάδα έγιναν σε περιόδους κρίσεως και παρακμής τους και υπό τον φόβο μιας επικείμενης υποταγής σε μια ισχυρότερη δύναμη. Έτσι δημιουργήθηκαν για παράδειγμα οι συμπολιτείες. Η αποδυνάμωση του θεσμού τής πόλης-κράτους και η επιδίωξη των βα¬σιλέων τής Μακεδονίας να επεκταθούν προς τον νότο ήσαν οι αιτίες που οδήγησαν τότε πολλές πόλεις, ιδιαίτερα απομονωμένων περιοχών, να προχω¬ρήσουν στην συγκρότηση ομοσπονδιακών κρα¬τών, όπως η Αχαϊκή και η Αιτωλική συμπολιτεία.
Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι η κάθε πόλη έπρεπε να χάσει μέρος τής εθνικής της κυριαρχίας, όπως έγινε σήμερα με την Ευρωπαϊκή Ένωση και πέρασε ως διάταξη στο σύνταγμα τής χώρας!
Οι πολίτες στην αρχαία Ελλάδα είχαν τρεις βασικές επιδιώξεις που παράλληλα αποτε¬λούσαν και προϋποθέσεις ύπαρξης της πόλης - κράτους: Αυτές ήσαν η ελευθερία, η αυτονομία και η αυτάρκεια. Οι πολίτες δηλαδή αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία τους υπερασπίζοντας την ελευ¬θερία της πόλης, συνέβαλλαν στην διακυβέρνηση με νόμους, που οι ίδιοι είχαν θεσπίσει για να επι¬τύχουν την αυτονομία της και συμμετείχαν στην παραγωγή για να καλύψουν τις ανάγκες τους και να ενισχύσουν την αυτάρκεια της πόλης τους.
Η επιβίωση και η εξέλιξη κάθε πόλης - κράτους ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τις τρεις αυτές βασικές επιδιώ¬ξεις τών πολιτών της. Οι επιδιώξεις αυτές, αν και ήσαν τότε τροχοπέδη για την οργάνωση των Ελλήνων σε ενιαίο κράτος, εν τούτοις απετέλεσαν την γενε¬σιουργό δύναμη των επιτευγμάτων και της πολι¬τισμικής τους πορείας. Είναι φανερό ότι ο συνε¬χής αγώνας των πολιτών των ελληνικών πόλεων-κρατών, που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση της ελευθερίας, της αυτονομίας και της αυτάρκειας της πόλης τους, ήταν ένα κίνητρο που οδηγούσε τότε σε μία ιδιαίτερη μορφή πατριωτισμού. Σήμερα όμως αυτές οι τρεις σημαντικές επιδιώξεις θα μπορούσαν όχι μόνο να σώσουν την Ελλάδα αλλά και να την καταστήσουν ισχυρή και υπερήφανη. Ας δούμε όμως τι σημαίνουν όμως οι τρεις αυτές λέξεις, προτού δούμε την ιδιαίτερη χρήση τους ως οδηγών επιτυχίας ενός κράτους.
Η λέξη «ελευθερία» είναι μέρος τών βασικών συστατικών τού DNA των Ελλήνων. Επειδή σήμερα όλοι ομιλούν για ειρήνη, έχουμε να τονίσουμε ότι η Ειρήνη είναι μία ιδεατή κατάσταση, η οποία για να υπάρξει, απαιτεί να υφίστανται κάποιες προϋποθέσεις. Οι Έλληνες το γνώριζαν. Γνώριζαν ότι «Ειρήνη είναι ακήρυχτος πόλεμος»... καθώς και ότι «αν θέλεις ειρήνη να προετοιμάζεσαι για πόλεμο». Η ειρήνη λοιπόν είναι μία κατάσταση, η οποία επιβάλλεται από κάποιον ισχυρό ακριβώς λόγω της δυνάμεώς του. Είναι γνωστή η «Pax Minoica», την αρχαία εποχή, η «Pax Romana» την Ρωμαϊκή περίοδο, και σήμερα η περίφημη «Pax Americana». Όμως η καταξίωση έρχεται μέσα από τον αγώνα για την Ελευθερία, η οποία είναι η πεμπτουσία τού Αγώνα εναντίον τού δυνατού! «Αν η ειρήνη είναι το παν, τότε γιατί πολεμάμε για ελευθερία» έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Οι Έλληνες δεν αγωνίζοντο λοιπόν για την ειρήνη αλλά μόνο για την ελευθερία. Αν είχαμε ελευθερία είχαμε και ειρήνη.
Γι’ αυτό και ο Εθνικός Ύμνος τής Ελλάδος είναι «Ύμνος προς την Ελευθερία» και όχι «Ύμνος προς την Ειρήνη»! Το σύνθημα του Ρήγα την περίοδο τής τουρκοκρατίας ήταν «Ελευθερία ή Θάνατος» και όχι «Ειρήνη ή Θάνατος»... Μόνο για τους Μανιάτες το σύνθημα ήταν «Νίκη ή Θάνατος», και τούτο διότι η Ελευθερία για τους Μανιάτες ήταν δεδομένη, εφ’ όσον δεν υποτάχθηκαν ποτέ.
Η λέξη «Ελευθερία», λένε τα λεξικά, σημαίνει την ανεξαρτησία από κάθε βία ή επίδραση και κατ’ επέκταση την εθνική ή πολιτική ανεξαρτησία, την αυτοτέλεια: Σήμερα έχουν δώσει στην λέξη ιδιαίτερες ερμηνείες που δεν αντιπροσωπεύουν την ουσιαστική σημασία της. Για παράδειγμα τα λεξικά αναφέρουν ότι «ελευθερία» σημαίνει το σύνολο τών δικαιωμάτων τού πολίτη σύμφωνα με τα συνταγματικά θέσμια, την άνεση και ευκινησία αλλά και την έλλειψη ηθικού περιορισμού.
Όμως η λέξη «ελευθερία» προέρχεται από τον μέλλοντα «ελεύσομαι», τού ρήματος «έρχομαι». Το Γουδιανό Ετυμολογικό Λεξικό μας πληροφορεί ότι «ελευθερία• από του εάν ελεύθεσθαι ούπερ αν εθέλη τις, ο εστιν έρχεσθαι όπου βούλεται». Υπάρχει όμως μία διαφορά. Ο μέλλων «ελεύσομαι» τού ρήματος «έρχομαι» σημαίνει «θα έλθω». Επομένως «ελευθερία» είναι αυτή που «θα έλθει». Και «θα έλθει», μόνον εάν ο άνθρωπος αγωνισθεί για να την κατακτήσει. Ο εκ των εθνικών ποιητών Ανδρέας Κάλβος όμως είχε γράψει: «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». Και πράγματι. Για να έχεις Ελευθερία, πρέπει να έχεις Αρετή! Σήμερα λοιπόν η Ελευθερία που κατακτήθηκε με αγώνες, αγώνες αιματηρούς, έχει κατοχυρωθεί συνταγματικά! Πέρασε όμως στο άλλο άκρο. Ελευθερία σημαίνει ότι τα δικαιώματά σου σταματούν εκεί που αρχίζουν τα δικαιώματα τών άλλων και το αντίστροφο! Αυτό δεν τηρήθηκε. Η ασυδοσία πήρε την θέση τής υπέρτατης αυτής αξίας των Ελλήνων. Αλλά και αυτή ταύτη η έννοια τής Ελευθερίας έπεσε σε δεύτερη μοίρα στην συνείδηση τών ταγών τής πατρίδος μας. Περιόρισαν την ελευθερία των Ελλήνων για το καλό, υποτίθεται, της ενότητος τής Ευρώπης. Η πρώτη λοιπόν επιδίωξη τών σημερινών Ελλήνων πρέπει να είναι η επανάκτηση της Ελευθερίας τους, της αρετής δηλαδή που θα τους επιτρέπει να δρουν και να εκφράζονται χωρίς περιορισμούς από άλλους αλλά και χωρίς ασυδοσία από τους ίδιους!
Η αυτονομία είναι η δεύτερη κατά σειράν επιδίωξη τής αρχαίας πόλης. Είμαι αυτόνομος σημαίνει ότι κυβερνώμαι μόνος μου. Τα λεξικά λένε ότι αυτονομία είναι η διακυβέρνηση μιας χώρας ή μιας περιοχής, με δικούς της νόμους, χωρίς αλλότριες επιρροές ή επεμβάσεις, γενικά η ανεξαρτησία. Σήμερα αυτή η ιδιότητα έχει δεσμευθεί από τις συνθήκες τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, και δυστυχώς όχι αμοιβαία, εφ’ όσον οι δυνατοί επιβάλλουν ό,τι θέλουν στην Ελλάδα. Και αφού την εξάρτησαν πρώτα οκονομικά, στην συνέχεια την εξάρτησαν και πολιτικά, μιας και η απαίτηση παραχώρησης μέρους τής εθνικής κυριαρχίας σημαίνει ότι ούτε ελεύθεροι είμαστε πια, ούτε ανεξάρτητοι.
Η αυτάρκεια, η τρίτη δηλαδή επιδίωξη, είναι η κατάσταση εκείνου που επαρκεί στις ανάγκες του, η οικονομική ανεξαρτησία, το να έχει κάποιος κάθε τι που χρειάζεται, χωρίς να εξαρτάται σε τίποτε από άλλον! Η αυτάρκεια επομένως είναι η σημαντικώτερη παράμετρος για την ανεξαρτησία μιας χώρας. Όταν έχεις όσα σου χρειάζονται, τότε δεν έχεις ανάγκη οικονομική από κανέναν. Και όταν δεν εξαρτάσαι οικονομικά, δεν εξαρτάσαι και πολιτικά.
Η Ελλάδα είναι μία ευλογημένη χώρα! Έχει τα πάντα! Από το απλούστερο προϊόν μέχρι το πιο σπάνιο ορυκτό! Έχει ακόμη θάλασσα, ήλιο, υπέροχο κλίμα, ιστορία, πολιτισμό! Έτσι, αυτοί που είχαν βάλει στο μάτι την πατρίδα μας, την οδήγησαν διά των ταγών της στην απώλεια της αυτάρκειάς της. Πρώτα κατέστρεψαν την γεωργία και την κτηνοτροφία. Ανάγκασαν τους Έλληνες διά των επιδοτήσεων να σταματήσουν να δουλεύουν και να παραχωρήσουν την δυνατότητα συγκομιδής τής σοδειάς τών χωραφιών τους στους αλλοδαπούς. Κατέστρεψαν ακόμη και κάθε άλλη παραγωγική πηγή. Την ναυτιλία, και τα κεφάλαια σε συνάλλαγμα των ναυτικών μας! Την βιομηχανία με το σκόπιμο κλείσιμο κάθε μεγάλης επιχείρησης κ.λπ.
Για να μπορέσει λοιπόν σήμερα η Ελλάδα να ορθοποδήσει θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει αυτές τις τρεις επιδιώξεις των προγόνων μας. Να ξαναγίνει ελεύθερη. Αυτό θα το επιτύχει πετώντας από πάνω της τις εξαρτήσεις! Στην συνέχεια να επιδιώξει να γίνει πάλι ουσιαστικά ανεξάρτητη, χωρίς αλλότριες επιρροές ή επεμβάσεις. Κυρίως όμως τα δύο προηγούμενα θα τα επιτύχει αν ξαναγίνει αυτάρκης. Με παραγωγή, γεωργία, κτηνοτροφία, ναυτιλία, βιομηχανία, τουρισμό και ενέργεια. Έτσι, όταν η Ελλάδα ξαναγίνει αυτάρκης δεν θα έχει ανάγκη να ζει, όπως σήμερα, με δανεικά, ακόμη και για τις βασικές της ανάγκες διατροφής. Προϋπόθεση όμως για την επιτυχία όλων των προηγουμένων είναι να εκλεγούν στην πατρίδα μας οι ηγέτες, που θα έχουν κλεισμένη στην καρδιά τους την Ελλάδα και θα νοιώσουν το μεγαλείο της. Έτσι η πατρίδα μας θα μεγαλουργήσει και πάλι! Αλλά η επιλογή αυτών των αξίων ηγετών είναι υπόθεση αποκλειστικά δική μας και της πολιτικής μας απόφασης. Δηλαδή της ψήφου μας!
ως υπόδειγμα για την δεινοπαθούσα σήμερα Ελλάδα.
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Είναι γνωστόν ότι οι ενώσεις πόλεων κρατών στην αρχαία Ελλάδα έγιναν σε περιόδους κρίσεως και παρακμής τους και υπό τον φόβο μιας επικείμενης υποταγής σε μια ισχυρότερη δύναμη. Έτσι δημιουργήθηκαν για παράδειγμα οι συμπολιτείες. Η αποδυνάμωση του θεσμού τής πόλης-κράτους και η επιδίωξη των βα¬σιλέων τής Μακεδονίας να επεκταθούν προς τον νότο ήσαν οι αιτίες που οδήγησαν τότε πολλές πόλεις, ιδιαίτερα απομονωμένων περιοχών, να προχω¬ρήσουν στην συγκρότηση ομοσπονδιακών κρα¬τών, όπως η Αχαϊκή και η Αιτωλική συμπολιτεία.
Αυτό όμως δεν σήμαινε ότι η κάθε πόλη έπρεπε να χάσει μέρος τής εθνικής της κυριαρχίας, όπως έγινε σήμερα με την Ευρωπαϊκή Ένωση και πέρασε ως διάταξη στο σύνταγμα τής χώρας!
Οι πολίτες στην αρχαία Ελλάδα είχαν τρεις βασικές επιδιώξεις που παράλληλα αποτε¬λούσαν και προϋποθέσεις ύπαρξης της πόλης - κράτους: Αυτές ήσαν η ελευθερία, η αυτονομία και η αυτάρκεια. Οι πολίτες δηλαδή αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία τους υπερασπίζοντας την ελευ¬θερία της πόλης, συνέβαλλαν στην διακυβέρνηση με νόμους, που οι ίδιοι είχαν θεσπίσει για να επι¬τύχουν την αυτονομία της και συμμετείχαν στην παραγωγή για να καλύψουν τις ανάγκες τους και να ενισχύσουν την αυτάρκεια της πόλης τους.
Η επιβίωση και η εξέλιξη κάθε πόλης - κράτους ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τις τρεις αυτές βασικές επιδιώ¬ξεις τών πολιτών της. Οι επιδιώξεις αυτές, αν και ήσαν τότε τροχοπέδη για την οργάνωση των Ελλήνων σε ενιαίο κράτος, εν τούτοις απετέλεσαν την γενε¬σιουργό δύναμη των επιτευγμάτων και της πολι¬τισμικής τους πορείας. Είναι φανερό ότι ο συνε¬χής αγώνας των πολιτών των ελληνικών πόλεων-κρατών, που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση της ελευθερίας, της αυτονομίας και της αυτάρκειας της πόλης τους, ήταν ένα κίνητρο που οδηγούσε τότε σε μία ιδιαίτερη μορφή πατριωτισμού. Σήμερα όμως αυτές οι τρεις σημαντικές επιδιώξεις θα μπορούσαν όχι μόνο να σώσουν την Ελλάδα αλλά και να την καταστήσουν ισχυρή και υπερήφανη. Ας δούμε όμως τι σημαίνουν όμως οι τρεις αυτές λέξεις, προτού δούμε την ιδιαίτερη χρήση τους ως οδηγών επιτυχίας ενός κράτους.
Η λέξη «ελευθερία» είναι μέρος τών βασικών συστατικών τού DNA των Ελλήνων. Επειδή σήμερα όλοι ομιλούν για ειρήνη, έχουμε να τονίσουμε ότι η Ειρήνη είναι μία ιδεατή κατάσταση, η οποία για να υπάρξει, απαιτεί να υφίστανται κάποιες προϋποθέσεις. Οι Έλληνες το γνώριζαν. Γνώριζαν ότι «Ειρήνη είναι ακήρυχτος πόλεμος»... καθώς και ότι «αν θέλεις ειρήνη να προετοιμάζεσαι για πόλεμο». Η ειρήνη λοιπόν είναι μία κατάσταση, η οποία επιβάλλεται από κάποιον ισχυρό ακριβώς λόγω της δυνάμεώς του. Είναι γνωστή η «Pax Minoica», την αρχαία εποχή, η «Pax Romana» την Ρωμαϊκή περίοδο, και σήμερα η περίφημη «Pax Americana». Όμως η καταξίωση έρχεται μέσα από τον αγώνα για την Ελευθερία, η οποία είναι η πεμπτουσία τού Αγώνα εναντίον τού δυνατού! «Αν η ειρήνη είναι το παν, τότε γιατί πολεμάμε για ελευθερία» έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Οι Έλληνες δεν αγωνίζοντο λοιπόν για την ειρήνη αλλά μόνο για την ελευθερία. Αν είχαμε ελευθερία είχαμε και ειρήνη.
Γι’ αυτό και ο Εθνικός Ύμνος τής Ελλάδος είναι «Ύμνος προς την Ελευθερία» και όχι «Ύμνος προς την Ειρήνη»! Το σύνθημα του Ρήγα την περίοδο τής τουρκοκρατίας ήταν «Ελευθερία ή Θάνατος» και όχι «Ειρήνη ή Θάνατος»... Μόνο για τους Μανιάτες το σύνθημα ήταν «Νίκη ή Θάνατος», και τούτο διότι η Ελευθερία για τους Μανιάτες ήταν δεδομένη, εφ’ όσον δεν υποτάχθηκαν ποτέ.
Η λέξη «Ελευθερία», λένε τα λεξικά, σημαίνει την ανεξαρτησία από κάθε βία ή επίδραση και κατ’ επέκταση την εθνική ή πολιτική ανεξαρτησία, την αυτοτέλεια: Σήμερα έχουν δώσει στην λέξη ιδιαίτερες ερμηνείες που δεν αντιπροσωπεύουν την ουσιαστική σημασία της. Για παράδειγμα τα λεξικά αναφέρουν ότι «ελευθερία» σημαίνει το σύνολο τών δικαιωμάτων τού πολίτη σύμφωνα με τα συνταγματικά θέσμια, την άνεση και ευκινησία αλλά και την έλλειψη ηθικού περιορισμού.
Όμως η λέξη «ελευθερία» προέρχεται από τον μέλλοντα «ελεύσομαι», τού ρήματος «έρχομαι». Το Γουδιανό Ετυμολογικό Λεξικό μας πληροφορεί ότι «ελευθερία• από του εάν ελεύθεσθαι ούπερ αν εθέλη τις, ο εστιν έρχεσθαι όπου βούλεται». Υπάρχει όμως μία διαφορά. Ο μέλλων «ελεύσομαι» τού ρήματος «έρχομαι» σημαίνει «θα έλθω». Επομένως «ελευθερία» είναι αυτή που «θα έλθει». Και «θα έλθει», μόνον εάν ο άνθρωπος αγωνισθεί για να την κατακτήσει. Ο εκ των εθνικών ποιητών Ανδρέας Κάλβος όμως είχε γράψει: «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». Και πράγματι. Για να έχεις Ελευθερία, πρέπει να έχεις Αρετή! Σήμερα λοιπόν η Ελευθερία που κατακτήθηκε με αγώνες, αγώνες αιματηρούς, έχει κατοχυρωθεί συνταγματικά! Πέρασε όμως στο άλλο άκρο. Ελευθερία σημαίνει ότι τα δικαιώματά σου σταματούν εκεί που αρχίζουν τα δικαιώματα τών άλλων και το αντίστροφο! Αυτό δεν τηρήθηκε. Η ασυδοσία πήρε την θέση τής υπέρτατης αυτής αξίας των Ελλήνων. Αλλά και αυτή ταύτη η έννοια τής Ελευθερίας έπεσε σε δεύτερη μοίρα στην συνείδηση τών ταγών τής πατρίδος μας. Περιόρισαν την ελευθερία των Ελλήνων για το καλό, υποτίθεται, της ενότητος τής Ευρώπης. Η πρώτη λοιπόν επιδίωξη τών σημερινών Ελλήνων πρέπει να είναι η επανάκτηση της Ελευθερίας τους, της αρετής δηλαδή που θα τους επιτρέπει να δρουν και να εκφράζονται χωρίς περιορισμούς από άλλους αλλά και χωρίς ασυδοσία από τους ίδιους!
Η αυτονομία είναι η δεύτερη κατά σειράν επιδίωξη τής αρχαίας πόλης. Είμαι αυτόνομος σημαίνει ότι κυβερνώμαι μόνος μου. Τα λεξικά λένε ότι αυτονομία είναι η διακυβέρνηση μιας χώρας ή μιας περιοχής, με δικούς της νόμους, χωρίς αλλότριες επιρροές ή επεμβάσεις, γενικά η ανεξαρτησία. Σήμερα αυτή η ιδιότητα έχει δεσμευθεί από τις συνθήκες τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, και δυστυχώς όχι αμοιβαία, εφ’ όσον οι δυνατοί επιβάλλουν ό,τι θέλουν στην Ελλάδα. Και αφού την εξάρτησαν πρώτα οκονομικά, στην συνέχεια την εξάρτησαν και πολιτικά, μιας και η απαίτηση παραχώρησης μέρους τής εθνικής κυριαρχίας σημαίνει ότι ούτε ελεύθεροι είμαστε πια, ούτε ανεξάρτητοι.
Η αυτάρκεια, η τρίτη δηλαδή επιδίωξη, είναι η κατάσταση εκείνου που επαρκεί στις ανάγκες του, η οικονομική ανεξαρτησία, το να έχει κάποιος κάθε τι που χρειάζεται, χωρίς να εξαρτάται σε τίποτε από άλλον! Η αυτάρκεια επομένως είναι η σημαντικώτερη παράμετρος για την ανεξαρτησία μιας χώρας. Όταν έχεις όσα σου χρειάζονται, τότε δεν έχεις ανάγκη οικονομική από κανέναν. Και όταν δεν εξαρτάσαι οικονομικά, δεν εξαρτάσαι και πολιτικά.
Η Ελλάδα είναι μία ευλογημένη χώρα! Έχει τα πάντα! Από το απλούστερο προϊόν μέχρι το πιο σπάνιο ορυκτό! Έχει ακόμη θάλασσα, ήλιο, υπέροχο κλίμα, ιστορία, πολιτισμό! Έτσι, αυτοί που είχαν βάλει στο μάτι την πατρίδα μας, την οδήγησαν διά των ταγών της στην απώλεια της αυτάρκειάς της. Πρώτα κατέστρεψαν την γεωργία και την κτηνοτροφία. Ανάγκασαν τους Έλληνες διά των επιδοτήσεων να σταματήσουν να δουλεύουν και να παραχωρήσουν την δυνατότητα συγκομιδής τής σοδειάς τών χωραφιών τους στους αλλοδαπούς. Κατέστρεψαν ακόμη και κάθε άλλη παραγωγική πηγή. Την ναυτιλία, και τα κεφάλαια σε συνάλλαγμα των ναυτικών μας! Την βιομηχανία με το σκόπιμο κλείσιμο κάθε μεγάλης επιχείρησης κ.λπ.
Για να μπορέσει λοιπόν σήμερα η Ελλάδα να ορθοποδήσει θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει αυτές τις τρεις επιδιώξεις των προγόνων μας. Να ξαναγίνει ελεύθερη. Αυτό θα το επιτύχει πετώντας από πάνω της τις εξαρτήσεις! Στην συνέχεια να επιδιώξει να γίνει πάλι ουσιαστικά ανεξάρτητη, χωρίς αλλότριες επιρροές ή επεμβάσεις. Κυρίως όμως τα δύο προηγούμενα θα τα επιτύχει αν ξαναγίνει αυτάρκης. Με παραγωγή, γεωργία, κτηνοτροφία, ναυτιλία, βιομηχανία, τουρισμό και ενέργεια. Έτσι, όταν η Ελλάδα ξαναγίνει αυτάρκης δεν θα έχει ανάγκη να ζει, όπως σήμερα, με δανεικά, ακόμη και για τις βασικές της ανάγκες διατροφής. Προϋπόθεση όμως για την επιτυχία όλων των προηγουμένων είναι να εκλεγούν στην πατρίδα μας οι ηγέτες, που θα έχουν κλεισμένη στην καρδιά τους την Ελλάδα και θα νοιώσουν το μεγαλείο της. Έτσι η πατρίδα μας θα μεγαλουργήσει και πάλι! Αλλά η επιλογή αυτών των αξίων ηγετών είναι υπόθεση αποκλειστικά δική μας και της πολιτικής μας απόφασης. Δηλαδή της ψήφου μας!
Ο ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΑΝΑΓΚΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΩΝ ΤΑΓΩΝ
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Μία λέξη, η οποία κατά κόρον κυριαρχεί σήμερα στο λεξιλόγιό μας είναι η λέξη «ανάγκη». «Βρισκόμαστε σε οικονομική ανάγκη», «ανάγκη να ληφθούν μέτρα», «αναγκαζόμαστε να αλλάξουμε τρόπο ζωής» κ.λπ. Είναι γνωστή η φράση «ανάγκα και θεοί πείθονται». Κι όμως, πρέπει να προσδιορίσουμε λίγο τις πραγματικές ανάγκες σε σχέση με την διαχείριση αυτών από τους ηγέτες. Οδηγός σε αυτήν την έρευνα θα είναι ο μέγας ιστορικός Θουκυδίδης και τα συμπεράσματα που βγαίνουν από το εξαίρετο έργο του!
Βασική δύναμη, λοιπόν, για τον Θουκυδίδη, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς είναι η ανάγκη. Αυτή κατευθύνει κάθε ενέργεια τού ατόμου και επηρεάζει ως έναν βαθμό την έκβαση των γεγονότων. Βεβαίως υπάρχουν και άλλες αιτιώδεις σχέσεις γεγονότων που παίζουν ρόλο στην ιστορία. Ο Θουκυδίδης, όμως, αναλύει την έννοια τής ανάγκης πολύ αναλυτικά και θα πρέπει να εξετάσουμε το περιεχόμενό της για να κατανοήσουμε και πώς μπορούμε να αντιδράσουμε σήμερα! Φορείς των ιστορικών γεγονότων είναι τα άτομα, τα οποία όμως δεν ενεργούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Ανά¬μεσα τους υπάρχει η αναγνωρισμένη από όλους προσωπικότητα, που κα¬τευθύνει τις ενέργειες τών πολλών. Και ανάμεσα σε κάθε ομάδα ξεχωρίζει πάντο¬τε ο ένας, ο η¬γέτης.
Ο ηγέτης είναι αυτός που αποφασίζει για την τύχη τού λαού του. Ανάμεσα στα γνωρίσματα τού αξίου ηγέτη είναι η σωφροσύνη και η ορθή εκτίμηση των καταστάσεων, διότι ο πραγματικά άξιος ηγέτης άγει, δεν άγεται... (ου γαρ αισχρόν είναι Αθηναίους ναυτικώ μετά καιρού υποχωρήσαι, αλλά και μετά οτουούν τρόπου αίσχιον ξυμβήσεσθαι ήν ησσηθώσιν... 8, 27, 3).
Η τύχη τών πολιτικών ηγετών εξαρτάται πολύ από τα γεγονότα. Η ε-πιτυχία ενισχύει και εξυψώνει το γόητρο τους, ενώ η αποτυχία συνεπάγε¬ται κλονισμό τής θέσης τους. Σήμερα, έχουν όλοι ομολογήσει ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο! Οικονομικό μεν, αλλά πόλεμο. Με καταστροφές, απώλειες, θανάτους και αγώνα! Οι ηγέτες πρέπει να σταθμίζουν πάντοτε τα γεγονότα, και να μη ρίχνουν τους λαούς τους σε αλόγι¬στους κινδύνους. Επειδή, όμως, σε πολεμικές περιόδους, δεν συμβαίνουν μόνο επιτυχίες, αλλά και αποτυχίες, η κοινή γνώμη, η οποία ενδιαφέρεται μόνο για το αποτέλεσμα, είναι έτοιμη να κατα¬λογίσει ευθύνες στους ηγέτες για κάθε αποτυχία. Δημιουργείται γύρω τους ένα κλίμα κατάλληλο για την συκοφαντία και την διαβολή. Η επισφαλής θέ¬ση τών ιθυνόντων είναι απόρροια των περιστάσεων. Κατά ιστορική αναγ¬καιότητα το πλήθος ζητεί υπευθύνους για τις εναντιότητες της τύχης και απονομή δικαιοσύνης. Οι η¬γέτες είναι ο στόχος. (πολέμου δε καθεστώτος αεί ανάγκην είναι τους προύχοντας από των ξυμφορών διαβάλλεσθαι... 5, 17, 1) Οι ανάξιοι ηγέτες, βέβαια, πρέπει να οδηγούνται στην Δικαιοσύνη και να τιμωρούνται! Όμως ο καλός ηγέτης, ακριβώς επειδή είναι άξιος, ξέρει να σταθμίζει τις ενέργειες του και να φυλάγεται από την ανασφάλεια.
Γεγονότα σημαντικά εξαναγκάζουν κάποτε έναν λαό να αλλάξει τρό¬πο ζωής. Αυτό έγινε και σήμερα. οπότε είναι επιτακτική ανάγκη να βρούμε νέους προσανατολισμούς. Αν αυτοί είναι ορθοί, τότε με¬ταβάλλεται προς το καλλίτερο ο τρόπος ζωής ενός λαού και η πατρίδα του μεγα¬λουργεί! Οι Αθηναίοι π.χ. αναγκάσθηκαν από την φορά των πραγμάτων να στραφούν προς την ναυτική ζωή και έφθασαν σε μεγαλείο μοναδικό. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι αρκεί ο λαός να βρει τον κατάλληλο ταγό του, για να του δείξει τον δρόμο. Την ανάγκη τής αλλαγής και της προσαρμογής μόνον οι εκλεκτοί την βλέπουν, την προβάλλουν και την επιβάλλουν στους πολλούς, όπως τονίζει και ο Γύλιππος στους Συρακουσίους (7, 21, 3). Πάντως όποιος ασκεί ηγεμονία πάνω σε συμμάχους, γίνεται σταδιακά απεχθής. Αυτό πρέπει να το γνωρίζουν σήμερα οι ευρωπαίοι δανειστές και να επαναπροσδιορίσουν τις λανθασμένες αποφάσεις τους. Οι λαοί δεν ανέχονται την υποτέλεια. Ζητούν ανεξαρτησία και ισοτιμία...(και ει τότε υπομείναντες διά παντός απήχθεσθαι εν τη ηγεμονία, ώσπερ ημείς, ευ ίσμεν μη αν ήσσον υμάς λυπηρούς γενομένους τοις ξυμμάχοις και αναγκασθέντας αν ή άρχειν εγκρατώς ή αυτούς κινδυνεύειν... 1, 76, 1).
Όταν ο πόλεμος γίνεται αναπόφευκτος για έναν λαό, τότε ο λαός αυ¬τός πρέπει να αναλαμβάνει τον πόλεμο με θέληση και αποφασισμένος να τον κερδίσει. Έτσι ελαττώνεται η επιθετική ορμή τού εχθρού και εξυψώνεται το γόητρο εκείνου, ο οποίος κατ’ ανάγκην είναι αποφασισμένος να πολεμήσει (ειδέναι δε χρή ότι ανάγκη πολεμείν, ήν δε εκούσιοι μάλλον δεχώμεθα, ήσσον εγκεισομένους τους εναντίους έξομεν... 1, 144, 3). Σε κάθε πόλεμο ο αιφνιδιασμός είναι βασικός παράγοντας επιτυχίας ή α-ποτυχίας. Όποιος βρίσκεται και ψυχολογικά και υλικά απροετοίμαστος για πόλεμο και δέχεται αυτόν αιφνιδιαστικά, μειονεκτεί σοβαρά. Αν για παράδειγμα, εμείς, την στιγμή τού πρώτου σοκ κάναμε μια κίνηση να φύγουμε από το ευρώ, πριν δηλαδή ο Γ.Α. Παπανδρέου μας οδηγήσει στο ΔΝΤ, θα είχαμε πλεονέκτημα αιφνιδιασμού απέναντι στην Ευρώπη. Όσο επικίνδυνος είναι ο αιφνιδιασμός στις πολεμικές συγκρούσεις για τον αιφνιδιαζόμενο, τόσο ευεργετικός είναι για εκείνον που τον δημιουργεί. Μονάχα η γενναιότητα μπορεί να τον αντισταθμίσει, όταν μάλιστα συνδυάζεται με πολεμική εμπειρία (6, 69, 1). Στην σύγκρουση αποφασιστικό ρόλο παίζει πάντοτε το ψυχικό σθένος, με το οποίο ρίχνεται ο αγωνιστής στην μάχη. Μία ισχυρή διάθεση για την νίκη θα φέρει θετικό αποτέλεσμα. Εξ άλλου η ίδια η λέξη νίκη, σημαίνει την επιτυχία, που ξεκινά από το εύψυχον! Το δίλημμα ανάμεσα στην ήτ¬τα και στην νίκη οπλίζει με θάρρος τον κάθε αγωνιζόμενο. Έτσι μονάχα κερδίζονται οι αποφασιστικής σημασίας νίκες... Με την αρετή τής ψυ¬χής και το ηθικό φρόνημα... (τής τε ούν υμετέρας αυτών αξίας μνησθέντες επέλθετε τοίς εναντίοις προθύμως, και την παρούσαν ανάγκην και απορίαν φοβερωτέραν ηγησάμενοι τών πολεμίων... 6, 68, 4).
Όταν η ελευθερία ενός λαού κινδυνεύει, τότε ο λαός αυτός οπλίζεται με όλη την δύναμη του, για να εξουδετερώσει τον επιτιθέμενο. Και οι δύο μάχονται με πείσμα. Ο επιτιθέμενος φοβάται την αντεκδίκηση και γίνεται μανιώδης. Αυτός που δέχεται την επίθεση γίνεται σκληρός τιμωρός, όταν γλυτώσει από τον κίνδυνο. Ο αμυνόμενος έχει ως ηθικό έρεισμα το δικαίω¬μα τής υπεράσπισης της σωτηρίας του. Και πάνω σ’ αυτό στηρίζει και τον αγώνα του και την σκληρότητά του απέναντι στον αντίπαλο στην περίπτωση που θα καταβάλει αυτόν... (μάλιστα δε οι μη ξυν προφάσει τινά κακώς ποιούντες επεξέρχονται και διολλύναι, τον κίνδυνον υφορώμενοι τού υπολειπομένου εχθρού· ο γαρ μη ξυν ανάγκηι τι παθών χαλεπώτερος διαφυγών τού από της ίσης εχθρού... 3, 40, 6).
Αυτοί που αγωνίζονται για την τιμή τής πατρίδας τους αναγκάζονται να δέχονται τις αντιξοότητες τής τύχης με καρτερία και να αντιμετωπίζουν τον εχθρό με ανδρεία. Το 1940 - 45, π.χ. οι Έλληνες, όταν μας επετέθησαν Ιταλοί και Γερμανοί, δεν αυτοκτονούσαν, όπως αυτοκτονούν σήμερα, αλλά οργανώθηκαν, αντιστάθηκαν και νίκησαν! Στις πολεμικές συγκρούσεις βέβαια δεν είναι όλα κατ’ ανάγκην ευνοϊκά για τους αγωνιζόμενους. Ο εχθρός δεν είναι πάντοτε εύ¬κολος αντίπαλος, γεγονός το οποίο πρέπει να γνωρίζει όποιος αναλαμβάνει αγώνα για την τιμή και το μεγαλείο τής πατρίδας. Η μεγαλωσύνη του εξαρτάται από την ψυχική δύναμη, με την οποία οπλίζεται και ρίχνεται στον κίνδυνο. Την ώρα τής πάλης δοκιμάζε¬ται η αρετή του. Το θάρρος, η καρτερία, η γενναιότητα τρέφονται από τον κίνδυνο. Όποιος λυγίζει, χάνει τον σκοπό τής ύπαρξής του, ο οποίος βρί¬σκεται στον συνεχή αγώνα για ελευθερία (φέρειν δε χρή τά τε δαιμόνια αναγκαίως τά τε από των πολεμίων ανδρείως· ταύτα γαρ εν έθει τήδε τη πόλει πρότερόν τε ήν νυν τε μη εν υμίν κωλυθή... 2, 64, 2).
Για να εξουδετερώσει ο κάθε νικητής την έχθρα τού νικημένου, ένας τρόπος υπάρχει και λέγεται «μεγαλοφροσύνη». Αυτή, μαζί με την επιείκεια εξασφαλίζει την ειρήνη και όχι ο καταναγκασμός. Η επιβολή καταναγκαστικών μέτρων από τον νικητή είναι επισφαλής τρόπος επικράτησης, διότι η βία γεννά πάντα την αντίδραση. Η σπίλωση της ανθρώπινης αξιοπρέ¬πειας προκαλεί εξέγερση κατά του καταναγκασμού... (νομίζομέν τε τας μεγάλας έχθρας μάλιστ’αν διαλύεσθαι βεβαίως, ουκ ήν ανταμυνόμενός τις και επικρατήσας τα πλείω τού πολέμου κατ’ ανάγκην όρκοις εγκαταλαμβάνων μη από τού ίσου ξυμβή, αλλ’ήν παρόν το αυτό δράσαι προς το επιεικές και αρετήι αυτόν νικήσας παρά ά προσεδέχετο μετρίως ξυναλλαγή... 4, 19, 2).
Ας το έχουν αυτό υπ’ όψιν τους οι φαινομενικά νικητές ευρωπαίοι δανειστές! Ο Έλληνας στην διαδρομή της ιστορίας νίκησε απείρως ισχυρότερους από τους σημερινούς «λαπάδες» τής διεθνούς οικονομικής πολιτικής. Αν ο Έλληνας καταλάβει την δύναμή του, αποκόψει τον ομφάλιο λώρο με τον δικομματισμό και αποφασίσει να συνειδητοποιήσει τον ιστορικό του προορισμό και να εργασθεί πραγματικά, είναι βέβαιον ότι θα μεγαλουργήσει ξανά. Αν όμως παραμείνει, όπως σήμερα επαίτης, χατζηαβατικός οσφυοκάμπτης και παθητικός τηλεθεατής των τουρκικών σήριαλ, τότε είναι βέβαιον ότι ο πάτος δεν θα είναι πλέον ούτε αυτός αρκετός!
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Μία λέξη, η οποία κατά κόρον κυριαρχεί σήμερα στο λεξιλόγιό μας είναι η λέξη «ανάγκη». «Βρισκόμαστε σε οικονομική ανάγκη», «ανάγκη να ληφθούν μέτρα», «αναγκαζόμαστε να αλλάξουμε τρόπο ζωής» κ.λπ. Είναι γνωστή η φράση «ανάγκα και θεοί πείθονται». Κι όμως, πρέπει να προσδιορίσουμε λίγο τις πραγματικές ανάγκες σε σχέση με την διαχείριση αυτών από τους ηγέτες. Οδηγός σε αυτήν την έρευνα θα είναι ο μέγας ιστορικός Θουκυδίδης και τα συμπεράσματα που βγαίνουν από το εξαίρετο έργο του!
Βασική δύναμη, λοιπόν, για τον Θουκυδίδη, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς είναι η ανάγκη. Αυτή κατευθύνει κάθε ενέργεια τού ατόμου και επηρεάζει ως έναν βαθμό την έκβαση των γεγονότων. Βεβαίως υπάρχουν και άλλες αιτιώδεις σχέσεις γεγονότων που παίζουν ρόλο στην ιστορία. Ο Θουκυδίδης, όμως, αναλύει την έννοια τής ανάγκης πολύ αναλυτικά και θα πρέπει να εξετάσουμε το περιεχόμενό της για να κατανοήσουμε και πώς μπορούμε να αντιδράσουμε σήμερα! Φορείς των ιστορικών γεγονότων είναι τα άτομα, τα οποία όμως δεν ενεργούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Ανά¬μεσα τους υπάρχει η αναγνωρισμένη από όλους προσωπικότητα, που κα¬τευθύνει τις ενέργειες τών πολλών. Και ανάμεσα σε κάθε ομάδα ξεχωρίζει πάντο¬τε ο ένας, ο η¬γέτης.
Ο ηγέτης είναι αυτός που αποφασίζει για την τύχη τού λαού του. Ανάμεσα στα γνωρίσματα τού αξίου ηγέτη είναι η σωφροσύνη και η ορθή εκτίμηση των καταστάσεων, διότι ο πραγματικά άξιος ηγέτης άγει, δεν άγεται... (ου γαρ αισχρόν είναι Αθηναίους ναυτικώ μετά καιρού υποχωρήσαι, αλλά και μετά οτουούν τρόπου αίσχιον ξυμβήσεσθαι ήν ησσηθώσιν... 8, 27, 3).
Η τύχη τών πολιτικών ηγετών εξαρτάται πολύ από τα γεγονότα. Η ε-πιτυχία ενισχύει και εξυψώνει το γόητρο τους, ενώ η αποτυχία συνεπάγε¬ται κλονισμό τής θέσης τους. Σήμερα, έχουν όλοι ομολογήσει ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο! Οικονομικό μεν, αλλά πόλεμο. Με καταστροφές, απώλειες, θανάτους και αγώνα! Οι ηγέτες πρέπει να σταθμίζουν πάντοτε τα γεγονότα, και να μη ρίχνουν τους λαούς τους σε αλόγι¬στους κινδύνους. Επειδή, όμως, σε πολεμικές περιόδους, δεν συμβαίνουν μόνο επιτυχίες, αλλά και αποτυχίες, η κοινή γνώμη, η οποία ενδιαφέρεται μόνο για το αποτέλεσμα, είναι έτοιμη να κατα¬λογίσει ευθύνες στους ηγέτες για κάθε αποτυχία. Δημιουργείται γύρω τους ένα κλίμα κατάλληλο για την συκοφαντία και την διαβολή. Η επισφαλής θέ¬ση τών ιθυνόντων είναι απόρροια των περιστάσεων. Κατά ιστορική αναγ¬καιότητα το πλήθος ζητεί υπευθύνους για τις εναντιότητες της τύχης και απονομή δικαιοσύνης. Οι η¬γέτες είναι ο στόχος. (πολέμου δε καθεστώτος αεί ανάγκην είναι τους προύχοντας από των ξυμφορών διαβάλλεσθαι... 5, 17, 1) Οι ανάξιοι ηγέτες, βέβαια, πρέπει να οδηγούνται στην Δικαιοσύνη και να τιμωρούνται! Όμως ο καλός ηγέτης, ακριβώς επειδή είναι άξιος, ξέρει να σταθμίζει τις ενέργειες του και να φυλάγεται από την ανασφάλεια.
Γεγονότα σημαντικά εξαναγκάζουν κάποτε έναν λαό να αλλάξει τρό¬πο ζωής. Αυτό έγινε και σήμερα. οπότε είναι επιτακτική ανάγκη να βρούμε νέους προσανατολισμούς. Αν αυτοί είναι ορθοί, τότε με¬ταβάλλεται προς το καλλίτερο ο τρόπος ζωής ενός λαού και η πατρίδα του μεγα¬λουργεί! Οι Αθηναίοι π.χ. αναγκάσθηκαν από την φορά των πραγμάτων να στραφούν προς την ναυτική ζωή και έφθασαν σε μεγαλείο μοναδικό. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι αρκεί ο λαός να βρει τον κατάλληλο ταγό του, για να του δείξει τον δρόμο. Την ανάγκη τής αλλαγής και της προσαρμογής μόνον οι εκλεκτοί την βλέπουν, την προβάλλουν και την επιβάλλουν στους πολλούς, όπως τονίζει και ο Γύλιππος στους Συρακουσίους (7, 21, 3). Πάντως όποιος ασκεί ηγεμονία πάνω σε συμμάχους, γίνεται σταδιακά απεχθής. Αυτό πρέπει να το γνωρίζουν σήμερα οι ευρωπαίοι δανειστές και να επαναπροσδιορίσουν τις λανθασμένες αποφάσεις τους. Οι λαοί δεν ανέχονται την υποτέλεια. Ζητούν ανεξαρτησία και ισοτιμία...(και ει τότε υπομείναντες διά παντός απήχθεσθαι εν τη ηγεμονία, ώσπερ ημείς, ευ ίσμεν μη αν ήσσον υμάς λυπηρούς γενομένους τοις ξυμμάχοις και αναγκασθέντας αν ή άρχειν εγκρατώς ή αυτούς κινδυνεύειν... 1, 76, 1).
Όταν ο πόλεμος γίνεται αναπόφευκτος για έναν λαό, τότε ο λαός αυ¬τός πρέπει να αναλαμβάνει τον πόλεμο με θέληση και αποφασισμένος να τον κερδίσει. Έτσι ελαττώνεται η επιθετική ορμή τού εχθρού και εξυψώνεται το γόητρο εκείνου, ο οποίος κατ’ ανάγκην είναι αποφασισμένος να πολεμήσει (ειδέναι δε χρή ότι ανάγκη πολεμείν, ήν δε εκούσιοι μάλλον δεχώμεθα, ήσσον εγκεισομένους τους εναντίους έξομεν... 1, 144, 3). Σε κάθε πόλεμο ο αιφνιδιασμός είναι βασικός παράγοντας επιτυχίας ή α-ποτυχίας. Όποιος βρίσκεται και ψυχολογικά και υλικά απροετοίμαστος για πόλεμο και δέχεται αυτόν αιφνιδιαστικά, μειονεκτεί σοβαρά. Αν για παράδειγμα, εμείς, την στιγμή τού πρώτου σοκ κάναμε μια κίνηση να φύγουμε από το ευρώ, πριν δηλαδή ο Γ.Α. Παπανδρέου μας οδηγήσει στο ΔΝΤ, θα είχαμε πλεονέκτημα αιφνιδιασμού απέναντι στην Ευρώπη. Όσο επικίνδυνος είναι ο αιφνιδιασμός στις πολεμικές συγκρούσεις για τον αιφνιδιαζόμενο, τόσο ευεργετικός είναι για εκείνον που τον δημιουργεί. Μονάχα η γενναιότητα μπορεί να τον αντισταθμίσει, όταν μάλιστα συνδυάζεται με πολεμική εμπειρία (6, 69, 1). Στην σύγκρουση αποφασιστικό ρόλο παίζει πάντοτε το ψυχικό σθένος, με το οποίο ρίχνεται ο αγωνιστής στην μάχη. Μία ισχυρή διάθεση για την νίκη θα φέρει θετικό αποτέλεσμα. Εξ άλλου η ίδια η λέξη νίκη, σημαίνει την επιτυχία, που ξεκινά από το εύψυχον! Το δίλημμα ανάμεσα στην ήτ¬τα και στην νίκη οπλίζει με θάρρος τον κάθε αγωνιζόμενο. Έτσι μονάχα κερδίζονται οι αποφασιστικής σημασίας νίκες... Με την αρετή τής ψυ¬χής και το ηθικό φρόνημα... (τής τε ούν υμετέρας αυτών αξίας μνησθέντες επέλθετε τοίς εναντίοις προθύμως, και την παρούσαν ανάγκην και απορίαν φοβερωτέραν ηγησάμενοι τών πολεμίων... 6, 68, 4).
Όταν η ελευθερία ενός λαού κινδυνεύει, τότε ο λαός αυτός οπλίζεται με όλη την δύναμη του, για να εξουδετερώσει τον επιτιθέμενο. Και οι δύο μάχονται με πείσμα. Ο επιτιθέμενος φοβάται την αντεκδίκηση και γίνεται μανιώδης. Αυτός που δέχεται την επίθεση γίνεται σκληρός τιμωρός, όταν γλυτώσει από τον κίνδυνο. Ο αμυνόμενος έχει ως ηθικό έρεισμα το δικαίω¬μα τής υπεράσπισης της σωτηρίας του. Και πάνω σ’ αυτό στηρίζει και τον αγώνα του και την σκληρότητά του απέναντι στον αντίπαλο στην περίπτωση που θα καταβάλει αυτόν... (μάλιστα δε οι μη ξυν προφάσει τινά κακώς ποιούντες επεξέρχονται και διολλύναι, τον κίνδυνον υφορώμενοι τού υπολειπομένου εχθρού· ο γαρ μη ξυν ανάγκηι τι παθών χαλεπώτερος διαφυγών τού από της ίσης εχθρού... 3, 40, 6).
Αυτοί που αγωνίζονται για την τιμή τής πατρίδας τους αναγκάζονται να δέχονται τις αντιξοότητες τής τύχης με καρτερία και να αντιμετωπίζουν τον εχθρό με ανδρεία. Το 1940 - 45, π.χ. οι Έλληνες, όταν μας επετέθησαν Ιταλοί και Γερμανοί, δεν αυτοκτονούσαν, όπως αυτοκτονούν σήμερα, αλλά οργανώθηκαν, αντιστάθηκαν και νίκησαν! Στις πολεμικές συγκρούσεις βέβαια δεν είναι όλα κατ’ ανάγκην ευνοϊκά για τους αγωνιζόμενους. Ο εχθρός δεν είναι πάντοτε εύ¬κολος αντίπαλος, γεγονός το οποίο πρέπει να γνωρίζει όποιος αναλαμβάνει αγώνα για την τιμή και το μεγαλείο τής πατρίδας. Η μεγαλωσύνη του εξαρτάται από την ψυχική δύναμη, με την οποία οπλίζεται και ρίχνεται στον κίνδυνο. Την ώρα τής πάλης δοκιμάζε¬ται η αρετή του. Το θάρρος, η καρτερία, η γενναιότητα τρέφονται από τον κίνδυνο. Όποιος λυγίζει, χάνει τον σκοπό τής ύπαρξής του, ο οποίος βρί¬σκεται στον συνεχή αγώνα για ελευθερία (φέρειν δε χρή τά τε δαιμόνια αναγκαίως τά τε από των πολεμίων ανδρείως· ταύτα γαρ εν έθει τήδε τη πόλει πρότερόν τε ήν νυν τε μη εν υμίν κωλυθή... 2, 64, 2).
Για να εξουδετερώσει ο κάθε νικητής την έχθρα τού νικημένου, ένας τρόπος υπάρχει και λέγεται «μεγαλοφροσύνη». Αυτή, μαζί με την επιείκεια εξασφαλίζει την ειρήνη και όχι ο καταναγκασμός. Η επιβολή καταναγκαστικών μέτρων από τον νικητή είναι επισφαλής τρόπος επικράτησης, διότι η βία γεννά πάντα την αντίδραση. Η σπίλωση της ανθρώπινης αξιοπρέ¬πειας προκαλεί εξέγερση κατά του καταναγκασμού... (νομίζομέν τε τας μεγάλας έχθρας μάλιστ’αν διαλύεσθαι βεβαίως, ουκ ήν ανταμυνόμενός τις και επικρατήσας τα πλείω τού πολέμου κατ’ ανάγκην όρκοις εγκαταλαμβάνων μη από τού ίσου ξυμβή, αλλ’ήν παρόν το αυτό δράσαι προς το επιεικές και αρετήι αυτόν νικήσας παρά ά προσεδέχετο μετρίως ξυναλλαγή... 4, 19, 2).
Ας το έχουν αυτό υπ’ όψιν τους οι φαινομενικά νικητές ευρωπαίοι δανειστές! Ο Έλληνας στην διαδρομή της ιστορίας νίκησε απείρως ισχυρότερους από τους σημερινούς «λαπάδες» τής διεθνούς οικονομικής πολιτικής. Αν ο Έλληνας καταλάβει την δύναμή του, αποκόψει τον ομφάλιο λώρο με τον δικομματισμό και αποφασίσει να συνειδητοποιήσει τον ιστορικό του προορισμό και να εργασθεί πραγματικά, είναι βέβαιον ότι θα μεγαλουργήσει ξανά. Αν όμως παραμείνει, όπως σήμερα επαίτης, χατζηαβατικός οσφυοκάμπτης και παθητικός τηλεθεατής των τουρκικών σήριαλ, τότε είναι βέβαιον ότι ο πάτος δεν θα είναι πλέον ούτε αυτός αρκετός!
ΕΠΙ ΑΣΠΑΛΑΘΩΝ .Σκέψεις περί της Νεμέσεως επί των ανευθύνων πολιτικών πράξεων
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Με αφορμή τις θλιβερές εικόνες, τις σχετικές με τον θάνατο, το λιντσάρισμα και την διαπόμπευση τού δικτάτορα τής Λιβύης Μουαμάρ Γκαντάφι, οδηγήθηκα σε κάποιους συνειρμούς, που ήλθαν αυθόρμητα στον νού μου και έχουν σχέση με μία περικοπή τού Πλάτωνος, η οποία απετέλεσε αφορμή και για την γραφή ενός ποιήματος τού νομπελίστα ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη σχετικού με την τιμωρία τών τυράννων με τίτλο «επί ασπαλάθων»!
Η λέξη «τύραννος» αρχικά σήμαινε «βασιλιάς». Αυτή την σημασία, μάλιστα, έχει στον Οιδίποδα. Με τον καιρό η σημασία της εκπίπτει και «τύραννος» είναι αυτός που καταλαμβάνει την εξουσία με την βία και την ασκεί με σκληρό και βάναυσο τρόπο, με αυθαιρεσίες και παρανομίες. Αυτή την σημασία έχει η λέξη στον Πλάτωνα. Και σήμερα, όμως, τα λεξικά για την ερμηνεία τής λέξεως είναι σαφή! «Τύραννος» = ο άρχοντας που κυβερνά αυθαίρετα και απολυταρχικά | (μεταφορικά) = καταπιεστής.
Η σκέψη μου οδηγήθηκε στην κατάσταση που βιώνουμε σήμερα. Μία κυβέρνηση, η οποία εξελέγη δημοκρατικά μεν, λέγοντας, όμως, κατάφορα ψέματα δε, καταπιέζει τον ελληνικό λαό με ένα σωρό μέτρα, χωρίς να τον ρωτήσει και κυρίως αρνούμενη να δει την πραγματικότητα. Ότι δηλαδή ένας λαός πλήττεται συνεχώς, χάνει την εργασία του, όποιος έχει ακόμη εργασία διαπιστώνει ότι μειώνεται δραματικά ο μισθός του, τα δάνεια και οι υποχρεώσεις τού κάθε νοικοκυριού καθίστανται πλέον δυσβάστακτες και η κυβέρνηση ενδιαφέρεται μόνο για την παραμονή της στην εξουσία! Αρνείται να την παραδώσει, παρ’ όλο που έχει χάσει την λαϊκή, αλλά στην ουσία και την κοινοβουλευτική στήριξη! Κυβερνά δηλαδή αυθαίρετα, καταπιεστικά. Πώς λοιπόν να την ονομάσουμε; Ποια ιδιότητα να της προσδώσουμε; Μοιραία έρχεται και ξανάρχεται στο μυαλό μου ο ορισμός του λεξικού. Και ο Αρδιαίος, στην περικοπή τού Πλάτωνος και του Σεφέρη!
Βασική προϋπόθεση για να καταλάβει κάποιος το νόημα τών κειμενικών περικοπών τών αρχαίων προγόνων μας είναι να έχει παιδεία. Παιδεία ελληνική! Διότι τα φιλοσοφικά συμπεράσματα είναι αποτελέσματα όχι μόνο ειδικών γνώσεων αλλά και ελληνικού ήθους!
Ο Αρδιαίος, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Πλάτων στην «Πολιτεία», ήταν τύραννος σε μια πόλη της Παμφυλίας (περιοχής της Μ. Ασίας). Ανάμεσα σε πολλά ανοσιουργήματα που διέπραξε, σκότωσε τον πατέρα του και τον μεγαλύτερο αδελφό του γι’ αυτό και τιμωρήθηκε πολύ σκληρά στον κάτω κόσμο, μαζί με άλλους τυράννους και άδικους ανθρώπους. Αφού όλοι αυτοί εξέτισαν την καθιερωμένη ποινή, καθώς έβγαιναν
στο φως, το στόμιο τής εξόδου δεν τους δεχόταν και έβγαζε ένα μουγκρητό. Εκείνη
την στιγμή κάποιοι άνδρες άγριοι και γεμάτοι φωτιά, οι οποίοι ήσαν εκεί και ήξεραν
την σημασία τού μουγκρητού, έδεσαν τα χέρια, τα πόδια και το κεφάλι τού Αρδιαίου
και των άλλων, τους έριξαν κάτω, τους έγδαραν και στην συνέχεια άρχισαν να τους σέρνουν έξω από το δρόμο πάνω στους αγκαθωτούς ασπαλάθους πηγαίνοντάς τους στα Τάρταρα, στην άβυσσο τής αιώνιας τιμωρίας, που βρίσκεται πιο βαθιά από τον Άδη•
και εξηγούσαν στους περαστικούς διαβάτες γιατί τα παθαίνουν αυτά ο Αρδιαίος και οι άλλοι και γιατί θα πάνε στον Τάρταρο. [«Ενταύθα δη άνδρες, έφη, άγριοι, διάπυροι ιδείν, παρεστώτες και καταμανθάνοντες το φθέγμα, τους μεν διαλαβόντες ήγον, τον δε Αρδιαίον και άλλους συμποδίσαντες χείράς τε και πόδας και κεφαλήν καταβαλόντες και εκδείραντες, είλκον παρά την οδόν εκτός επ’ασπαλάθων κνάμπτοντες, και τοις αεί παριούσι σημαίνοντες ών ένεκά τε και ότι εις τον Τάρταρον εμπεσούμενοι άγοιντο» (Πλάτωνος «Πολιτεία», 615d)].
Την περικοπή αυτή χρησιμοποιεί ως κινητήρια δύναμη και ο Σεφέρης, στο ποίημά του με τίτλο «επί ασπαλάθων». Είναι μάλιστα πολύ παραστατικός ως προς την περιγραφή τής τιμωρίας τού Αρδιαίου, στην οποία προσδίδει μια κλιμακούμενη ένταση, που ξεκινάει από το απλό δέσιμο τού ενόχου, για να φθάσει ως το πλήρες κουρέλιασμα του:
τον έδεσαν χειροπόδαρα
τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπαλάθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο κουρέλι.
Φράσεις τού ποιήματος, όπως, "(οι ασπάλαθοι) δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια" καταδεικνύουν σαφώς ότι θέμα τού ποιήματος είναι η τιμωρία τού πανάθλιου Τυράννου Αρδιαίου, απώτερος όμως στόχος είναι η υπόδειξη τού τρόπου, με τον οποίο πρέπει να τιμωρούνται και οι σύγχρονοι τύραν¬νοι: να συρθούν δηλαδή και αυτοί «επί ασπαλάθων». Για την απονομή τιμωρίας λοι¬πόν υπάρχουν οι ασπάλαθοι, αφού φυτρώνουν ακόμη στην ίδια περιοχή και δεί¬χνουν έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια, όπως μερικά ζώα, σε στιγμές που δείχνουν απειλητικά τα δόντια ή τα νύχια τους σε στάση επιθετικής ετοιμότητας. Τα αγκάθια λοιπόν είναι πρόθυμα για τον ρόλο που θα διαδραματίσουν. Είναι μάλιστα μυτερά και σκληρά σαν βελόνια. Θα προξενήσουν έτσι πιο βαθιά οδύνη στους τυράννους και η τιμωρία τους θα είναι πιο φριχτή. Τα λόγια τού ποιητή υποδηλώνουν και μιαν άλλη θέση, που υποκρύπτει δεοντολογική στάση και επιθυμία: ότι με παρόμοιο σκληρό τρόπο πρέπει να τιμωρούνται για τα εγκλή¬ματά τους οι τύραννοι όλων των εποχών. Οι σύγχρονοι τύραννοι, που υφαρπάζουν την ψήφο με ψέματα και επιβάλλουν την εξουσία τους καταπατώντας τις πολιτικές ελευθερίες και στερώντας τον λαό από βασικά δικαιώματά του.
Κι επειδή σήμερα πολλοί κυβερνητικοί βουλευτές διαμαρτύρονται για τις αντιδράσεις τού ελληνικού λαού, ξεχνούν ότι με την ανοχή τους ή την απροκάλυπτη στήριξή τους σε σειρά αντικοινωνικών μέτρων, αγνόησαν επιδεικτικά τούς εκλογείς τους, δηλαδή τους ψηφοφόρους τους, που τους λένε να αποφασίσουν διαφορετικά από την κομματική γραμμή. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς τούς βουλευτές, που κάνουν τους ειδήμονες περί την αρχαία ελληνική γραμματεία, τονίζουν ότι με τις αντιδράσεις του κόσμου καταπατάται η δημοκρατία, η οποία είναι ένα ελληνικό δημιούργημα των προγόνων μας, προσφορά στην ανθρωπότητα!
Δεν τα ξέρουν όμως καλά οι κυβερνητικοί εθνοπατέρες! Τους υπενθυμίζω λοιπόν ότι στο κείμενο τού Ανδοκίδου «Περί των μυστηρίων» (97,1 - 98,6) αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: Να ορκισθούν όλοι οι Αθηναίοι, σύμφωνα με τις καθιερωμένες τελετές, κατά φυλές και κατά δήμους, ότι «θα σκοτώσουν και με τα λόγια και με τα έργα και με την ψήφο τους, και με το ίδιο τους το χέρι αν μπορούν, όποιον θα προσπαθούσε να καταλύσει την αθηναϊκή δημοκρατία! (κτενώ και λόγω και έργω και ψήφω και τη εμαυτού χειρί, αν δυνατός ω, ος αν καταλύση την δημοκρατίαν την Αθήνησι). Εννοείται ότι και τα λόγια αλλά και η ψήφος τού αθηναίου πολίτη είναι «πολιτικό όπλο», με το οποίο θα φονεύσει τον καταλύοντα την δημοκρατική νομιμότητα. Αλλά ο αρχαίος όρκος καταλήγει και σε ακόμη πιο αποτρόπαιες, σύμφωνα με την σύγχρονη πολιτική αισθητική, πράξεις. Μιλάει για αίμα (κτενώ)! Φρικτή διαπίστωση, που πρέπει να την έχουν στο μυαλό τους οι σύγχρονοι ιθύνοντες ως πολιτική παρακαταθήκη τών αρχαίων Αθηναίων, των δημιουργών τής δημοκρατίας, αλλά και ως έναν αστάθμητο παράγοντα, που οι ίδιοι όμως θα έχουν πυροδοτήσει με την αλαζονική συμπεριφορά τους και την άρνηση παραδόσεως της εξουσίας!
Ο όρκος ομιλεί επίσης σαφώς για δήμευση των περιουσιών τών καταπατούντων την δημοκρατία και απόδοση των μισών στον φονιά αυτών […και τα κτήματα τού αποθανόντος πάντα αποδόμενος αποδώσω τα ημίσεα τω αποκτείναντι, και ουκ αποστερήσω ουδέν). Καταργεί ακόμη όλους τους νόμους και τις συμφωνίες που είναι αντίθετοι προς τον δήμο και έχουν υπογραφεί από αυτούς (Οπόσοι δε όρκοι ομώμονται Αθήνησιν ή εν τω στρατοπέδω ή άλλοθι που ενάντιοι τω δήμω τω Αθηναίων, λύω και αφίημι).
Ας μελετήσουμε λοιπόν περισσότερο τούς προγόνους μας, ας διδαχθούμε από τα επιτεύγματά τους, ας προβληματισθούμε από τα λάθη τους, και κυρίως ας σταματήσουμε να τους χρησιμοποιούμε ως επιχείρημα για να καλύψουμε τα δικά μας λάθη. Στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, διότι ο λαός είναι κυρίαρχος και μόνο αυτός μπορεί να δώσει την λύση μέσω εκλογών. Αν όμως κάποιοι δεν του το επιτρέψουν και οι πολίτες μετατραπούν σε όχλο και μάζα, πολύ φοβούμαι ότι οι εξελίξεις θα είναι ανεξέλεγκτες και την ευθύνη θα την έχουν αποκλειστικά οι ανεύθυνοι «υπεύθυνοι» κυβερνήτες τής Ελλάδος!
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Με αφορμή τις θλιβερές εικόνες, τις σχετικές με τον θάνατο, το λιντσάρισμα και την διαπόμπευση τού δικτάτορα τής Λιβύης Μουαμάρ Γκαντάφι, οδηγήθηκα σε κάποιους συνειρμούς, που ήλθαν αυθόρμητα στον νού μου και έχουν σχέση με μία περικοπή τού Πλάτωνος, η οποία απετέλεσε αφορμή και για την γραφή ενός ποιήματος τού νομπελίστα ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη σχετικού με την τιμωρία τών τυράννων με τίτλο «επί ασπαλάθων»!
Η λέξη «τύραννος» αρχικά σήμαινε «βασιλιάς». Αυτή την σημασία, μάλιστα, έχει στον Οιδίποδα. Με τον καιρό η σημασία της εκπίπτει και «τύραννος» είναι αυτός που καταλαμβάνει την εξουσία με την βία και την ασκεί με σκληρό και βάναυσο τρόπο, με αυθαιρεσίες και παρανομίες. Αυτή την σημασία έχει η λέξη στον Πλάτωνα. Και σήμερα, όμως, τα λεξικά για την ερμηνεία τής λέξεως είναι σαφή! «Τύραννος» = ο άρχοντας που κυβερνά αυθαίρετα και απολυταρχικά | (μεταφορικά) = καταπιεστής.
Η σκέψη μου οδηγήθηκε στην κατάσταση που βιώνουμε σήμερα. Μία κυβέρνηση, η οποία εξελέγη δημοκρατικά μεν, λέγοντας, όμως, κατάφορα ψέματα δε, καταπιέζει τον ελληνικό λαό με ένα σωρό μέτρα, χωρίς να τον ρωτήσει και κυρίως αρνούμενη να δει την πραγματικότητα. Ότι δηλαδή ένας λαός πλήττεται συνεχώς, χάνει την εργασία του, όποιος έχει ακόμη εργασία διαπιστώνει ότι μειώνεται δραματικά ο μισθός του, τα δάνεια και οι υποχρεώσεις τού κάθε νοικοκυριού καθίστανται πλέον δυσβάστακτες και η κυβέρνηση ενδιαφέρεται μόνο για την παραμονή της στην εξουσία! Αρνείται να την παραδώσει, παρ’ όλο που έχει χάσει την λαϊκή, αλλά στην ουσία και την κοινοβουλευτική στήριξη! Κυβερνά δηλαδή αυθαίρετα, καταπιεστικά. Πώς λοιπόν να την ονομάσουμε; Ποια ιδιότητα να της προσδώσουμε; Μοιραία έρχεται και ξανάρχεται στο μυαλό μου ο ορισμός του λεξικού. Και ο Αρδιαίος, στην περικοπή τού Πλάτωνος και του Σεφέρη!
Βασική προϋπόθεση για να καταλάβει κάποιος το νόημα τών κειμενικών περικοπών τών αρχαίων προγόνων μας είναι να έχει παιδεία. Παιδεία ελληνική! Διότι τα φιλοσοφικά συμπεράσματα είναι αποτελέσματα όχι μόνο ειδικών γνώσεων αλλά και ελληνικού ήθους!
Ο Αρδιαίος, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Πλάτων στην «Πολιτεία», ήταν τύραννος σε μια πόλη της Παμφυλίας (περιοχής της Μ. Ασίας). Ανάμεσα σε πολλά ανοσιουργήματα που διέπραξε, σκότωσε τον πατέρα του και τον μεγαλύτερο αδελφό του γι’ αυτό και τιμωρήθηκε πολύ σκληρά στον κάτω κόσμο, μαζί με άλλους τυράννους και άδικους ανθρώπους. Αφού όλοι αυτοί εξέτισαν την καθιερωμένη ποινή, καθώς έβγαιναν
στο φως, το στόμιο τής εξόδου δεν τους δεχόταν και έβγαζε ένα μουγκρητό. Εκείνη
την στιγμή κάποιοι άνδρες άγριοι και γεμάτοι φωτιά, οι οποίοι ήσαν εκεί και ήξεραν
την σημασία τού μουγκρητού, έδεσαν τα χέρια, τα πόδια και το κεφάλι τού Αρδιαίου
και των άλλων, τους έριξαν κάτω, τους έγδαραν και στην συνέχεια άρχισαν να τους σέρνουν έξω από το δρόμο πάνω στους αγκαθωτούς ασπαλάθους πηγαίνοντάς τους στα Τάρταρα, στην άβυσσο τής αιώνιας τιμωρίας, που βρίσκεται πιο βαθιά από τον Άδη•
και εξηγούσαν στους περαστικούς διαβάτες γιατί τα παθαίνουν αυτά ο Αρδιαίος και οι άλλοι και γιατί θα πάνε στον Τάρταρο. [«Ενταύθα δη άνδρες, έφη, άγριοι, διάπυροι ιδείν, παρεστώτες και καταμανθάνοντες το φθέγμα, τους μεν διαλαβόντες ήγον, τον δε Αρδιαίον και άλλους συμποδίσαντες χείράς τε και πόδας και κεφαλήν καταβαλόντες και εκδείραντες, είλκον παρά την οδόν εκτός επ’ασπαλάθων κνάμπτοντες, και τοις αεί παριούσι σημαίνοντες ών ένεκά τε και ότι εις τον Τάρταρον εμπεσούμενοι άγοιντο» (Πλάτωνος «Πολιτεία», 615d)].
Την περικοπή αυτή χρησιμοποιεί ως κινητήρια δύναμη και ο Σεφέρης, στο ποίημά του με τίτλο «επί ασπαλάθων». Είναι μάλιστα πολύ παραστατικός ως προς την περιγραφή τής τιμωρίας τού Αρδιαίου, στην οποία προσδίδει μια κλιμακούμενη ένταση, που ξεκινάει από το απλό δέσιμο τού ενόχου, για να φθάσει ως το πλήρες κουρέλιασμα του:
τον έδεσαν χειροπόδαρα
τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπαλάθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο κουρέλι.
Φράσεις τού ποιήματος, όπως, "(οι ασπάλαθοι) δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια" καταδεικνύουν σαφώς ότι θέμα τού ποιήματος είναι η τιμωρία τού πανάθλιου Τυράννου Αρδιαίου, απώτερος όμως στόχος είναι η υπόδειξη τού τρόπου, με τον οποίο πρέπει να τιμωρούνται και οι σύγχρονοι τύραν¬νοι: να συρθούν δηλαδή και αυτοί «επί ασπαλάθων». Για την απονομή τιμωρίας λοι¬πόν υπάρχουν οι ασπάλαθοι, αφού φυτρώνουν ακόμη στην ίδια περιοχή και δεί¬χνουν έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια, όπως μερικά ζώα, σε στιγμές που δείχνουν απειλητικά τα δόντια ή τα νύχια τους σε στάση επιθετικής ετοιμότητας. Τα αγκάθια λοιπόν είναι πρόθυμα για τον ρόλο που θα διαδραματίσουν. Είναι μάλιστα μυτερά και σκληρά σαν βελόνια. Θα προξενήσουν έτσι πιο βαθιά οδύνη στους τυράννους και η τιμωρία τους θα είναι πιο φριχτή. Τα λόγια τού ποιητή υποδηλώνουν και μιαν άλλη θέση, που υποκρύπτει δεοντολογική στάση και επιθυμία: ότι με παρόμοιο σκληρό τρόπο πρέπει να τιμωρούνται για τα εγκλή¬ματά τους οι τύραννοι όλων των εποχών. Οι σύγχρονοι τύραννοι, που υφαρπάζουν την ψήφο με ψέματα και επιβάλλουν την εξουσία τους καταπατώντας τις πολιτικές ελευθερίες και στερώντας τον λαό από βασικά δικαιώματά του.
Κι επειδή σήμερα πολλοί κυβερνητικοί βουλευτές διαμαρτύρονται για τις αντιδράσεις τού ελληνικού λαού, ξεχνούν ότι με την ανοχή τους ή την απροκάλυπτη στήριξή τους σε σειρά αντικοινωνικών μέτρων, αγνόησαν επιδεικτικά τούς εκλογείς τους, δηλαδή τους ψηφοφόρους τους, που τους λένε να αποφασίσουν διαφορετικά από την κομματική γραμμή. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς τούς βουλευτές, που κάνουν τους ειδήμονες περί την αρχαία ελληνική γραμματεία, τονίζουν ότι με τις αντιδράσεις του κόσμου καταπατάται η δημοκρατία, η οποία είναι ένα ελληνικό δημιούργημα των προγόνων μας, προσφορά στην ανθρωπότητα!
Δεν τα ξέρουν όμως καλά οι κυβερνητικοί εθνοπατέρες! Τους υπενθυμίζω λοιπόν ότι στο κείμενο τού Ανδοκίδου «Περί των μυστηρίων» (97,1 - 98,6) αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: Να ορκισθούν όλοι οι Αθηναίοι, σύμφωνα με τις καθιερωμένες τελετές, κατά φυλές και κατά δήμους, ότι «θα σκοτώσουν και με τα λόγια και με τα έργα και με την ψήφο τους, και με το ίδιο τους το χέρι αν μπορούν, όποιον θα προσπαθούσε να καταλύσει την αθηναϊκή δημοκρατία! (κτενώ και λόγω και έργω και ψήφω και τη εμαυτού χειρί, αν δυνατός ω, ος αν καταλύση την δημοκρατίαν την Αθήνησι). Εννοείται ότι και τα λόγια αλλά και η ψήφος τού αθηναίου πολίτη είναι «πολιτικό όπλο», με το οποίο θα φονεύσει τον καταλύοντα την δημοκρατική νομιμότητα. Αλλά ο αρχαίος όρκος καταλήγει και σε ακόμη πιο αποτρόπαιες, σύμφωνα με την σύγχρονη πολιτική αισθητική, πράξεις. Μιλάει για αίμα (κτενώ)! Φρικτή διαπίστωση, που πρέπει να την έχουν στο μυαλό τους οι σύγχρονοι ιθύνοντες ως πολιτική παρακαταθήκη τών αρχαίων Αθηναίων, των δημιουργών τής δημοκρατίας, αλλά και ως έναν αστάθμητο παράγοντα, που οι ίδιοι όμως θα έχουν πυροδοτήσει με την αλαζονική συμπεριφορά τους και την άρνηση παραδόσεως της εξουσίας!
Ο όρκος ομιλεί επίσης σαφώς για δήμευση των περιουσιών τών καταπατούντων την δημοκρατία και απόδοση των μισών στον φονιά αυτών […και τα κτήματα τού αποθανόντος πάντα αποδόμενος αποδώσω τα ημίσεα τω αποκτείναντι, και ουκ αποστερήσω ουδέν). Καταργεί ακόμη όλους τους νόμους και τις συμφωνίες που είναι αντίθετοι προς τον δήμο και έχουν υπογραφεί από αυτούς (Οπόσοι δε όρκοι ομώμονται Αθήνησιν ή εν τω στρατοπέδω ή άλλοθι που ενάντιοι τω δήμω τω Αθηναίων, λύω και αφίημι).
Ας μελετήσουμε λοιπόν περισσότερο τούς προγόνους μας, ας διδαχθούμε από τα επιτεύγματά τους, ας προβληματισθούμε από τα λάθη τους, και κυρίως ας σταματήσουμε να τους χρησιμοποιούμε ως επιχείρημα για να καλύψουμε τα δικά μας λάθη. Στην δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, διότι ο λαός είναι κυρίαρχος και μόνο αυτός μπορεί να δώσει την λύση μέσω εκλογών. Αν όμως κάποιοι δεν του το επιτρέψουν και οι πολίτες μετατραπούν σε όχλο και μάζα, πολύ φοβούμαι ότι οι εξελίξεις θα είναι ανεξέλεγκτες και την ευθύνη θα την έχουν αποκλειστικά οι ανεύθυνοι «υπεύθυνοι» κυβερνήτες τής Ελλάδος!
ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΓΟΡΕΣ ΑΛΛΑ Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
«Αντίσταση» και «Αντικατάθλιψη»
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Επειδή μετά την ψήφιση του "Μνημονίου 2" παρουσιάσθηκαν πολλοί "εθνοπατέρες" που μίλησαν για "απόφαση - σταθμό", που έδωσε ανάσα στην Ελλάδα, σώζοντάς την από την ανεξέλεγκτη χρεωκοπία, θέλησα να γράψω κάποιες σκέψεις μου γι’ αυτούς και τις πράξεις τους.
Πρώτα απ’ όλα "μνημόνιο" (memorandum) είναι το υπόμνημα. Η λέξη έχει σχέση με την μνήμη, την υπενθύμιση και το "μνήμα". Αυτό πρέπει να το θυμούνται αναλογικά, διότι είναι βέβαιον ότι στο τέλος η πράξη τους και κατ’ επέκτασιν οι ίδιοι, θα μείνουν μία ασήμαντη κουκίδα στην πορεία τής ιστορικής μνήμης.
Δεύτερον για να υπάρξει ένας λογικός ειρμός πρέπει να εξηγήσω την διαφορά μεταξύ "πολιτικού" και "πολιτικάντη", διαφορά που δείχνει και το μέγεθος τής "εθνικής προσφοράς". "Πολιτικός", λοιπόν, είναι ο σχετικός με την διοίκηση των κοινών, το πρόσωπο που έχει ως κύρια ασχολία του τα δημόσια πράγματα. "Πολιτικάντης" από την άλλη είναι το επιτήδειο άτομο στο να εκμεταλλεύεται πολιτικές καταστάσεις ή γνωριμίες για προσωπικά του οφέλη.
Αυτό που είναι τραγικό είναι ότι ο πολιτικάντης θεωρεί τον εαυτό του πιο έξυπνο από τους ψηφοφόρους, χωρίς κανείς να του έχει δώσει αυτό το δικαίωμα! Ο πολιτικός, ο οποίος εξελέγη βουλευτής, οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν του όχι μόνο τους ψηφοφόρους του με την στενή έννοια τής κομματικής πελατείας αλλά και γενικώτερα τους πολίτες, οι οποίοι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από αυτούς και τους ψήφισαν, διότι τους πίστεψαν. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου μία απόφαση τού βουλευτή δεν επηρεάζει και τόσο την ζωή τών πολιτών. Σε άλλες όμως περιπτώσεις συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Και όταν ένα γεγονός, που συνδέεται με μία απόφασή τού βουλευτή, έχει επίδραση στην ζωή τής ανθρώπινης κοινωνίας, τότε μετατρέπεται αυτομάτως σε ιστορικό γεγονός! Το "Μνημόνιο 2", καθώς και η δανειακή σύμβαση και οι εφαρμοστικοί νόμοι, που το συνοδεύουν, μετατρέπουν την ζωή τού έλληνα σε απόλυτη εξαθλίωση. Αποτελεί, επομένως, ένα γεγονός, που μετατρέπεται σε εν δυνάμει ιστορικό γεγονός με την ψήφισή του από τους βουλευτές!
Κι επειδή αυτοί οι κύριοι νομίζουν ότι είναι στο «απυρόβλητο» με τα νομικά τεχνάσματα (τερτίπια) απαλλαγής τους και παραγραφής τών αξιόποινων πράξεών τους, που οι ίδιοι έχουν ψηφίσει για τους εαυτούς τους, τους πληροφορώ ως ιστορικός δύο πράγματα και όσοι εξ αυτών είναι ιστορικοί ή έχουν ασχοληθεί με την ιστορία θα το καταλάβουν ιδιαίτερα! Πρώτον, στην ιστορία κυριαρχεί το απρόβλεπτο και, δεύτερον, οι νόμοι σύμφωνα με τον Μοντεσκιέ και το έργο του «το πνεύμα τών Νόμων» διαμορφώνονται ανάλογα με τις συνθήκες ζωής και τις ανάγκες τών κοινωνιών! Αυτά τα δύο σημαίνουν εν ολίγοις ότι με ένα απρόβλεπτο γεγονός π.χ. μία εξέγερση, που πιθανόν να φέρουν τα συνεχή φιλομνημονιακά μέτρα και τα χαράτσια, μπορεί να δημιουργηθεί μία νέα δυναμική, ένα άλλου είδους Δίκαιο, να αλλάξουν οι νόμοι, διότι άλλαξαν οι συνθήκες και οι ανάγκες, να καταργηθεί η παραγραφή, να γίνει άρση της με αναδρομική ισχύ (ιδιαίτερα προσφιλής όρος στους φιλομνημονιακούς, μιας και όλα τα μέτρα έχουν αναδρομική ισχύ), όπως έγινε προσφάτως για πολύ ευτελέστερα αδικήματα στην Αγγλία, και οι υπερόπτες, που αποφάσισαν για λογαριασμό τού ελληνικού λαού, ερήμην αυτού, να βρεθούν στο ειδικό δικαστήριο με ό,τι αυτό συνεπάγεται!
Αυτά τα γράφω, διότι βλέπω ότι ο σύγχρονος πολιτικός, έχει μετατραπεί σε πολιτικάντη, ενδιαφέρεται μόνο για την καρέκλα του και δεν λαμβάνει υπ’ όψιν του τον άνθρωπο, τον κεντρικό δηλαδή πυρήνα δημιουργίας τής πολιτικής, μιας και οι άνθρωποι, οι πολίτες, αποτελούν την πόλη, με αποτέλεσμα να είναι καταδικασμένος σε αποτυχία. Αυτοί που ψήφισαν το «ναι», στην μνημειώδη υποτελειακή συνεδρίαση, μου θυμίζουν τον Κρέοντα στην «Αντιγόνη» τού Σοφοκλέους, ο οποίος θεωρούσε ότι τα ήξερε όλα, όπως και οι «γ(δ)ιαβολ-ψηφίσαντες» και θεωρούσε τον εαυτό του πιο έξυπνο και πιο ηθικό κι από τους θεούς, διαπράτοντας τοιουτοτρόπως ύβριν. Ο Αίμων, ο γυιός του τού λέει ότι «η πόλη δεν ανήκει σε έναν» (πόλις γαρ ουν εσθ’ ήτις ανδρός εσθ’ ενός – στ. 737). Ο Κρέων αντιπροτάσσει την πεποίθησή του με ρητορική γι’ αυτόν ερώτηση: «Δεν θεωρείται η πόλη ότι ανήκει στον άρχοντα;» (ου τού κρατούντος η πόλις νομίζεται; - στ. 738) και ο Αίμων αποκρίνεται όχι μόνο στον πατέρα του αλλά και στον σημερινό αντιπρόεδρο και υπουργό οικονομικών και τους συνμνημονιοψηφίσαντες, που έλεγαν ότι «άλλο να χρεωκοπήσει η χώρα και άλλο ο λαός»! Η απάντηση τού Αίμωνος πρέπει να γίνει επιγραφή και να μπει σε όλα τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και κυρίως στην Βουλή σε προμετωπίδα: «Ωραία βέβαια εσύ θα κυβερνούσες μόνος σου μια έρημη πόλη» (καλώς ερήμης γ’ αν συ γης άρχοις μόνος – στ. 739)!
Προηγουμένως η Αντιγόνη έχει πει κι άλλα για τα φοβικά σύνδρομα που δημιουργεί η εξουσία: "όλοι αυτοί θα ομολογούσαν ότι σε όλους αυτούς θα άρεσε τούτο, εάν δεν τους έκλεινε το στόμα ο φόβος" (τούτοις τούτο πάσιν ανδάνειν λέγοιτ’ αν, ει μη γλώσσαν εγκλήοι φόβος – στ. 504-505). Το ίδιο γίνεται σήμερα με την προσπάθεια κατατρομοκρατήσεως απλών οικογενειαρχών διαδηλωτών, όπου τα χημικά τούς αποτρέπουν από αυτό που υπάρχει στο DNA τους από την αρχαία εποχή. Την διεκδίκηση τής ελευθερίας τους και τών δικαιωμάτων τους! Η φωνή τών πολιτών λοιπόν είναι αυτή που θα καθορίσει την πορεία ενός έθνους και αυτήν οφείλουν να ακούν οι πολιτικοί.
Είχαμε πει σε προηγούμενο άρθρο μας ότι σε περιόδους ασφυκτικής πίεσης, την ιστορία την γράφουν πάντοτε τα ΟΧΙ! Το «Μολών Λαβέ» τού Λεωνίδα, είναι στην ιστορία 2500 χρόνια τώρα και θα είναι ες αεί. Όταν οι τούρκοι ήσαν προ των πυλών τής Κωνσταντινουπόλεως και εζητήθη από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να παραδώσει την Πόλη και να διασωθεί ο ίδιος και η εξουσία του, η ελληνική ψυχή μίλησε υπερήφανα και είπε: «το δε την πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν εστιν ουτ’ άλλου τών κατοικούντων εν ταύτη· κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα τής ζωής ημών» (Μιχαήλ Δούκα, «Ιστορία Τουρκοβυζαντινή», 39,1,16-18).
Ο πατριώτης Δημήτριος Υψηλάντης στις 12 Απριλίου τού 1826, στην Πιάδα τής Επιδαύρου και κατά την Γ΄ Εθνοσυνέλευση τών Ελλήνων, όταν επρόκειτο να υπογραφεί η πολυδιαφημισμένη «Πράξη της Υποτέλειας» (Act of submission) στους Άγγλους, (το αντίστοιχο δηλαδή μνημόνιο τής Επανάστασης) έκανε μία πράξη διαμαρτυρίας, στηλιτεύοντας τον ραγιαδισμό και την υποτέλεια. Και μεταξύ άλλων είπε: «Η Εθνική Συνέλευσις αποφασίζουσα να ζητήση την μοναδικήν μεσιτείαν τού εν Κωνσταντινουπόλει πρέσβεως της Αγγλίας δια να συμβιβάση την Ελλάδα με τους τυράννους της, παρεκτρέπεται από τα ιερά χρέη της και από τον προς ον όρον τής συγκροτήσεως της.» (Αντικαταστήσατε το όνομα τού Άγγλου πρέσβεως με αυτό τής Μέρκελ και έχετε την επανάληψη τού σεναρίου)... Και συνέχισε: «Ο λαός, κύριοι, τού οποίου παρρησιάζετε το πρόσωπον, δεν σας έδωκε πληρεξουσιότητα να καταργήσετε την εθνικήν και πολιτικήν ανεξαρτησίαν του, αλλά να την στερεώσετε, να την διαιωνίσετε.» Και κλείνει με την πεμπτουσία τής ελληνικής υπερηφάνειας και τού ελληνικού πατριωτικού ηρωϊσμού: «Τα μεγάλα έθνη και οι καλοί πατριώται φαίνονται εις τας κρίσιμους περιστάσεις τής πατρίδος των. Δούλος είν’ εύκολον να γένη τις, όταν θέλη. Αυθέντης είναι δύσκολον.» (σ.σ. Ακούμε τις τελευταίες ημέρες ότι οι βουλευτές τού δικομματισμού που έκαναν τα παλληκαράκια θέλουν να γίνουν «τής φακής» και ότι έρχονται να γλείψουν εκεί που έφτυσαν. Τους προτρέπω να μη το κάνουν! Ουδέν γελοιωδέστερον τούτου υπάρχει!)
Είχαμε πει ακόμη για τον Ιωάννη Μεταξά, που είχε δύο ώρες για να απαντήσει στον Γκράτσι, αν θα υποδούλωνε την Ελλάδα. Και είπε ΟΧΙ, διότι ως μέλος τού ελληνικού λαού για τον οποίον πονούσε και εργαζόταν αφουγκράσθηκε την πεποίθησή του. Και δικαιώθηκε!
Το ίδιο έκανε και ο αείμνηστος Πρόεδρος τής Κύπρου, ο ΕΛΛΗΝΑΣ Τάσσος Παπαδόπουλος. Σήμερα, που από τα μυστικά έγγραφα απεκαλύφθη η προπαγάνδα, που προωθούσε το «σχέδιο Αννάν», καθώς και πόσοι δημοσιογράφοι (και όχι μόνο) είχαν εξαγορασθεί για να παίξουν το παιχνίδι τής κατατρομοκρατήσεως τού Κυπριακού Ελληνισμού, πόσα πολιτικά πρόσωπα είχαν εμπλακεί και τι προβλέψεις είχαν γίνει, θα τρελαθούμε από τις ομοιότητες. Σήμερα μας δημιούργησαν ψευτοδιλήμματα τού τύπου «αν δεν υπογράψουμε, θα πτωχεύσουμε, δεν θα έχουμε μισθούς, συντάξεις, πετρέλαιο, φάρμακα κ.λπ.». Τότε υπήρχαν τα ψευτοδιλήμματα τού τύπου «αν δεν ψηφισθεί το σχέδιο Αννάν, η Κύπρος θα διχοτομηθεί, θα χαθεί οικονομικά, θα καταστραφεί, θα...θα...θα»! Ο Τάσσος Παπαδόπουλος όμως έκανε δημοψήφισμα, διότι άκουσε την φωνή τών Κυπρίων Ελλήνων, τού λαού του! Και είπε στο διάγγελμά του, δακρύζοντας, με σθένος ψυχής: «Εγώ παρέλαβα Κράτος, δεν θα παραδώσω κοινότητα»! Και ο λαός που τον εμπιστεύθηκε, στο δημοψήφισμα τον δικαίωσε και είπε ΟΧΙ! Και η Κύπρος ευημερεί, είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι αυτάρκης, βγάζει πετρέλαιο, κάνει στρατηγικές συμμαχίες, γράφοντας στα παλιά της τα παπούτσια την «γιγάντισσα» Τουρκία, που οι ελλαδίτες πολιτικάντες τρέμουν, και τόσα άλλα!
Κανείς λοιπόν δεν έδωσε το δικαίωμα στους υπερόπτες βουλευτές, που κατά κύριο λόγο, ως πολιτικάντες, κοιτούν την μεσομακροπρόθεσμη πολιτική επιβίωσή τους και εξασφάλιση τής καρέκλας τους, να γράψουν στα παλαιότερα τών υποδημάτων τους, εάν έχουν, τον ελληνικό λαό, να μην αποταθούν με θάρρος και ανδρισμό σε αυτόν, να μην εξηγήσουν τα πράγματα με ειλικρίνεια, αλλά μόνο να τον τρομοκρατήσουν και να τον εξαθλιώσουν με το «δόγμα τού Σοκ»! Οι ατάκες τών ψευτοδιλημμάτων τους ήσαν: «Επώδυνα μέτρα ή περισσότερο επώδυνα μέτρα». Η διαπραγμάτευση με σθένος ανύπαρκτη. Το «επικρατέειν ή απολλύσθαι» άγνωστο. Η διεκδίκηση των οφειλομένων αποζημιώσεων κατά το κοινώς λεγόμενον «γαργάρα». Ο Κώστας Καρυωτάκης, όμως, στις «Υποθήκες» του προφητικά γράφει σχετικά με αυτούς: «Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό, στον πλατύ κόσμο μια θέση. Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό, τού δίνουν όψη ν’ αρέσει. Του δίνουν λόγια χρυσά, που νικούν με πειθώ τους το ψέμα, όταν οι άνθρωποι διαφιλονικούν την σάρκα σου και το αίμα!»
Ε λοιπόν όχι. Είμαστε ο Ελληνικός ΛΑΟΣ. Οι πραγματικοί πατριώτες! Ο Έλληνας είναι η πηγή και η βάση για κάθε αναγέννηση! Γι’ αυτό τα συνθήματά μας πρέπει να είναι πλέον: «Αντίσταση» και «Αντικατάθλιψη»! Ας τα κάνουμε λοιπόν βίωμά μας με την αρωγή τών στίχων τής Έλλης Γιαννοπούλου: «Μη πεις πως μας τελείωσε το Κλέος... Πως γεννηθήκαμε σε λάθος εποχή... Οι Έλληνες δεν φεύγουν απ’ το Χρέος, όσο η θάλασσα κι ο ήλιος είναι εκεί...»!
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
Επειδή μετά την ψήφιση του "Μνημονίου 2" παρουσιάσθηκαν πολλοί "εθνοπατέρες" που μίλησαν για "απόφαση - σταθμό", που έδωσε ανάσα στην Ελλάδα, σώζοντάς την από την ανεξέλεγκτη χρεωκοπία, θέλησα να γράψω κάποιες σκέψεις μου γι’ αυτούς και τις πράξεις τους.
Πρώτα απ’ όλα "μνημόνιο" (memorandum) είναι το υπόμνημα. Η λέξη έχει σχέση με την μνήμη, την υπενθύμιση και το "μνήμα". Αυτό πρέπει να το θυμούνται αναλογικά, διότι είναι βέβαιον ότι στο τέλος η πράξη τους και κατ’ επέκτασιν οι ίδιοι, θα μείνουν μία ασήμαντη κουκίδα στην πορεία τής ιστορικής μνήμης.
Δεύτερον για να υπάρξει ένας λογικός ειρμός πρέπει να εξηγήσω την διαφορά μεταξύ "πολιτικού" και "πολιτικάντη", διαφορά που δείχνει και το μέγεθος τής "εθνικής προσφοράς". "Πολιτικός", λοιπόν, είναι ο σχετικός με την διοίκηση των κοινών, το πρόσωπο που έχει ως κύρια ασχολία του τα δημόσια πράγματα. "Πολιτικάντης" από την άλλη είναι το επιτήδειο άτομο στο να εκμεταλλεύεται πολιτικές καταστάσεις ή γνωριμίες για προσωπικά του οφέλη.
Αυτό που είναι τραγικό είναι ότι ο πολιτικάντης θεωρεί τον εαυτό του πιο έξυπνο από τους ψηφοφόρους, χωρίς κανείς να του έχει δώσει αυτό το δικαίωμα! Ο πολιτικός, ο οποίος εξελέγη βουλευτής, οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν του όχι μόνο τους ψηφοφόρους του με την στενή έννοια τής κομματικής πελατείας αλλά και γενικώτερα τους πολίτες, οι οποίοι δεν έχουν να κερδίσουν τίποτα από αυτούς και τους ψήφισαν, διότι τους πίστεψαν. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου μία απόφαση τού βουλευτή δεν επηρεάζει και τόσο την ζωή τών πολιτών. Σε άλλες όμως περιπτώσεις συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Και όταν ένα γεγονός, που συνδέεται με μία απόφασή τού βουλευτή, έχει επίδραση στην ζωή τής ανθρώπινης κοινωνίας, τότε μετατρέπεται αυτομάτως σε ιστορικό γεγονός! Το "Μνημόνιο 2", καθώς και η δανειακή σύμβαση και οι εφαρμοστικοί νόμοι, που το συνοδεύουν, μετατρέπουν την ζωή τού έλληνα σε απόλυτη εξαθλίωση. Αποτελεί, επομένως, ένα γεγονός, που μετατρέπεται σε εν δυνάμει ιστορικό γεγονός με την ψήφισή του από τους βουλευτές!
Κι επειδή αυτοί οι κύριοι νομίζουν ότι είναι στο «απυρόβλητο» με τα νομικά τεχνάσματα (τερτίπια) απαλλαγής τους και παραγραφής τών αξιόποινων πράξεών τους, που οι ίδιοι έχουν ψηφίσει για τους εαυτούς τους, τους πληροφορώ ως ιστορικός δύο πράγματα και όσοι εξ αυτών είναι ιστορικοί ή έχουν ασχοληθεί με την ιστορία θα το καταλάβουν ιδιαίτερα! Πρώτον, στην ιστορία κυριαρχεί το απρόβλεπτο και, δεύτερον, οι νόμοι σύμφωνα με τον Μοντεσκιέ και το έργο του «το πνεύμα τών Νόμων» διαμορφώνονται ανάλογα με τις συνθήκες ζωής και τις ανάγκες τών κοινωνιών! Αυτά τα δύο σημαίνουν εν ολίγοις ότι με ένα απρόβλεπτο γεγονός π.χ. μία εξέγερση, που πιθανόν να φέρουν τα συνεχή φιλομνημονιακά μέτρα και τα χαράτσια, μπορεί να δημιουργηθεί μία νέα δυναμική, ένα άλλου είδους Δίκαιο, να αλλάξουν οι νόμοι, διότι άλλαξαν οι συνθήκες και οι ανάγκες, να καταργηθεί η παραγραφή, να γίνει άρση της με αναδρομική ισχύ (ιδιαίτερα προσφιλής όρος στους φιλομνημονιακούς, μιας και όλα τα μέτρα έχουν αναδρομική ισχύ), όπως έγινε προσφάτως για πολύ ευτελέστερα αδικήματα στην Αγγλία, και οι υπερόπτες, που αποφάσισαν για λογαριασμό τού ελληνικού λαού, ερήμην αυτού, να βρεθούν στο ειδικό δικαστήριο με ό,τι αυτό συνεπάγεται!
Αυτά τα γράφω, διότι βλέπω ότι ο σύγχρονος πολιτικός, έχει μετατραπεί σε πολιτικάντη, ενδιαφέρεται μόνο για την καρέκλα του και δεν λαμβάνει υπ’ όψιν του τον άνθρωπο, τον κεντρικό δηλαδή πυρήνα δημιουργίας τής πολιτικής, μιας και οι άνθρωποι, οι πολίτες, αποτελούν την πόλη, με αποτέλεσμα να είναι καταδικασμένος σε αποτυχία. Αυτοί που ψήφισαν το «ναι», στην μνημειώδη υποτελειακή συνεδρίαση, μου θυμίζουν τον Κρέοντα στην «Αντιγόνη» τού Σοφοκλέους, ο οποίος θεωρούσε ότι τα ήξερε όλα, όπως και οι «γ(δ)ιαβολ-ψηφίσαντες» και θεωρούσε τον εαυτό του πιο έξυπνο και πιο ηθικό κι από τους θεούς, διαπράτοντας τοιουτοτρόπως ύβριν. Ο Αίμων, ο γυιός του τού λέει ότι «η πόλη δεν ανήκει σε έναν» (πόλις γαρ ουν εσθ’ ήτις ανδρός εσθ’ ενός – στ. 737). Ο Κρέων αντιπροτάσσει την πεποίθησή του με ρητορική γι’ αυτόν ερώτηση: «Δεν θεωρείται η πόλη ότι ανήκει στον άρχοντα;» (ου τού κρατούντος η πόλις νομίζεται; - στ. 738) και ο Αίμων αποκρίνεται όχι μόνο στον πατέρα του αλλά και στον σημερινό αντιπρόεδρο και υπουργό οικονομικών και τους συνμνημονιοψηφίσαντες, που έλεγαν ότι «άλλο να χρεωκοπήσει η χώρα και άλλο ο λαός»! Η απάντηση τού Αίμωνος πρέπει να γίνει επιγραφή και να μπει σε όλα τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και κυρίως στην Βουλή σε προμετωπίδα: «Ωραία βέβαια εσύ θα κυβερνούσες μόνος σου μια έρημη πόλη» (καλώς ερήμης γ’ αν συ γης άρχοις μόνος – στ. 739)!
Προηγουμένως η Αντιγόνη έχει πει κι άλλα για τα φοβικά σύνδρομα που δημιουργεί η εξουσία: "όλοι αυτοί θα ομολογούσαν ότι σε όλους αυτούς θα άρεσε τούτο, εάν δεν τους έκλεινε το στόμα ο φόβος" (τούτοις τούτο πάσιν ανδάνειν λέγοιτ’ αν, ει μη γλώσσαν εγκλήοι φόβος – στ. 504-505). Το ίδιο γίνεται σήμερα με την προσπάθεια κατατρομοκρατήσεως απλών οικογενειαρχών διαδηλωτών, όπου τα χημικά τούς αποτρέπουν από αυτό που υπάρχει στο DNA τους από την αρχαία εποχή. Την διεκδίκηση τής ελευθερίας τους και τών δικαιωμάτων τους! Η φωνή τών πολιτών λοιπόν είναι αυτή που θα καθορίσει την πορεία ενός έθνους και αυτήν οφείλουν να ακούν οι πολιτικοί.
Είχαμε πει σε προηγούμενο άρθρο μας ότι σε περιόδους ασφυκτικής πίεσης, την ιστορία την γράφουν πάντοτε τα ΟΧΙ! Το «Μολών Λαβέ» τού Λεωνίδα, είναι στην ιστορία 2500 χρόνια τώρα και θα είναι ες αεί. Όταν οι τούρκοι ήσαν προ των πυλών τής Κωνσταντινουπόλεως και εζητήθη από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να παραδώσει την Πόλη και να διασωθεί ο ίδιος και η εξουσία του, η ελληνική ψυχή μίλησε υπερήφανα και είπε: «το δε την πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν εστιν ουτ’ άλλου τών κατοικούντων εν ταύτη· κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα τής ζωής ημών» (Μιχαήλ Δούκα, «Ιστορία Τουρκοβυζαντινή», 39,1,16-18).
Ο πατριώτης Δημήτριος Υψηλάντης στις 12 Απριλίου τού 1826, στην Πιάδα τής Επιδαύρου και κατά την Γ΄ Εθνοσυνέλευση τών Ελλήνων, όταν επρόκειτο να υπογραφεί η πολυδιαφημισμένη «Πράξη της Υποτέλειας» (Act of submission) στους Άγγλους, (το αντίστοιχο δηλαδή μνημόνιο τής Επανάστασης) έκανε μία πράξη διαμαρτυρίας, στηλιτεύοντας τον ραγιαδισμό και την υποτέλεια. Και μεταξύ άλλων είπε: «Η Εθνική Συνέλευσις αποφασίζουσα να ζητήση την μοναδικήν μεσιτείαν τού εν Κωνσταντινουπόλει πρέσβεως της Αγγλίας δια να συμβιβάση την Ελλάδα με τους τυράννους της, παρεκτρέπεται από τα ιερά χρέη της και από τον προς ον όρον τής συγκροτήσεως της.» (Αντικαταστήσατε το όνομα τού Άγγλου πρέσβεως με αυτό τής Μέρκελ και έχετε την επανάληψη τού σεναρίου)... Και συνέχισε: «Ο λαός, κύριοι, τού οποίου παρρησιάζετε το πρόσωπον, δεν σας έδωκε πληρεξουσιότητα να καταργήσετε την εθνικήν και πολιτικήν ανεξαρτησίαν του, αλλά να την στερεώσετε, να την διαιωνίσετε.» Και κλείνει με την πεμπτουσία τής ελληνικής υπερηφάνειας και τού ελληνικού πατριωτικού ηρωϊσμού: «Τα μεγάλα έθνη και οι καλοί πατριώται φαίνονται εις τας κρίσιμους περιστάσεις τής πατρίδος των. Δούλος είν’ εύκολον να γένη τις, όταν θέλη. Αυθέντης είναι δύσκολον.» (σ.σ. Ακούμε τις τελευταίες ημέρες ότι οι βουλευτές τού δικομματισμού που έκαναν τα παλληκαράκια θέλουν να γίνουν «τής φακής» και ότι έρχονται να γλείψουν εκεί που έφτυσαν. Τους προτρέπω να μη το κάνουν! Ουδέν γελοιωδέστερον τούτου υπάρχει!)
Είχαμε πει ακόμη για τον Ιωάννη Μεταξά, που είχε δύο ώρες για να απαντήσει στον Γκράτσι, αν θα υποδούλωνε την Ελλάδα. Και είπε ΟΧΙ, διότι ως μέλος τού ελληνικού λαού για τον οποίον πονούσε και εργαζόταν αφουγκράσθηκε την πεποίθησή του. Και δικαιώθηκε!
Το ίδιο έκανε και ο αείμνηστος Πρόεδρος τής Κύπρου, ο ΕΛΛΗΝΑΣ Τάσσος Παπαδόπουλος. Σήμερα, που από τα μυστικά έγγραφα απεκαλύφθη η προπαγάνδα, που προωθούσε το «σχέδιο Αννάν», καθώς και πόσοι δημοσιογράφοι (και όχι μόνο) είχαν εξαγορασθεί για να παίξουν το παιχνίδι τής κατατρομοκρατήσεως τού Κυπριακού Ελληνισμού, πόσα πολιτικά πρόσωπα είχαν εμπλακεί και τι προβλέψεις είχαν γίνει, θα τρελαθούμε από τις ομοιότητες. Σήμερα μας δημιούργησαν ψευτοδιλήμματα τού τύπου «αν δεν υπογράψουμε, θα πτωχεύσουμε, δεν θα έχουμε μισθούς, συντάξεις, πετρέλαιο, φάρμακα κ.λπ.». Τότε υπήρχαν τα ψευτοδιλήμματα τού τύπου «αν δεν ψηφισθεί το σχέδιο Αννάν, η Κύπρος θα διχοτομηθεί, θα χαθεί οικονομικά, θα καταστραφεί, θα...θα...θα»! Ο Τάσσος Παπαδόπουλος όμως έκανε δημοψήφισμα, διότι άκουσε την φωνή τών Κυπρίων Ελλήνων, τού λαού του! Και είπε στο διάγγελμά του, δακρύζοντας, με σθένος ψυχής: «Εγώ παρέλαβα Κράτος, δεν θα παραδώσω κοινότητα»! Και ο λαός που τον εμπιστεύθηκε, στο δημοψήφισμα τον δικαίωσε και είπε ΟΧΙ! Και η Κύπρος ευημερεί, είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι αυτάρκης, βγάζει πετρέλαιο, κάνει στρατηγικές συμμαχίες, γράφοντας στα παλιά της τα παπούτσια την «γιγάντισσα» Τουρκία, που οι ελλαδίτες πολιτικάντες τρέμουν, και τόσα άλλα!
Κανείς λοιπόν δεν έδωσε το δικαίωμα στους υπερόπτες βουλευτές, που κατά κύριο λόγο, ως πολιτικάντες, κοιτούν την μεσομακροπρόθεσμη πολιτική επιβίωσή τους και εξασφάλιση τής καρέκλας τους, να γράψουν στα παλαιότερα τών υποδημάτων τους, εάν έχουν, τον ελληνικό λαό, να μην αποταθούν με θάρρος και ανδρισμό σε αυτόν, να μην εξηγήσουν τα πράγματα με ειλικρίνεια, αλλά μόνο να τον τρομοκρατήσουν και να τον εξαθλιώσουν με το «δόγμα τού Σοκ»! Οι ατάκες τών ψευτοδιλημμάτων τους ήσαν: «Επώδυνα μέτρα ή περισσότερο επώδυνα μέτρα». Η διαπραγμάτευση με σθένος ανύπαρκτη. Το «επικρατέειν ή απολλύσθαι» άγνωστο. Η διεκδίκηση των οφειλομένων αποζημιώσεων κατά το κοινώς λεγόμενον «γαργάρα». Ο Κώστας Καρυωτάκης, όμως, στις «Υποθήκες» του προφητικά γράφει σχετικά με αυτούς: «Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό, στον πλατύ κόσμο μια θέση. Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό, τού δίνουν όψη ν’ αρέσει. Του δίνουν λόγια χρυσά, που νικούν με πειθώ τους το ψέμα, όταν οι άνθρωποι διαφιλονικούν την σάρκα σου και το αίμα!»
Ε λοιπόν όχι. Είμαστε ο Ελληνικός ΛΑΟΣ. Οι πραγματικοί πατριώτες! Ο Έλληνας είναι η πηγή και η βάση για κάθε αναγέννηση! Γι’ αυτό τα συνθήματά μας πρέπει να είναι πλέον: «Αντίσταση» και «Αντικατάθλιψη»! Ας τα κάνουμε λοιπόν βίωμά μας με την αρωγή τών στίχων τής Έλλης Γιαννοπούλου: «Μη πεις πως μας τελείωσε το Κλέος... Πως γεννηθήκαμε σε λάθος εποχή... Οι Έλληνες δεν φεύγουν απ’ το Χρέος, όσο η θάλασσα κι ο ήλιος είναι εκεί...»!
Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ .Σήμερα και αύριο
Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
«Μπάρμπα Γιάννη Μακρυγιάννη, πάρε μαύρο γιαταγάνι κι έλα στην ζωή μας πίσω, το στραβό να κάνεις ίσιο» λέει σ’ ένα τραγούδι του ο Νίκος Γκάτσος. Και πράγματι η παρουσία και η ανάδειξη τής προσωπικότητος τού Μακρυγιάννη και των λόγων του, σήμερα είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ!
Το να προβάλλω εξ αρχής την ζωή και την δράση τού Μα¬κρυγιάννη σαν πλατωνικό υπόδειγμα, καλύπτει κι’ έναν άλλο σκοπό. Όχι ότι άλλοι, πολύ αξιόλογοι και ενδεδει¬γμένοι, πού ασχολήθηκαν με την σημαντικώτερη αυτή νεοελληνική μορφή, δεν την ετοποθέτησαν στο βάθρο που έπρεπε, αλλά παρασυρμένοι από την απειρία τών εκδηλώσεων τής δραστηριότητάς της, δεν έθεσαν το ερώτημα, πού διετύπωσε ο Βλαχογιάννης, ότι δηλαδή «γεννάται απορία μεγάλη, πώς άνθρωπος τόσον απλούς το ήθος και τον νουν, στερούμενος παντελώς παιδείας οιασδήποτε, μόλις δε μα¬θών δι’ αδεξίας χειρός να χαράττη και συνδέη εις συλλαβάς τα γράμματα τού αλφαβήτου, πώς εφαντάσθη εαυτόν ικανόν να καταστρώση επί του χάρτου εκθεσιν τόσον λεπτομερή, εκτεταμένην και αρτίαν, όχι μόνον περί των ιδίων πράξεων, αλλά και περί πλεί¬στων άλλων συγχρόνων γεγονότων, εν συνοχή λογική και εν συγ¬γραφική ενότητι τόσον τελεία, οποία η εν τω έργω τούτω του ρηθέντος στρατηγού…»
Και πράγματι! Τα λόγια τού Μακρυγιάννη είναι καθοριστικά και οι θαρραλέες απαντήσεις του στους ξένους διαχρονικές! Σήμερα μάλιστα, με τις ταπεινώσεις που δεχόμαστε από τους ευρωπαίους είναι πλέον επιτακτικό να γνωρίζουμε τα λόγια αυτά… Ας θυμηθούμε λοιπόν κάποια ιδιαίτερα σημαντικά! Λίγο μετά την δολοφονία τού Καποδίστρια, γαλλικός στρατός αφοπλίζει τους γύρω από το Ναύπλιο Έλληνες αγωνιστές. Παίρνουν και τον οπλισμό τού Μακρυγιάννη. Κι αυτός λέει στον διοικητή: «Τί σας έκαμε αυτό τ’ όνομα τών Έλλήνων εσάς των γενναίων αντρών τής Ευρώπης, εσάς των προκομμένων, εσάς των πλούσιων. Όλοι οι προταγμένοι άν¬τρες των παλαιών Ελλήνων, οι γενναίοι όλης της άνθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστο¬κλής, ο Λεωνίδας, ο Θρασύβουλος, ο Δημοσθένης και οι επίλοιποι πατέρες γενικώς τής άνθρωπότης κοπίαζαν και βασανίζονταν νύχτα και ημέρα μ’ αρετή, με ’λικρίνεια, με καθαρό ενθουσιασμό να φωτίσουνε την άνθρωποτη και να την αναστήσουν να ’χη αρετή και φώ¬τα, γενναιότητα και πατριωτισμό. Όλοι αυτήνοι οι μεγάλοι άντρες τού κόσμου κατοικούνε τόσους αιώνες στον Άδη σ’ έναν τόπο σκο¬τεινό και κλαίνε και βασανίζονται για τα πολλά δεινά οπού τραβάγει ή δυστυχισμένη μερική πατρίδα τους η Ελλάς, έσβησε τ’ όνομά της. Αυτήνοι δεν τήραγαν να θησαυρίσουμε μάταια και προσωρι¬νά, τήραγαν να φωτίσουν τον κόσμο με φώτα παντοτινά. Έντυσαν τους ανθρώπους αρετή, τους γύμνωσαν από την κακή διαγωή· και τοιούτως θεωρούσαν γενικώς την ανθρωπότη και γένονταν δάσκαλοι τής αλήθειας. Κάνουν και οι μαθηταί τους οι Ευρωπαίοι την αντα¬μοιβή στους απογόνους εμάς — γύμναση της κακίας και παραλυ¬σίας. Τέτοι’ αρετή έχουν, τέτοια φώτα μάς δίνουν. Μια χούφτα απόγονοι εκεινών των παλαιών Ελλήνων χωρίς ντουφέκια και πολεμοφόδια και τ’ άλλα τ’ αναγκαία τού πολέμου ξεσκεπάσαμε την μάσκαρα τού Σουλτάνου, οπούχε στο πρόσωπό του κι έσκιαζε τον μεγάλο Ευρωπαίο...».
Αυτά, αγαπητοί φίλοι είναι υπερήφανα ελληνικά λόγια! Λόγια άνωθεν υπαγορευθέντα, που τα έκανε πράξη ο αγράμματος Ρουμελιώτης. Θείες εντολές, όμως, δεν εκτελούσε και όταν σύστησε σε δύο στρατιώτες, πού ’θελαν να πουλήσουν σ’ ευρωπαίους δύο αρχαία αγάλματα, να μη το κάνουν, όχι για χίλια ούτε για δέκα χιλιάδες τάλληρα, λέγοντάς τους το περί¬φημο εκείνο «γι’ αυτά πολεμήσαμε»; Δεν αποδεικνύει κι αυτό το γεγονός, το ψυχολογικό βάθος τής προσωπικότητας αυτής;
Κι όταν έστειλε στην Οθωνική Αντιβασιλεία αναφορά, ότι παραιτείτο τού μισθού του, αν και ήταν φτωχός, για να δοθεί αυτός στους αγωνιστές και τις χήρες και τα ορφανά πού πέθαιναν της πείνας, αποφασίζοντας να δικαιώσει τους αδικημένους, («επαμύνειν τοις αδικουμένοις» όπως έλεγε και ο αρχαίος Περικλής), δεν έδειχνε αυτό μια έμπρακτη άσκηση πολιτικής αρετής και ανθρωπιάς; Α¬κόμη περισσότερο πού γι’ αυτή την εκδήλωση καταδιώχθηκε.
«Την καταφρόνεσι την ’στάνομαι» έλεγε βαρύθυμος, όταν αναγ¬κάσθηκε να εγκαταλείψει το Παλάτι, επειδή, ύστερα από ραδιουρ¬γίες, δεν παρουσίασαν αυτόν και τους άλλους καπετανέους στον Όθωνα, στην τελετή τής ενηλικιώσεώς του. Ποιός τού ενέπνευσε μια τέτοια έννοια της αξιοπρέπειας;
Εκεί, όμως, όπου η «αιδώς και δίκη» ανευρίσκει την αυθεντική ύπαρξή της σε ανθρώπινη ψυχή, είναι στα όσα είπε ο Μακρυ¬γιάννης στον Γάλλο περιηγητή Μαλέρμπ, πού, μαζί με την συνέντευ¬ξη που του πήρε, τόλμησε ν’ αναφέρει ότι τους Έλληνες τούς βλά¬πτει ή μεγάλη τους προσήλωση στην θρησκεία. Ας τον ακούσουμε πάλι: «Όσο να καταστρέψη την αρετή, δεν σώνεται• ότι χωρίς αρετή και θρησκεία δεν σκηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειο. Και πράμα τζιβαϊρκόν, πολυτίμητο, όπου το βαστήξαμεν εις την τυρα¬γνία του Τούρκου, δεν το δίνομε τώρα, ούτε τα καταφρονούμεν οι Ελληνες. Η ευγενεία σου απαρατιέσαι από την θρησκείαν σου; Κι αν γυρίσω εγώ και οι άλλοι, πώς θα μας θεωρήσης τίμιους ανθρώπους εσύ ο τίμιος; Και τί έχεις εσύ για μένα τί δοξάζω εγώ; Και γιατί να φροντίζω εγώ για σένα τί δοξάζεις; Ο Θεός ας θεωρήση του κάθε ενού τη γνώμη, είναι φροντίδα αυτηνού...».
Είναι αναγκαίο να ξέρει κάποιος πώς αυτός, πού δοκίμασε όλους αυτούς τούς εξευτελισμούς, ήταν εκείνος πού σε μια κρίσιμη στιγμή τού Αγώνα, άφησε όλη την δύναμη τής ψυχής του ν’ απαθανατίσει την ε¬θνική περηφάνεια και την αλύγιστη πίστη τού Γένους με τον ανό¬θευτο Λόγο, πού τον επικύρωσε η σφραγίδα τού ηρωϊσμού του! Είναι ανάγκη να ξανακούσουμε την γνωστή, μα και θρυλική, απάντηση, πού έδωσε στον Γάλλο ναύαρχο Ντεριγνύ, όταν είπε στον Μακρυγιάννη πως η οχύρωση, που έκανε στους Μύλους τ’ Αναπλιού, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τις χιλιάδες τού στρατού τού Ιμβραΐμ: «Είναι αδύνατες οι θέσες κι εμείς. Όμως είναι δυνατός ο Θεός που μας παραστέκει, και θα δείξουμε την τύχη μας σ’ αυτές τις θέ¬σες τίς αδύνατες. Κι’ αν είμαστε ολίγοι στο πλήθος τού Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ έναν τρόπο· ότι ή τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος παλαιάθε και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Και όταν κάνουν αυτήνη την απόφαση, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Ή θέση όπου είμαστε τώρα είναι τοιούτη. Και θα ιδούμε την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς».
Θεώρησα αναγκαίο να επικαλεσθώ αυτά τα λόγια τού Μακρυγιάννη, όχι, βέβαια, για να ισχυροποιήσω την πατριωτική του προσφο¬ρά, πού είναι μια άλλη εξ ίσου εκπληκτική πλευρά τής προσωπικό¬τητάς του, αλλά για να φωτίσω από μια άλλη σκοπιά την αμετάτρεπτή του απόφαση να υπηρετήσει, μέχρι την τελευταία του πνοή, το κάθε ιδανικό πού φυτρώνει στις ανώτερες φύσεις. Κι ακόμη, για να ζυγίσω και να παραβάλω με προσοχή το ειδικό βάρος και την απόσταση τών πάντοτε λίγων Μεγάλων από τους πάντοτε πολ¬λούς Μικρούς. Το γιατί, τώρα, ή Πρόνοια τού Κόσμου δικαιώνει και φθάνει ν’ αποθεώνει τους λίγους πού θυσιάζονται κι όχι τους πολλούς πού προτιμούν να θυσιάζουν άλλους, αυτό μας το προσφέ¬ρουν να το νιώσουμε όσοι, σαν τον Μακρυγιάννη, δικαίωσαν την επίγεια παρουσία τους!
Καθηγητού – Κλασσικού Φιλολόγου
Ιστορικού – Συγγραφέως
Αντιπροέδρου τού Συνδέσμου τών Απανταχού Λακώνων «Ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ»
«Μπάρμπα Γιάννη Μακρυγιάννη, πάρε μαύρο γιαταγάνι κι έλα στην ζωή μας πίσω, το στραβό να κάνεις ίσιο» λέει σ’ ένα τραγούδι του ο Νίκος Γκάτσος. Και πράγματι η παρουσία και η ανάδειξη τής προσωπικότητος τού Μακρυγιάννη και των λόγων του, σήμερα είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ!
Το να προβάλλω εξ αρχής την ζωή και την δράση τού Μα¬κρυγιάννη σαν πλατωνικό υπόδειγμα, καλύπτει κι’ έναν άλλο σκοπό. Όχι ότι άλλοι, πολύ αξιόλογοι και ενδεδει¬γμένοι, πού ασχολήθηκαν με την σημαντικώτερη αυτή νεοελληνική μορφή, δεν την ετοποθέτησαν στο βάθρο που έπρεπε, αλλά παρασυρμένοι από την απειρία τών εκδηλώσεων τής δραστηριότητάς της, δεν έθεσαν το ερώτημα, πού διετύπωσε ο Βλαχογιάννης, ότι δηλαδή «γεννάται απορία μεγάλη, πώς άνθρωπος τόσον απλούς το ήθος και τον νουν, στερούμενος παντελώς παιδείας οιασδήποτε, μόλις δε μα¬θών δι’ αδεξίας χειρός να χαράττη και συνδέη εις συλλαβάς τα γράμματα τού αλφαβήτου, πώς εφαντάσθη εαυτόν ικανόν να καταστρώση επί του χάρτου εκθεσιν τόσον λεπτομερή, εκτεταμένην και αρτίαν, όχι μόνον περί των ιδίων πράξεων, αλλά και περί πλεί¬στων άλλων συγχρόνων γεγονότων, εν συνοχή λογική και εν συγ¬γραφική ενότητι τόσον τελεία, οποία η εν τω έργω τούτω του ρηθέντος στρατηγού…»
Και πράγματι! Τα λόγια τού Μακρυγιάννη είναι καθοριστικά και οι θαρραλέες απαντήσεις του στους ξένους διαχρονικές! Σήμερα μάλιστα, με τις ταπεινώσεις που δεχόμαστε από τους ευρωπαίους είναι πλέον επιτακτικό να γνωρίζουμε τα λόγια αυτά… Ας θυμηθούμε λοιπόν κάποια ιδιαίτερα σημαντικά! Λίγο μετά την δολοφονία τού Καποδίστρια, γαλλικός στρατός αφοπλίζει τους γύρω από το Ναύπλιο Έλληνες αγωνιστές. Παίρνουν και τον οπλισμό τού Μακρυγιάννη. Κι αυτός λέει στον διοικητή: «Τί σας έκαμε αυτό τ’ όνομα τών Έλλήνων εσάς των γενναίων αντρών τής Ευρώπης, εσάς των προκομμένων, εσάς των πλούσιων. Όλοι οι προταγμένοι άν¬τρες των παλαιών Ελλήνων, οι γενναίοι όλης της άνθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Πλάτων, ο Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστο¬κλής, ο Λεωνίδας, ο Θρασύβουλος, ο Δημοσθένης και οι επίλοιποι πατέρες γενικώς τής άνθρωπότης κοπίαζαν και βασανίζονταν νύχτα και ημέρα μ’ αρετή, με ’λικρίνεια, με καθαρό ενθουσιασμό να φωτίσουνε την άνθρωποτη και να την αναστήσουν να ’χη αρετή και φώ¬τα, γενναιότητα και πατριωτισμό. Όλοι αυτήνοι οι μεγάλοι άντρες τού κόσμου κατοικούνε τόσους αιώνες στον Άδη σ’ έναν τόπο σκο¬τεινό και κλαίνε και βασανίζονται για τα πολλά δεινά οπού τραβάγει ή δυστυχισμένη μερική πατρίδα τους η Ελλάς, έσβησε τ’ όνομά της. Αυτήνοι δεν τήραγαν να θησαυρίσουμε μάταια και προσωρι¬νά, τήραγαν να φωτίσουν τον κόσμο με φώτα παντοτινά. Έντυσαν τους ανθρώπους αρετή, τους γύμνωσαν από την κακή διαγωή· και τοιούτως θεωρούσαν γενικώς την ανθρωπότη και γένονταν δάσκαλοι τής αλήθειας. Κάνουν και οι μαθηταί τους οι Ευρωπαίοι την αντα¬μοιβή στους απογόνους εμάς — γύμναση της κακίας και παραλυ¬σίας. Τέτοι’ αρετή έχουν, τέτοια φώτα μάς δίνουν. Μια χούφτα απόγονοι εκεινών των παλαιών Ελλήνων χωρίς ντουφέκια και πολεμοφόδια και τ’ άλλα τ’ αναγκαία τού πολέμου ξεσκεπάσαμε την μάσκαρα τού Σουλτάνου, οπούχε στο πρόσωπό του κι έσκιαζε τον μεγάλο Ευρωπαίο...».
Αυτά, αγαπητοί φίλοι είναι υπερήφανα ελληνικά λόγια! Λόγια άνωθεν υπαγορευθέντα, που τα έκανε πράξη ο αγράμματος Ρουμελιώτης. Θείες εντολές, όμως, δεν εκτελούσε και όταν σύστησε σε δύο στρατιώτες, πού ’θελαν να πουλήσουν σ’ ευρωπαίους δύο αρχαία αγάλματα, να μη το κάνουν, όχι για χίλια ούτε για δέκα χιλιάδες τάλληρα, λέγοντάς τους το περί¬φημο εκείνο «γι’ αυτά πολεμήσαμε»; Δεν αποδεικνύει κι αυτό το γεγονός, το ψυχολογικό βάθος τής προσωπικότητας αυτής;
Κι όταν έστειλε στην Οθωνική Αντιβασιλεία αναφορά, ότι παραιτείτο τού μισθού του, αν και ήταν φτωχός, για να δοθεί αυτός στους αγωνιστές και τις χήρες και τα ορφανά πού πέθαιναν της πείνας, αποφασίζοντας να δικαιώσει τους αδικημένους, («επαμύνειν τοις αδικουμένοις» όπως έλεγε και ο αρχαίος Περικλής), δεν έδειχνε αυτό μια έμπρακτη άσκηση πολιτικής αρετής και ανθρωπιάς; Α¬κόμη περισσότερο πού γι’ αυτή την εκδήλωση καταδιώχθηκε.
«Την καταφρόνεσι την ’στάνομαι» έλεγε βαρύθυμος, όταν αναγ¬κάσθηκε να εγκαταλείψει το Παλάτι, επειδή, ύστερα από ραδιουρ¬γίες, δεν παρουσίασαν αυτόν και τους άλλους καπετανέους στον Όθωνα, στην τελετή τής ενηλικιώσεώς του. Ποιός τού ενέπνευσε μια τέτοια έννοια της αξιοπρέπειας;
Εκεί, όμως, όπου η «αιδώς και δίκη» ανευρίσκει την αυθεντική ύπαρξή της σε ανθρώπινη ψυχή, είναι στα όσα είπε ο Μακρυ¬γιάννης στον Γάλλο περιηγητή Μαλέρμπ, πού, μαζί με την συνέντευ¬ξη που του πήρε, τόλμησε ν’ αναφέρει ότι τους Έλληνες τούς βλά¬πτει ή μεγάλη τους προσήλωση στην θρησκεία. Ας τον ακούσουμε πάλι: «Όσο να καταστρέψη την αρετή, δεν σώνεται• ότι χωρίς αρετή και θρησκεία δεν σκηματίζεται κοινωνία, ούτε βασίλειο. Και πράμα τζιβαϊρκόν, πολυτίμητο, όπου το βαστήξαμεν εις την τυρα¬γνία του Τούρκου, δεν το δίνομε τώρα, ούτε τα καταφρονούμεν οι Ελληνες. Η ευγενεία σου απαρατιέσαι από την θρησκείαν σου; Κι αν γυρίσω εγώ και οι άλλοι, πώς θα μας θεωρήσης τίμιους ανθρώπους εσύ ο τίμιος; Και τί έχεις εσύ για μένα τί δοξάζω εγώ; Και γιατί να φροντίζω εγώ για σένα τί δοξάζεις; Ο Θεός ας θεωρήση του κάθε ενού τη γνώμη, είναι φροντίδα αυτηνού...».
Είναι αναγκαίο να ξέρει κάποιος πώς αυτός, πού δοκίμασε όλους αυτούς τούς εξευτελισμούς, ήταν εκείνος πού σε μια κρίσιμη στιγμή τού Αγώνα, άφησε όλη την δύναμη τής ψυχής του ν’ απαθανατίσει την ε¬θνική περηφάνεια και την αλύγιστη πίστη τού Γένους με τον ανό¬θευτο Λόγο, πού τον επικύρωσε η σφραγίδα τού ηρωϊσμού του! Είναι ανάγκη να ξανακούσουμε την γνωστή, μα και θρυλική, απάντηση, πού έδωσε στον Γάλλο ναύαρχο Ντεριγνύ, όταν είπε στον Μακρυγιάννη πως η οχύρωση, που έκανε στους Μύλους τ’ Αναπλιού, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τις χιλιάδες τού στρατού τού Ιμβραΐμ: «Είναι αδύνατες οι θέσες κι εμείς. Όμως είναι δυνατός ο Θεός που μας παραστέκει, και θα δείξουμε την τύχη μας σ’ αυτές τις θέ¬σες τίς αδύνατες. Κι’ αν είμαστε ολίγοι στο πλήθος τού Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ έναν τρόπο· ότι ή τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος παλαιάθε και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Και όταν κάνουν αυτήνη την απόφαση, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν. Ή θέση όπου είμαστε τώρα είναι τοιούτη. Και θα ιδούμε την τύχη μας οι αδύνατοι με τους δυνατούς».
Θεώρησα αναγκαίο να επικαλεσθώ αυτά τα λόγια τού Μακρυγιάννη, όχι, βέβαια, για να ισχυροποιήσω την πατριωτική του προσφο¬ρά, πού είναι μια άλλη εξ ίσου εκπληκτική πλευρά τής προσωπικό¬τητάς του, αλλά για να φωτίσω από μια άλλη σκοπιά την αμετάτρεπτή του απόφαση να υπηρετήσει, μέχρι την τελευταία του πνοή, το κάθε ιδανικό πού φυτρώνει στις ανώτερες φύσεις. Κι ακόμη, για να ζυγίσω και να παραβάλω με προσοχή το ειδικό βάρος και την απόσταση τών πάντοτε λίγων Μεγάλων από τους πάντοτε πολ¬λούς Μικρούς. Το γιατί, τώρα, ή Πρόνοια τού Κόσμου δικαιώνει και φθάνει ν’ αποθεώνει τους λίγους πού θυσιάζονται κι όχι τους πολλούς πού προτιμούν να θυσιάζουν άλλους, αυτό μας το προσφέ¬ρουν να το νιώσουμε όσοι, σαν τον Μακρυγιάννη, δικαίωσαν την επίγεια παρουσία τους!
Subscribe to:
Posts (Atom)